Πώς τα παγωμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία θα γίνουν ουκρανική δύναμη πυρός

Η πρόκληση των 200 δισ. ευρώ στην καρδιά της Ευρώπης

Ρωσική Κεντρική Τράπεζα © EPA/MAXIM SHIPENKOV

Το 1997 ο David Bowie αιφνιδίασε ξανά τον κόσμο, αυτή τη φορά όχι με έναν νέο δίσκο αλλά με μια τολμηρή κίνηση στη χρηματοοικονομική μηχανική. Ο θρύλος της ροκ έπεισε τη Wall Street να του δώσει 55 εκατομμύρια δολάρια, ανταλλάσσοντας τα μελλοντικά δικαιώματα από τα παλαιότερα άλμπουμ του. Δεν ήταν μόνο οι ποπ σταρ που αναζητούσαν τρόπους να μετατρέψουν την αβεβαιότητα του αύριο σε άμεσο χρήμα∙ το ίδιο έκαναν και οι αμερικανικές πολιτείες, εισπράττοντας προκαταβολικά από τους επενδυτές τα ποσά που υπολόγιζαν να λάβουν στο μέλλον από τις καπνοβιομηχανίες ως αποζημίωση για τη ζημιά στη δημόσια υγεία. Σήμερα, σε μια τροπή που θα άφηνε ακόμα και τον Bowie άναυδο, μια νέα πηγή μελλοντικών εσόδων μπαίνει στο τραπέζι για «προεξόφληση»: οι πιθανές ρωσικές αποζημιώσεις προς την Ουκρανία. Η λογική είναι απλή αλλά εντυπωσιακή: αν το Κρεμλίνο κάποτε θα πρέπει να πληρώσει για τις καταστροφές που προκάλεσε, γιατί να μην μετατραπεί αυτή η μελλοντική υποχρέωση σε κεφάλαιο σήμερα, ώστε να στηριχθεί άμεσα η Ουκρανία στον αγώνα της;

Το πώς θα λειτουργήσει ένα τέτοιο «δάνειο επανόρθωσης» επί του παρόντος απλώς συζητείται στους κύκλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το δημιουργικό τέχνασμα συγκέντρωσης κεφαλαίων είναι εν μέρει σύμπτωμα της γενικότερης απελπισίας. Η Ουκρανία χρειάζεται σχεδόν 100 δισ. δολάρια ετησίως σε εξωτερική βοήθεια, δημοσιονομική και στρατιωτική, για να παραμείνει φερέγγυα και να συνεχίσει να πολεμά. Η κυβέρνηση Trump δεν είναι πλέον πρόθυμη να συνεισφέρει. Η Ευρώπη είναι, αλλά οι διευκολύνσεις σε επίπεδο ΕΕ έχουν σχεδόν εξαντληθεί και πολλές εθνικές κυβερνήσεις βρίσκονται σε οικονομική αδυναμία (dans la merde, στο γαλλικό πρωτότυπο). Έτσι, όλοι είναι πρόθυμοι να ακούσουν τους «οικονομικούς μάγους» που ισχυρίζονται ότι έχουν επινοήσει έναν τρόπο ώστε η ίδια η Ρωσία να χρηματοδοτήσει τον εχθρό της.

Στο επίκεντρο του σχεδίου δανείου επανόρθωσης βρίσκεται ένας κορβανάς με ρωσικά χρήματα που έχουν υποστεί κυρώσεις. Πριν από τον πόλεμο, πάνω από 300 δισ. δολάρια σε ομόλογα και μετρητά που ανήκαν στη Ρωσία βρίσκονταν σε διάφορα κομμάτια των αγωγών του παγκόσμιου τραπεζικού συστήματος. Αμέσως μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022, οι περισσότερες πλούσιες χώρες δέσμευσαν τα συγκεκριμένα περιουσιακά στοιχεία ως μέρος ενός πακέτου κυρώσεων. Αρκετοί «επιθετικοί» τύποι, κυρίως στην κεντρική Ευρώπη αλλά και στην Αμερική, υποστήριζαν εδώ και καιρό ότι τα ρωσικά χρήματα θα έπρεπε απλώς να κατασχεθούν και να παραδοθούν στην Ουκρανία. Άλλοι, συμπεριλαμβανομένης της Γαλλίας και της Γερμανίας, ανησυχούν ότι η άμεση κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων που ανήκουν σε μία ξένη κυβέρνηση δημιουργεί ένα άβολο προηγούμενο. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) φοβάται ότι η αρπαγή των ρωσικών ομολόγων χωρίς αποζημίωση θα υπονομεύσει την εμπιστοσύνη στο ευρώ.

Παρά τις ανησυχίες, η παγωμένη ρωσική λεία έχει ήδη χρησιμοποιηθεί εν μέρει για την ενίσχυση της Ουκρανίας. Ένα παραθυράκι επέτρεψε στις ευρωπαϊκές αρχές να απαλλοτριώσουν τους τόκους που παράγουν τα περίπου 200 δισ. ευρώ (235 δισ. δολάρια) σε ρωσικά μετρητά που βρίσκονται στην Ευρώπη, χωρίς να αγγίξουν τα ίδια τα κεφάλαια. Μόνο οι κατασχεθέντες τόκοι ανέρχονται σε περίπου 7 δισ. ευρώ ετησίως, τα οποία οι χώρες της G7 στη συνέχεια επανασυσκευάστηκαν, όπως ο Bowie, σε ένα ομόλογο ύψους περίπου 45 δισ. ευρώ, τα έσοδα του οποίου διοχετεύονται στην Ουκρανία. Όμως αυτό δεν είναι πλέον αρκετό. Μια πρόταση πέρυσι από τον Hugo Dixon, έναν οικονομικό σχολιαστή, τον Daleep Singh, έναν βετεράνο της κυβέρνησης Biden, και τον Lee Buchheit, έναν δικηγόρο, έβαλε στο τραπέζι έναν τρόπο να αξιοποιηθούν όχι μόνο οι τόκοι από τα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία αλλά και το κεφάλαιο των περίπου 200 δισ. ευρώ.

Η ουσία του σχεδίου είναι ότι η Ουκρανία θα δανειζόταν ουσιαστικά τα εν λόγω 200 δισ. ευρώ και θα υποχρεωνόταν να επιστρέψει τα χρήματα μόνο εάν η Ρωσία με τη σειρά της έδινε αποζημιώσεις, όπως επιμένουν οι υποστηρικτές της Ουκρανίας ότι πρέπει να κάνει. Το τελικό αποτέλεσμα είναι μια κυκλική λογική στην οποία η Ρωσία, ό,τι και να γίνει, καταλήγει χαμένη. Στο τέλος του πολέμου, είτε το Κρεμλίνο αποζημιώνει την Ουκρανία και παίρνει τα 200 δισ. ευρώ πίσω στα ταμεία του -στην πραγματικότητα πληρώνει τουλάχιστον 200 δισ. ευρώ ως αποζημίωση για να ανακτήσει 200 δισ. ευρώ σε δεσμευμένα περιουσιακά στοιχεία – είτε αρνείται να πληρώσει αποζημιώσεις και τα 200 δισ. ευρώ παραμένουν παγωμένα επ’ αόριστον. Εν τω μεταξύ, η Ουκρανία διαθέτει πακτωλό χρημάτων για να παραμείνει στον πόλεμο, χωρίς οι χώρες της ΕΕ να χρειαστεί να δαπανήσουν χρήματα.

Ο κ. Dixon κάνει λόγο για «προκαταβολή της υποχρέωσης του Κρεμλίνου να πληρώσει πολεμικές αποζημιώσεις». Για ορισμένους εξακολουθεί να θυμίζει το είδος της απαλλοτρίωσης για το οποίο ανησυχούν η ΕΚΤ και άλλοι, δεδομένου ότι η Ρωσία θα πρέπει να περάσει από δοκιμασίες (συμφωνώντας να πληρώσει αποζημιώσεις) για να ανακτήσει τα χρήματά της. Αν και πολλοί επιμένουν ότι η Ρωσία έχει υποχρέωση να αποζημιώσει την Ουκρανία, αυτό είναι ένα θέμα που δεν έχει ακόμη διευθετηθεί. Μόνο το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ ή το Διεθνές Δικαστήριο μπορούν να επιβάλουν αποζημιώσεις, και η Ρωσία μπορεί να μπλοκάρει και τα δύο. Τελικά, το αν οφείλονται αποζημιώσεις στην Ουκρανία θα είναι ζήτημα μιας ειρηνευτικής συμφωνίας, το περίγραμμα της οποίας παραμένει ασαφές. Ωστόσο, η G7 έχει ήδη καταστήσει σαφές ότι οι κυρώσεις θα αρθούν μόνο όταν καταβληθεί η ρωσική αποζημίωση στην Ουκρανία, υιοθετώντας έτσι τη λογική του σχεδίου του κ. Dixon ότι δηλαδή «η Ρωσία πρέπει πρώτα να πληρώσει». Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επεξεργάζεται μια παραλλαγή της ιδέας του δανείου επανόρθωσης, η οποία ενδεχομένως να συνεπάγεται ότι η Ρωσία θα χάσει τα χρήματά της εάν δεν αποζημιώσει την Ουκρανία, αλλά με τρόπο που να είναι συμβατός με το πρωτόκολλο της ΕΚΤ. Το περίγραμμα αναμένεται μέχρι τη συνάντηση των ηγετών της ΕΕ τον Οκτώβριο.

Πέρα από την οργή της Μόσχας, ο Dmitry Medvedev, πρώην πρόεδρος της Ρωσίας, εξαπέλυσε επίθεση εναντίον των «ευρω-εκφυλισμένων» που, όπως είπε, θέλουν να κρατήσουν τα ρωσικά κεφάλαια στα χέρια τους. Ωστόσο, το σχέδιο έχει ένα σαφές πλεονέκτημα: ικανοποιεί την Ουάσιγκτον. Ο Donald Trump απαιτεί από την Ευρώπη να εντείνει τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας, προτού οι Ηνωμένες Πολιτείες κάνουν περισσότερα.Το νέο, 19ο κατά σειρά, πακέτο κυρώσεων της ΕΕ, που βρίσκεται υπό επεξεργασία, στοχεύει στην πλήρη απεξάρτηση της Ευρώπης ακόμη και από τα ελάχιστα ενεργειακά αποθέματα που συνεχίζει να εισάγει από τη Ρωσία. Σήμερα, μόνο η Ουγγαρία και η Σλοβακία εξακολουθούν να προμηθεύονται ρωσικό πετρέλαιο -χώρες με ηγεσίες που ευθυγραμμίζονται με την ιδεολογία MAGA, τις οποίες ο Trump θα ήταν καλό να προσπαθήσει να μεταπείσει. Επιπλέον, το πακέτο περιλαμβάνει δώδεκα κινεζικές και τρεις ινδικές εταιρείες, δείχνοντας ότι στο στόχαστρο μπαίνουν και οι εμπορικοί εταίροι της Μόσχας -μια στρατηγική με την οποία η Αμερική δεν έχει κανένα πρόβλημα. Η οικονομική πίεση στη Ρωσία εξακολουθεί να θεωρείται η σωστότερη απάντηση. Κι αν καταστεί νομικά εφικτό, η αξιοποίηση των παγωμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων, ώστε να τιμωρηθεί το Κρεμλίνο και ταυτόχρονα να ενισχυθεί η Ουκρανία, θα ήταν πραγματικά μια διπλή νίκη.

© 2025 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved. Άρθρο από τον Economist, το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr. Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά, βρίσκεται στο www.economist.com.