Ακόμα και όταν οι Murdochs κονταροχτυπιούνται, η αυτοκρατορία τους ανθεί

Το Fox News, εν τω μεταξύ, κατέγραψε πρόσφατα το τρίμηνο με τη μεγαλύτερη τηλεθέαση στην ιστορία των καλωδιακών ειδήσεων

Ο CEO του Fox, Ρούπερτ Μέρντοχ και ο γιος του Τζέιμς © EPA/ANDREW GOMBERT

Τίποτα στο τηλεοπτικό πρόγραμμα του Fox πέρυσι δεν ήταν τόσο συναρπαστικό -ή, μερικές φορές, τόσο βλάσφημο- όσο το δράμα που εκτυλίχθηκε σε ένα δικαστήριο αρμόδιο για την επίβλεψη εκτέλεσης των όρων των διαθηκών στο Ρίνο της Νεβάδα. Ο Rupert Murdoch, ο 94χρονος σήμερα ιδρυτής και κύριος μέτοχος της Fox Corporation και της αδελφής της εταιρείας News Corp, προσπάθησε να αλλάξει τους όρους ενός οικογενειακού καταπιστεύματος προκειμένου να εμποδίσει τρία από τα παιδιά του να κληρονομήσουν τον έλεγχο των εταιρειών μετά τον θάνατό του. Ο νομικός ελιγμός υψηλού κινδύνου απορρίφθηκε. Η έφεση -και κατά συνέπεια μια νέα σεζόν νοσηρής ψυχαγωγίας για τους τηλεθεατές των μέσων ενημέρωσης- βρίσκεται στα σκαριά.

Καθώς οι Murdochs συνεχίζουν την από δεκαετίες οικογενειακή τους διαμάχη αξίας πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων, η αυτοκρατορία για την οποία μάχονται συνεχίζει να ακμάζει, γεγονός που προκαλεί διπλή έκπληξη. Πρώτον, οι κρίσεις διαδοχής και η νομική αβεβαιότητα παραδοσιακά δεν ενισχύουν την εμπιστοσύνη των επενδυτών στις εταιρείες. Επιπλέον, οι εταιρείες Murdoch είναι γίγαντες στη γραμμική τηλεόραση και την έντυπη δημοσιογραφία, κλάδους που παρακμάζουν και στους οποίους οι αγορές δεν έχουν φερθεί καλά. Γιατί είναι τόσο δημοφιλείς στους επενδυτές ένα ζευγάρι παλαιών εταιρειών μέσων ενημέρωσης που ελέγχονται από μια δυσλειτουργική δυναστεία;

Ας δούμε πρώτα τη Fox, τη μεγαλύτερη από τις δύο, με χρηματιστηριακή αξία 24 δισ. δολάρια. Οι δραστηριότητές της επικεντρώνονται στην αμερικανική ραδιοτηλεόραση και την καλωδιακή τηλεόραση, οι οποίες τα τελευταία χρόνια έχουν βιώσει λουτρό αίματος. Την τελευταία μιάμιση δεκαετία το μερίδιο των νοικοκυριών με συνδρομητική τηλεόραση έχει μειωθεί από σχεδόν 90% σε μόλις 50%, καθώς οι τηλεθεατές αποστατούν από υπηρεσίες streaming όπως το Netflix. Σύμφωνα με την εταιρεία δεδομένων Nielsen, όσον αφορά την τηλεοπτική μετάδοση, οι Αμερικανοί σήμερα περνούν εκεί τον μισό χρόνο σε σχέση με το streaming.

Ενώ οι αξίες άλλων εταιρειών μέσων ενημέρωσης έχουν μείνει στάσιμες ή χειρότερες, η αξία της Fox έχει εκτοξευθεί (βλ. διάγραμμα). Η διαφορά έγκειται στο μείγμα του περιεχομένου της. Το 2019 η Fox πούλησε τα περιουσιακά της στοιχεία γενικής ψυχαγωγίας στην Disney έναντι 71 δισ. δολαρίων, στην κορύφωση, όπως αποδείχθηκε, της αγοράς, αποφασίζοντας να επικεντρωθεί στις ειδήσεις και τον αθλητισμό. Ήταν η σωστή απόφαση: οι streamers όπως το Netflix έχουν έκτοτε μαγνητίσει το κοινό της γενικής ψυχαγωγίας, ενώ οι ειδήσεις και ο αθλητισμός παρέμειναν ως επί το πλείστον στη γραμμική τηλεόραση, άρα και στη Fox. «Ήταν πάντοτε η πιο επιχειρηματικά προσηλωμένη εταιρεία -βρισκόταν ανέκαθεν ένα βήμα μπροστά», λέει η Jessica Reif Ehrlich, αναλύτρια μέσων ενημέρωσης στην Bank of America.

Παρά το αυξανόμενο ενδιαφέρον των streamers για τον αθλητισμό, το κοινό του Fox παραμένει σταθερό: η πρώτη προβολή του Indianapolis 500 τον περασμένο μήνα έφερε 7,1 εκατομμύρια θεατές, τους περισσότερους για τον συγκεκριμένο αγώνα αυτοκινήτων από το 2008. Το Fox News, εν τω μεταξύ, κατέγραψε πρόσφατα το τρίμηνο με τη μεγαλύτερη τηλεθέαση στην ιστορία των καλωδιακών ειδήσεων, εν μέρει χάρη στο χάος που δημιούργησε ο νέος ένοικος του Λευκού Οίκου. Η υγιής ακροαματικότητα σημαίνει ότι, παρά τη συρρίκνωση της καλωδιακής αγοράς, η Fox είδε μια μέτρια αύξηση στις αμοιβές των θυγατρικών της (τα ποσά που χρεώνει στους παρόχους καλωδιακής τηλεόρασης για τη μεταφορά των καναλιών της) από 5,9 δισ. δολάρια το 2020 σε 7,3 δισ. δολάρια πέρυσι.

Η επιστροφή του Donald Trump βοήθησε επίσης τη διαφημιστική επιχείρηση του Fox, εξομαλύνοντας τις απόψεις που κάποτε έκαναν τους διαφημιστές να δυσφορούν για την προβολή διαφημίσεων στο Fox News. Οι διαφημίσεις στο κανάλι δεν είναι πλέον μόνο για χρυσό και μαγικά μαξιλάρια: τους τελευταίους μήνες οι Amazon, Netflix και GE εμφανίστηκαν σε διαφημιστικά σποτ στο δίκτυο. «Λόγω των εκλογικών αποτελεσμάτων, πολλοί διαφημιστές έχουν κατά κάποιον τρόπο επανεξετάσει τη θέση τους σε αυτή τη χώρα και καταλαβαίνουν ότι ο τηλεθεατής του Fox News αντιπροσωπεύει πραγματικά τη μέση Αμερική», δήλωσε τον Μάρτιο ο Lachlan Murdoch, διευθύνων σύμβουλος της Fox.

Έχοντας ως επί το πλείστον μείνει έξω από τους καταστροφικά ακριβούς πολέμους του streaming, στους οποίους οι εταιρείες μέσων ενημέρωσης έχασαν δισεκατομμύρια προσπαθώντας να προσελκύσουν συνδρομητές, η Fox τώρα πειραματίζεται με το νέο μέσο. Το 2020 αγόρασε την Tubi, μια ουδέτερη δωρεάν υπηρεσία streaming με διαφημίσεις. Η Tubi έχει έκτοτε ξεπεράσει ανταγωνίστριες όπως η Pluto, που ανήκει στην Paramount, και φέτος αναμένεται να φέρει περισσότερα από 1 δισ. δολάρια. Τον Φεβρουάριο η Fox πρόβαλε το Super Bowl στην Tubi, προσελκύοντας στην πλατφόρμα 8 εκατομμύρια νέους θεατές. Περίπου το 40% του κοινού ήταν κάτω των 34, μια ηλικιακή ομάδα που δύσκολα προσεγγίζεται στην καλωδιακή τηλεόραση.
Το τελευταίο της πείραμα με το streaming είναι το Fox One, που συνδυάζει όλο το γραμμικό περιεχόμενο του Fox, και το οποίο θα ξεκινήσει πριν από την έναρξη του εθνικού πρωταθλήματος ποδοσφαίρου τον Σεπτέμβριο. Σε αντίθεση με άλλες παλαιές εταιρείες μέσων ενημέρωσης, οι οποίες πρέπει να αντιμετωπίσουν τον συμβιβασμό ότι η διάθεση των καλύτερων εκπομπών τους στο streaming θα υπονομεύσει την προθυμία του κοινού να πληρώσουν για ένα μεγαλύτερο πακέτο ψυχαγωγικού περιεχομένου στην καλωδιακή τηλεόραση, η Fox δεν αντιμετωπίζει τέτοιο δίλημμα. «Η ομορφιά του Fox είναι ότι, επειδή δεν έχει να προστατέψει τη μακρά ουρά των άθλιων γραμμικών καλωδιακών καναλιών, είναι πολύ ευέλικτο», λέει ο Jason Bazinet της Citigroup. Όσον αφορά τη μετάβαση στο streaming, «είναι κατά κάποιον τρόπο αγνωστικιστό και έτσι από στρατηγική άποψη βρίσκεται σε πολύ καλή θέση».

Η News Corp, το άλλο μισό της αυτοκρατορίας Murdoch, η οποία κατέχει τίτλους όπως η Wall Street Journal και η New York Post, βρίσκεται στην προτίμηση των επενδυτών για διαφορετικούς λόγους. Οι έντυπες ειδήσεις δεν φαίνονται πιο ελπιδοφόρες από την καλωδιακή τηλεόραση, καθώς οι κυκλοφορίες σε πολλούς τίτλους μειώνονται και η διαφημιστική δραστηριότητα καταπίνεται από την Google και τη Meta. Σύμφωνα με μια εκτίμηση, τα τελευταία 20 χρόνια, στην Αμερική, έχουν κλείσει περισσότερες από 3.000 εφημερίδες -το ένα τρίτο του συνόλου της χώρας. Ωστόσο, όπως και η Fox, η μετοχή της News Corp είναι ακμαία, σημειώνοντας άνοδο τα τελευταία δύο χρόνια σχεδόν 50%.

Ένας λόγος είναι η επιτυχία της Dow Jones, του τμήματος της News Corp που κατέχει την Journal. Ενώ τίτλοι που εξαρτώνται από τη διαφήμιση, όπως η New York Post, παλεύουν με τη μείωση της επισκεψιμότητας στο Διαδίκτυο, η παγκοσμιοποιημένη, εστιασμένη στη συνδρομή Journal ευημερεί όσο και οι ανταγωνίστριές της, όπως οι New York Times. Η Dow Jones έχει επίσης μια επιχείρηση υψηλού περιθωρίου κέρδους που παρέχει δεδομένα σε εταιρείες. Από το 2020, τα έσοδά της έχουν αυξηθεί κατά 40%, αντισταθμίζοντας την πτώση κάποιων άλλων ειδησεογραφικών επιχειρήσεων της News Corp. Η HarperCollins, ο εκδοτικός οίκος βιβλίων που ανήκει στη News Corp, έχει επίσης συμβάλει στην ανάπτυξη, βοηθούμενη από την έκρηξη των ακουστικών βιβλίων.

Ωστόσο, η μεγαλύτερη κινητήρια δύναμη της τιμής της μετοχής της News Corp δεν έχει καμία σχέση με τις ειδήσεις. Μεταξύ των διαφορετικών περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας είναι το 61% της REA Group, μιας εισηγμένης στο χρηματιστήριο πλατφόρμας καταχώρησης ακινήτων στην Αυστραλία. Οι Murdochs επένδυσαν στην εταιρεία το 2001, όταν αυτή βρισκόταν στα πρόθυρα της χρεοκοπίας μετά το κραχ των dotcom. Η κίνηση αποδείχθηκε εμπνευσμένη: μετά την έκρηξη της αγοράς ακινήτων στην Αυστραλία, η αγοραία αξία της REA αυξήθηκε σε πάνω από 20 δισ. δολάρια, περίπου 4 δισ. δολάρια περισσότερα από την ίδια τη News Corp. Ο ενθουσιασμός των μετόχων για τη News Corp έχει ελάχιστη σχέση με τις εφημερίδες ή τα βιβλία, υποστηρίζει ο κ. Bazinet της Citigroup: «Ο ενθουσιασμός της αγοράς αφορά καθαρά τη REA». Υπολογίζει ότι, μεταξύ 2017 και 2024, η πορεία της τιμής της μετοχής της News Corp και της REA σχετίζονται σε ένα ποσοστό της τάξεως του 84%.

Καθώς η αυτοκρατορία Murdoch προχωράει ακάθεκτη, η οικογένεια συνεχίζει τις διαμάχες. Ο Rupert Murdoch είναι προφανώς αποφασισμένος να προστατεύσει την ηγεσία του μεγαλύτερου γιου του, του Lachlan -ο οποίος εκτός από διευθυντής της Fox είναι και πρόεδρος της News Corp- από μια μελλοντική αμφισβήτηση από τα τρία αδέλφια του, την Prudence, την Elisabeth και τον James, τα οποία διαφωνούν σε διαφορετικό βαθμό με τη δεξιά πολιτική των επιχειρήσεων Murdoch. Σύμφωνα με τους όρους του οικογενειακού καταπιστεύματος, μετά τον θάνατο του πατέρα τους, οι τρεις θα έχουν αρκετές ψήφους για να εκδιώξουν τον Lachlan. Αν δεν μπορέσει να τροποποιήσει το καταπίστευμα ή να εξαγοράσει τα επαναστατημένα αδέλφια, η αλλαγή στις εταιρείες του Rupert Murdoch μπορεί να είναι αναπόφευκτη.

Ωστόσο, σε ορισμένους κύκλους, η προοπτική μιας τέτοιας ανατροπής φαίνεται να πυροδοτεί τον ενθουσιασμό για τις μετοχές. Οι ακτιβιστές επενδυτές της News Corp πιέζουν εδώ και καιρό την εταιρεία να αποσχιστεί από τη REA, υποστηρίζοντας ότι η εταιρεία ακινήτων και οι εφημερίδες θα τα πήγαιναν καλύτερα χωριστά από ό,τι ως σύνολο. Η Fox έχει επωφεληθεί επίσης από τις εικασίες ότι η εταιρεία θα μπορούσε να γίνει στόχος εξαγοράς, καθώς τα στούντιο του Χόλιγουντ σπεύδουν να ενισχύσουν την παρουσία τους.

Εάν ο έλεγχος των εταιρειών περάσει σε αδέλφια που δεν είναι ευχαριστημένα με το status quo, οι πιθανότητες πώλησης ή διάλυσης αυξάνονται. Ο ενθουσιασμός των επενδυτών για τη Fox και τη News Corp εξηγείται εν μέρει από το γεγονός ότι ο κ. Murdoch τις έχει διοικήσει έξυπνα, αλλά και την αίσθηση ότι ο καιρός που ήταν επικεφαλής πλησιάζει στο τέλος του.

© 2025 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved. Άρθρο από τον Economist, το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr. Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά, βρίσκεται στο www.economist.com