Στη Μέση Ανατολή έχει ξεσπάσει πυραυλικός πόλεμος. Στις 13 Ιουνίου, όταν άρχισαν να πέφτουν οι βόμβες, τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης του S&P 500 υποχώρησαν κατά 1,6%. Ωστόσο, καθώς περνούσαν οι ώρες, η Wall Street ανέβαινε σταθερά. Ο γενικός δείκτης έχει πλέον ανακάμψει γύρω στις 6.000 μονάδες, μια ανάσα μακριά από το ιστορικό υψηλό του.
Τέτοιες κινήσεις αντικατοπτρίζουν ένα νέο… μάντρα της αγοράς: «Ποτέ δεν συμβαίνει τίποτα». Η φράση αναδύθηκε από τα βάθη του 4chan, ενός διαδικτυακού φόρουμ, πριν από περισσότερο από μια δεκαετία και έχει γίνει δημοφιλές meme μεταξύ των νεαρών επενδυτών. Εκ πρώτης όψεως, η ρήση μοιάζει εντελώς αταίριαστη σε μια εποχή εμπορικού πολέμου αλλά και συμβατικών συγκρούσεων. Αν αναλογιστεί, όμως, κάποιος τον μακρύ κατάλογο των πρόσφατων γεγονότων που στην αρχή φάνηκε να έχουν προοπτικές εποποιίας, μόνο για να εκπνεύσουν στη συνέχεια, τότε φαίνεται πιο λογικό. Τα παραδείγματα περιλαμβάνουν τις διαδηλώσεις κατά του αποκλεισμού της Κίνας, την εξέγερση της ομάδας Wagner στη Ρωσία και τις αψιμαχίες μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν. Ο Σι Τζινπίνγκ και ο Βλαντιμίρ Πούτιν εξακολουθούν να έχουν το πάνω χέρι. Ο πυρηνικός πόλεμος έχει αποφευχθεί.
Και έτσι ο κυνισμός επικρατεί, οι βουτιές αγοράζονται και οι αγορές συνεχίζουν να ανεβαίνουν. Οι μικροεπενδυτές συμμετέχουν επίσης στην πράξη. Έχουν επενδύσει σε μετοχές, αγοράζοντας καθαρή αξία 20 δισ. δολαρίων τους τελευταίους τρεις μήνες. Κρίση, ποια κρίση;
Η προσέγγιση με το κεφάλι χωμένο στην άμμο αποτελεί μια πιο εξελιγμένη στρατηγική σε σχέση με αυτό που φαίνεται αρχικά, και όχι μόνο επειδή οι τίτλοι τείνουν να υπερβάλλουν. Ήδη, από το 1988, μια εργασία των David Cutler και James Poterba, που τότε ήταν και οι δύο στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης, και του Larry Summers, τότε στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, προσπάθησε να καθορίσει τι πραγματικά κινεί τις τιμές των μετοχών. Η τριάδα των ερευνητών εξέτασε σχεδόν πέντε δεκαετίες γεγονότων που άλλαξαν τον κόσμο, από την επίθεση της Ιαπωνίας στο Περλ Χάρμπορ το 1941 και την κρίση των πυραύλων της Κούβας το 1962 έως την πυρηνική κατάρρευση του Τσερνομπίλ το 1986. Με έκπληξη ανακάλυψαν ότι η μεταβλητότητα των αποδόσεων τις ημέρες ενός μεγάλου ειδησεογραφικού γεγονότος (όπως μετριέται με την τυπική απόκλιση) ήταν λιγότερο από τρεις φορές μεγαλύτερη σε σχέση με μια συνηθισμένη ημέρα. Αρκετές από τις μεγαλύτερες πτώσεις μιας ημέρας που εντόπισαν οι συγγραφείς, σημειώθηκαν σε ημέρες χωρίς προφανή σπίθα που να σχετίζει με την τρέχουσα επικαιρότητα.
Οι γεωπολιτικές απειλές είναι συχνά επιρρεπείς σε αποτελέσματα τύπου «όλα ή τίποτα» και είναι δύσκολο να εκτιμηθούν. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τα πιο δυνητικά καταστροφικά γεγονότα, τα οποία ενέχουν τον κίνδυνο πυρηνικού πολέμου. Πάρτε το παράδειγμα της Νότιας Κορέας, η οποία έχει χρηματιστήριο αξίας 2 τρισ. δολαρίων που θα μπορούσε να γίνει συντρίμμια από τον πολεμοχαρή βόρειο γείτονά της. Πώς θα πρέπει ένας επενδυτής να αποτιμήσει την απειλή; Για τους Νοτιοκορεάτες, η αντιστάθμιση έναντι ενός τέτοιου αποτελέσματος είναι σχεδόν αδύνατη. Πολλοί προτιμούν να αγνοήσουν την προοπτική. Ακόμα και η λεγόμενη «έκπτωση» της Κορέας -η επίμονη χαμηλή τιμή των νοτιοκορεατικών μετοχών σε σχέση με τις υπόλοιπες διεθνείς αγορές- εξηγείται από την κακή εταιρική διακυβέρνηση και όχι από τον γεωπολιτικό κίνδυνο, σύμφωνα με τον Sohyun Kang του Ινστιτούτου Κεφαλαιαγορών της Κορέας.
Επιπλέον, οι αλλαγές στην παγκόσμια οικονομία αμβλύνουν τα γεγονότα που κάποτε θα προκαλούσαν αναταραχή. Το πετρελαϊκό σοκ του 1973 και η έναρξη του πολέμου στον Κόλπο το 1990 είχαν αμφότερα διαρκή αντίκτυπο στα χρηματιστήρια. Σήμερα, ωστόσο, η Αμερική είναι εξαγωγέας ενέργειας λόγω της επανάστασης του σχιστόλιθου. Αυτό κρατά τους καταναλωτές της απομονωμένους από τις παγκόσμιες υποθέσεις. Πράγματι, η άνοδος των παγκόσμιων τιμών του πετρελαίου δίνει κίνητρα για περισσότερη εξερεύνηση και παραγωγή στην Αμερική, ενισχύοντας την οικονομία. Και ό,τι συμβαίνει στην Αμερική έχει σημασία, πάνω απ’ όλα, για τα παγκόσμια χρηματιστήρια.
Η δυναμική των αγορών μπορεί να είναι αδυσώπητη. Οι μετοχές τείνουν να ανεβαίνουν με την πάροδο του χρόνου, καθώς οι καταναλωτές ξοδεύουν, οι επιχειρηματίες καινοτομούν και οι εταιρείες αναπτύσσονται. Τα κέρδη ανά μετοχή για τις αμερικανικές επιχειρήσεις έχουν αυξηθεί κατά 250% περίπου τα τελευταία 15 χρόνια. Για να έχει κάποιο γεγονός ουσιαστικό αντίκτυπο, τουλάχιστον για περισσότερο από λίγες ημέρες, πρέπει να βλάψει αυτήν τη δυναμική.
Ακόμη και οι δασμοί του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ -οι οποίοι, σε αντίθεση με πολλούς γεωπολιτικούς κινδύνους, έχουν άμεσο και ουσιαστικό αντίκτυπο στα αποτελέσματα πολλών επιχειρήσεων- δεν ήταν αρκετοί για να σπάσουν τη μηχανή ανάπτυξης που έχει τροφοδοτήσει το αμερικανικό χρηματιστήριο πέρα από κάθε ανταγωνισμό. Τα αναμενόμενα κέρδη των επιχειρήσεων του δείκτη S&P 500 για τους επόμενους 12 μήνες είναι, στα 263 δολάρια ανά μετοχή, πολύ λίγο πάνω από το σημείο όπου βρίσκονταν πριν από την ανακοίνωση της «Ημέρας Απελευθέρωσης» του κ. Τραμπ.
Φυσικά, ένα γεγονός επαρκούς κλίμακας για να ταρακουνήσει τις αγορές μπορεί να είναι καθ’ οδόν. Αυτό θα αναστάτωνε τους αγοραστές της «βουτιάς». Αλλά αυτό που φαίνεται να είναι ένας άσκοπος κατατρεγμός στις μετοχές, ακόμη και σε στιγμές διεθνούς έντασης και σύγκρουσης, είναι στην πραγματικότητα μια εκτίμηση της δύναμης του καπιταλισμού. Τα νέα που έχουν σημασία, τείνουν να προέρχονται από την πραγματική οικονομία ή το χρηματοπιστωτικό σύστημα -όχι από τα πεδία των μαχών του κόσμου.
© 2025 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved. Άρθρο από τον Economist, το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr. Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά, βρίσκεται στο www.economist.com