Ποιος χρειάζεται την Accenture στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης;

Η αυτοαποκαλούμενη δύναμη επανεφεύρεσης αντιμετωπίζει την πιο δύσκολη δουλειά της μέχρι τώρα – να επανεφεύρει εαυτόν

Εγκαταστάσεις της Accenture © Accenture

Σε ποιον κάνει καλό η συμβουλευτική; Προφανώς στους συμβούλους. Στους διευθύνοντες συμβούλους, οι οποίοι μπορούν να αποδίδουν την αποτυχία στις κακές εξωτερικές συμβουλές και να παίρνουν τα εύσημα για επιτυχημένες συμβουλές, και φυσικά στους μετόχους του εισηγμένου μεγαθηρίου του κλάδου. Μεταξύ της αρχής του 2015 και του τέλους του 2024 η Accenture, η οποία αποσχίστηκε από την αδελφή της λογιστική εταιρεία το 2000 και εισήχθη στο χρηματιστήριο ένα χρόνο αργότερα, απέφερε συνολική απόδοση (συμπεριλαμβανομένων των μερισμάτων) περίπου 370%, ξεπερνώντας με ευκολία όχι μόνο τον δείκτη S&P 500 αλλά και τις Goldman Sachs και Morgan Stanley, αντίπαλα καταφύγια συμβουλευτικής αυταρέσκειας. Καθώς το αμερικανικό χρηματιστήριο σκαρφάλωσε σε ιστορικό υψηλό τον Φεβρουάριο, η εταιρεία άξιζε 250 δισ. δολάρια, περισσότερο από οποιαδήποτε επενδυτική τράπεζα.

Ωστόσο, έκτοτε, οι επενδυτές έχουν σβήσει περίπου 60 δισ. δολάρια από την αγοραία αξία της – και το αυτάρεσκο χαμόγελο από το πρόσωπό της. Στις 20 Ιουνίου η τιμή της μετοχής της κατρακύλησε κατά 7% μετά από μια απογοητευτική τριμηνιαία έκθεση κερδών. Σε ετήσια βάση, τόσο τα έσοδα όσο και τα κέρδη εκμετάλλευσης αυξήθηκαν λίγο ταχύτερα από το αναμενόμενο, σε 17,7 δισ. δολάρια και 3 δισ. δολάρια αντίστοιχα. Οι συμβάσεις με την αμερικανική κυβέρνηση δέχθηκαν λιγότερο πλήγμα από ό,τι φοβόταν από την εκστρατεία αποδοτικότητας του DOGE. Όμως, οι νέες κρατήσεις μειώθηκαν για δεύτερο τρίμηνο στη σειρά. Τόσο τα εφάπαξ συμβουλευτικά έργα όσο και οι «διαχειριζόμενες υπηρεσίες», όπου η Accenture εκτελεί καθημερινά ορισμένες εταιρικές λειτουργίες για λογαριασμό των πελατών, μειώθηκαν. Ο αριθμός των μεμονωμένων πελατών που υπέγραψαν με την εταιρεία συναλλαγές αξίας άνω των 100 εκατ. δολαρίων τους προηγούμενους τρεις μήνες μειώθηκε από 32 σε 30.

Κάποια από αυτά αποτελούν προσωρινή οπισθοδρόμηση. Εν μέσω της αβεβαιότητας για το ξέσπασμα ενός παγκόσμιου εμπορικού πολέμου και των γεωπολιτικών διαταραχών στη Μέση Ανατολή, πολλές παγκόσμιες εταιρείες ασχολούνται σήμερα με την επιβίωση και όχι με την «επανεφεύρεση», η οποία είναι το ζητούμενο της Accenture. Παρόλα αυτά, τα προβλήματα της εταιρείας είναι βαθύτερα. Έχοντας κάνει μια περιουσία λέγοντας σε άλλους πώς να προσαρμοστούν στις νεόφερτες τεχνολογίες, από το διαδίκτυο μέχρι το cloud computing, αντιμετωπίζει τώρα την ίδια δυσχέρεια στην εποχή της δημιουργικής τεχνητής νοημοσύνης. Καθώς οι ημιαυτόνομοι «πράκτορες» της παραγωγικής τεχνητής νοημοσύνης σαρώνουν τον κόσμο, ποιος χρειάζεται συμβούλους;

Αυτό είναι το δύσκολο ερώτημα που καλείται να απαντήσει η Julie Sweet, αφεντικό της Accenture από το 2019. Η διττή απάντησή της ήταν να επιμείνει ότι οι πελάτες θα χρειαστούν τόση βοήθεια με την παραγωγική τεχνητή νοημοσύνη όση και με τις προηγούμενες τεχνολογικές καινοτομίες, ίσως και περισσότερη, και ότι η Accenture είναι σε έχει τη δυνατότητα να την προσφέρει. Κανένας από τους δύο ισχυρισμούς δεν ακούγεται πειστικός.

Είναι αλήθεια ότι πολλές πολυεθνικές εταιρείες δεν μπορούν να κατανοήσουν σχεδόν τίποτα από τη παραγωγική τεχνητή νοημοσύνη. Αν ρωτήσετε τους περισσότερους διευθυντές για τις σχετικές αρετές του Claude Sonnet 4 και του ChatGPT 03 θα συναντήσετε ένα κενό βλέμμα. Μια πρόσφατη έρευνα της εταιρείας δεδομένων S&P Global, διαπίστωσε ότι το 42% των εταιρειών εγκατέλειψαν τις περισσότερες από τις πρωτοβουλίες τους για την ΤΝ. Πριν από ένα χρόνο το ποσοστό αυτό ήταν μόλις 17%. Προφανώς, λοιπόν, χρειάζονται βοήθεια.

Για πόσο καιρό; Η επιτυχία της Accenture βασίστηκε σε συνεργασίες με μια πληθώρα παρόχων τεχνολογίας, των οποίων τα συχνά ιδιότυπα προϊόντα βοηθούσε επί μακρόν τους πελάτες της να επιλέξουν, να θέσουν σε εφαρμογή και να συντηρήσουν. Όλες οι πλευρές τονίζουν τη δύναμη των μακροχρόνιων σχέσεών τους. Τον Νοέμβριο, για παράδειγμα, η Accenture και η Microsoft προσέθεσαν μια «πρακτική μετασχηματισμού επιχειρήσεων Copilot» στην Avanade, την 25ετή κοινοπραξία τους. Τον Μάιο η εταιρεία συμβούλων και η SAP, ένας γίγαντας του επιχειρηματικού λογισμικού και άλλος μακροχρόνιος συνεργάτης, παρουσίασαν ένα νέο πρόγραμμα για να βοηθήσουν μικρές αλλά ταχέως αναπτυσσόμενες εταιρείες να «επανεφεύρουν τον εαυτό τους, να ακμάσουν και να αναπτυχθούν» (σύμφωνα με τα λόγια της κ. Sweet) και «να κινηθούν ταχύτερα, να λειτουργήσουν αποτελεσματικότερα και να επεκταθούν με εμπιστοσύνη» (σύμφωνα με τον Christian Klein, τον ομόλογό της στη SAP).

Παρ’ όλες τις δημόσιες αβρότητες, ωστόσο, ορισμένοι από τους εταίρους της Accenture ανυπομονούν να κόψουν τον ενδιάμεσο. Η τεχνητή νοημοσύνη ενσωματώνεται στις προσφορές τους, ώστε να λειτουργεί κατευθείαν πέραν της πεπατημένης – και να συνεχίζει να λειτουργεί, καθώς οι πράκτορες τεχνητής νοημοσύνης ενημερώνουν και αναβαθμίζουν αυτόματα τα συστήματα πληροφορικής σύμφωνα με τις εντολές των χρηστών. Νεοεισερχόμενοι όπως η Palantir ενσωματώνουν τους δικούς τους μηχανικούς στους πελάτες. Όλα αυτά, σύμφωνα με τα ωμά λόγια ενός υποτιθέμενα φιλικού τεχνολογικού αφεντικού, επιτρέπουν στους πελάτες να εξοικονομήσουν χρήματα από τους συμβούλους της Accenture.

Ήδη ο ρυθμός των νέων συμβολαίων της Accenture για την παραγωγική τεχνητή νοημοσύνη επιβραδύνεται, από 200 εκατ. δολάρια το τρίμηνο πέρυσι, σε 100 εκατ. δολάρια τους τελευταίους τρεις μήνες – όχι και τόσο καθησυχαστικό για τις πρώτες ημέρες μιας πολυδιαφημισμένης τεχνολογικής επανάστασης. Αυτό σημαίνει ότι, για την Accenture, «η τεχνητή νοημοσύνη δεν είναι το ψηφιακό 2.0», συνοψίζει ο Tom Rodenhauser της Kennedy Intelligence, η οποία παρακολουθεί τον κλάδο των συμβούλων.

Παρά την επιμονή της κας Sweet για το αντίθετο, η εποχή της τεχνητής νοημοσύνης φαίνεται ότι δεν θα ανήκει σε αυτούς που υιοθετούν την τεχνολογία όπως η Accenture, αλλά στους δημιουργούς της. Σκεφτείτε την προηγούμενη δεκαετία. Στα επτάμισι χρόνια προτού το ChatGPT παρουσιάσει την παραγωγική τεχνητή νοημοσύνη στις μάζες τον Νοέμβριο του 2022, οι αποδόσεις της Accenture στους μετόχους της, της τάξης του 200% κατά την περίοδο αυτή, και οι μελλοντικές προοπτικές της, όπως μετρήθηκαν από τον λόγο της τιμής της μετοχής της προς τα προβλεπόμενα κέρδη, επισκίασαν εκείνες εταιρειών όπως η SAP και η IBM. Στα δυόμισι χρόνια που μεσολάβησαν από τότε, τα πράγματα έχουν αντιστραφεί. Η Palantir, από την πλευρά της, αξίζει 338 δισ. δολάρια, έξι φορές περισσότερο από ό,τι μόλις πριν από ένα χρόνο.

Η Accenture θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει την πρόσβασή της στις κεφαλαιαγορές για να επενδύσει σε βαθιά τεχνολογία (κάτι που η IBM, για παράδειγμα, συνέχισε να κάνει παρά τη στροφή της στις συμβουλευτικές υπηρεσίες τη δεκαετία του 1990). Αντίθετα, επέλεξε να σπαταλήσει χρήματα σε αμέτρητες εξαγορές μικρών συμβουλευτικών εταιρειών. Σε αυτές περιλαμβάνονται ίσως 50 διαφημιστικές εταιρείες και εταιρείες μάρκετινγκ, τις οποίες, αν η Meta και η Google κάνουν ό,τι θέλουν, παραγωγική τεχνητή νοημοσύνη πρόκειται να τις καταστήσει παρωχημένες.

Σε μια προσπάθεια να καθησυχάσει τους ανήσυχους επενδυτές, η κα Sweet αναλαμβάνει δράση, επανασχεδιάζοντας ριζικά την Accenture γύρω από τις λεγόμενες «υπηρεσίες επανεφεύρεσης». Η νέα μονάδα φιλοδοξεί να αποτελέσει έναν ενιαίο κόμβο – ένα one-stop shop – που θα ενώνει όλες τις δραστηριότητες της εταιρείας για να προσφέρει ολοκληρωμένες λύσεις στους πελάτες. Στο τιμόνι της θα βρεθεί ο Manish Sharma, επικεφαλής των αμερικανικών δραστηριοτήτων της Accenture και πρόσωπο ιδιαίτερης εκτίμησης στον επιχειρηματικό κόσμο. Η περιγραφή του νέου του ρόλου, όμως, θυμίζει έντονα εκείνον της κας Sweet στο πρόσφατο παρελθόν, όταν η ίδια είχε υπό την επίβλεψή της ολόκληρη την εταιρεία. Αν λοιπόν η Accenture σκοπεύει να αποφύγει την περιθωριοποίηση σε μια εποχή που κυριαρχεί η τεχνητή νοημοσύνη, ίσως χρειαστεί πραγματικά να επανεφεύρει εαυτόν.

© 2025 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved. Άρθρο από τον Economist, το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr. Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά, βρίσκεται στο www.economist.com