Τις εκτιμήσεις της επενδυτικής κοινότητας, που δίνει σταθερά ψήφο εμπιστοσύνης στις ελληνικές τράπεζες, αναμένεται να επιβεβαιώσουν τα αποτελέσματα β’ τριμήνου/α’ εξαμήνου που θα παρουσιάσουν οι τέσσερις μεγάλες τράπεζες αυτήν την εβδομάδα, με την αρχή να κάνει αύριο η Τράπεζα Πειραιώς. Ακολουθούν την Πέμπτη 31 Ιουλίου οι Εθνική και Eurobank και την Παρασκευή 1η Αυγούστου η Alpha Bank. Η ολοκλήρωση των αποτελεσμάτων α’ εξαμήνου την 1η Αυγούστου θα συμπέσει και με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των πανευρωπαϊκών stress tests που διεξήγαγε η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών στις εποπτευόμενες συστημικές τράπεζες της ΕΕ. Στο τεστ συμμετείχαν οι τρεις από τις τέσσερις ελληνικές τράπεζες (οι οποίες αναμένεται να περάσουν άνετα τον πήχη), καθώς η Eurobank εξαιρέθηκε λόγω της διαδικασίας απόκτησης της Ελληνικής Τράπεζας και θα αξιολογηθεί μεμονωμένα.
Η πρόβλεψη για ένα ακόμη ισχυρό τρίμηνο -παρά τη γενικευμένη τάση στον ευρωπαϊκό τραπεζικό τομέα μείωσης των επιτοκιακών εσόδων, από την οποία οι ελληνικές τράπεζες φαίνεται να περνούν σχεδόν «αβρόχοις ποσί»- και τα περαιτέρω περιθώρια ανάπτυξης, προσελκύουν σαν «μαγνήτης» τους επενδυτές στις ελληνικές τράπεζες. Είναι ενδεικτικό ότι ο τραπεζικός δείκτης έχει ενισχυθεί από τις αρχές του έτους κατά 66%, ποσοστό διπλάσιο από την άνοδο του Γενικού Δείκτη, ενισχύοντας την κεφαλαιοποίηση των τεσσάρων μεγάλων τραπεζών κατά περίπου 15 δισ. ευρώ. Και πέραν της ανόδου που έχουν καταγράψει οι μετοχές τους το 2024 (Eurobank + 21,86%, Εθνική + 23,02%, Πειραιώς + 17,88%, Alpha Bank (μικρή μείωση -1,98%), η μετοχή της Alpha Bank έχει ενισχυθεί σχεδόν κατά 98% από 1/1/25, η μετοχή της Πειραιώς κατά περίπου 75%, η μετοχή της Εθνικής σχεδόν κατά 60% και η μετοχή της Eurobank περίπου κατά 43,50%.
Όπως έχει γράψει το powergame.gr, στο επίκεντρο των τραπεζικών αποτελεσμάτων θα βρεθούν τα έσοδα από τόκους, τα οποία αναμένονται οριακά χαμηλότερα (εκτιμάται 2%-3%), ενσωματώνοντας τις μειώσεις επιτοκίων της ΕΚΤ. Η τάση αυτή, ωστόσο, θα έχει και εξαιρέσεις, καθώς -σύμφωνα με τις πληροφορίες- ανοδική τάση στα επιτοκιακά έσοδα αναμένεται να δείξει η Alpha Bank, λόγω της πολύ μικρότερης ευαισθησίας της, σε σχέση με τον ανταγωνισμό, στις μειώσεις των επιτοκίων. Σημειώνεται ότι αρνητική επίπτωση στα επιτοκιακά έσοδα αναμένεται και από την υποχώρηση του δολαρίου, στο μέτρο που η καθεμία τράπεζα έχει έκθεση στη ναυτιλία, τομέας που επηρεάζεται από τους δασμούς Τραμπ.
Ανεβάζει ταχύτητα η πιστωτική επέκταση στις τράπεζες
Χαρακτηριστική και για το β’ τρίμηνο του 2025 θα είναι η υψηλή πιστωτική επέκταση, παρά την επιβράδυνση των δανείων προς επιχειρήσεις τον Ιούνιο. Όπως έδειξαν τα στοιχεία της ΤτΕ για τη χρηματοδότηση της οικονομίας τον Ιούνιο, η μηνιαία καθαρή ροή της χρηματοδότησης προς τις επιχειρήσεις ήταν θετική κατά 2,356 δισ. ευρώ, αν και ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής μειώθηκε στο 15,8% από 17,5% τον προηγούμενο μήνα. Πρόκειται σε κάθε περίπτωση για πολύ υψηλές «ταχύτητες πτήσης» σε σχέση με τις υπόλοιπες τράπεζες της ΕΕ.
Συγκριτικά στοιχεία της ΕΚΤ δείχνουν ότι ο ετήσιος ρυθμός πιστωτικής επέκτασης στην Ελλάδα για δάνεια προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις είναι για το β’ τρίμηνο ο δεύτερος υψηλότερος στην ευρωζώνη, στο 16,6%. Το ποσοστό αυτό είναι εξαπλάσιο του μέσου ετήσιου ρυθμού πιστωτικής επέκτασης προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις για το σύνολο της ευρωζώνης (2,7%). Αξίζει να σημειωθεί ότι οι ελληνικές τράπεζες αναμένεται να δείξουν ισχυρή πιστωτική επέκταση όχι μόνο στις μεγάλες επιχειρήσεις (όπου οι τράπεζες λαμβάνουν ισχυρή ώθηση και από τα κοινοπρακτικά δάνεια στο εξωτερικό), αλλά και στις μικρομεσαίες. Ο ρυθμός αύξησης της πιστωτικής επέκτασης προς ΜμΕ αναμένεται κοντά στο 16%, με τις εκταμιεύσεις νέων επιχειρηματικών δανείων προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις από τις τέσσερις σημαντικές τράπεζες να αγγίζουν τα 1,21 δισ. ευρώ το πρώτο εξάμηνο του έτους. Όπως έχει γράψει το powergame.gr, είναι πολύ πιθανόν οι τέσσερις μεγάλες να αναθεωρήσουν ανοδικά τους στόχους για την πιστωτική τους επέκταση στο σύνολο του έτους.
Οι επενδυτές βλέπουν στις ελληνικές τράπεζες ανθεκτικότητα της κερδοφορίας τους, η οποία επιτρέπει υψηλούς δείκτες απόδοσης ενσώματων ιδίων κεφαλαίων και προοπτικές αυξανόμενης επιβράβευσης των μετόχων. Η τελευταία καθίσταται εφικτή και από την ενίσχυση των κεφαλαίων των ελληνικών τραπεζών, οι οποίες κατατάσσονται στις τράπεζες με τους υψηλότερους κεφαλαιακούς δείκτες στο τέλος του α’ τριμήνου 2025 (όπως αναφέρει σε ανάλυση της η DBRS, οι τράπεζες από Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα, Ιταλία, Πορτογαλία και Ισπανία κατέγραψαν στο τέλος του 2024 και στο τέλος του α’ τριμήνου 2025 τους υψηλότερους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας σε σύγκριση με τα επίπεδα του τέλους του 2020. Μάλιστα, οι τράπεζες σε Ελλάδα, Ιταλία και Πορτογαλία εμφανίζουν τα υψηλότερα περιθώρια ασφαλείας έναντι των ελάχιστων απαιτήσεων για τον δείκτη CET1).