Πρωταθλήτριες στη μείωση του κόστους στην Ευρώπη αναδεικνύονται οι τέσσερις μεγάλες ελληνικές τράπεζες, καθώς κατατάσσονται στην πρώτη θέση όσον αφορά τον δείκτη κόστους προς έσοδα. Ενώ ο συγκεκριμένος δείκτης διαμορφώνεται στο 54,84% για τις ευρωπαϊκές τράπεζες, για τις ελληνικές κινείται σε μόλις 36,02%, πιστοποιώντας τις δραστικές περικοπές κόστους όλων των προηγουμένων ετών, μέσω κυρίως της συρρίκνωσης δικτύου καταστημάτων και προσωπικού. Πλέον, παρά το ότι οι ελληνικές τράπεζες προβαίνουν σε μεγάλες επενδύσεις αναπτυξιακού χαρακτήρα, με τη μερίδα του λέοντος στην τεχνολογία και την ψηφιοποίηση, οι δείκτες κόστους προς έσοδα εξακολουθούν να παραμένουν σημαντικά χαμηλότεροι από αυτούς των άλλων ευρωπαϊκών τραπεζών, στοιχείο που ενισχύει τη λειτουργική αποτελεσματικότητα του ελληνικού τραπεζικού κλάδου και αποτιμάται αναλόγως θετικά από τους επενδυτές.
Με βάση τα στοιχεία που ανακοίνωσαν οι τέσσερις μεγάλες τράπεζες για το β’ τρίμηνο/α’ εξάμηνο του 2025, διαπιστώνεται πειθαρχημένη προσέγγιση στην αποτελεσματικότητα κόστους, με εστίαση σε επενδύσεις για την ενίσχυση της παραγωγικότητας. Το ύψος των λειτουργικών εξόδων α’ εξαμήνου ανήλθε σε περίπου 1,9 δισ. ευρώ (1.891 εκατ.), ενώ οι δύο τράπεζες με τον χαμηλότερο δείκτη κόστους προς έσοδα ήταν η Εθνική με 30,4% και η Πειραιώς με 33%.
Η Τράπεζα Πειραιώς μείωσε τα λειτουργικά έξοδα κατά 5% σε τριμηνιαία βάση, στα 212 εκατ. ευρώ, ενώ σε ετήσια βάση υπήρξε αύξησή τους κατά 4%. Συνολικά στο α’ εξάμηνο τα λειτουργικά έξοδα της τράπεζας ανήλθαν σε 436 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων 202 εκατ. δαπάνες προσωπικού. Οι δαπάνες προσωπικού αυξήθηκαν κατά 3% σε ετήσια βάση στα 103 εκατ. ευρώ το β’ τρίμηνο 2025, λόγω αυξημένων μεταβλητών αποδοχών. Τα γενικά και διοικητικά έξοδα διαμορφώθηκαν στα 76 εκατ. ευρώ, +4% ετησίως, επιβαρυμένα από νομικά έξοδα και έξοδα συμβούλων σχετικά με προγράμματα μετασχηματισμού, τη Snappi, καθώς και την προετοιμασία της συναλλαγής για την απόκτηση της Εθνικής Ασφαλιστικής. Τα έξοδα αποσβέσεων αυξήθηκαν κατά 4% σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 11% σε ετήσια βάση, όπως αναμενόταν, λόγω της ωρίμανσης επενδύσεων στον τομέα τεχνολογίας. Συνεπώς, ο δείκτης κόστους προς βασικά έσοδα σε επαναλαμβανόμενη βάση διαμορφώθηκε στο 33% στο 2ο τρίμηνο 2025, σε ευθυγράμμιση με τον ετήσιο στόχο.
Στην Εθνική Τράπεζα οι λειτουργικές δαπάνες διαμορφώθηκαν σε 423 εκατ. το α’ εξάμηνο 2025, αυξημένες κατά +5% ετησίως σε συγκρίσιμη βάση, αποτυπώνοντας τις υψηλότερες δαπάνες προσωπικού (+4% σε ετήσια βάση, στα 227 εκατ. ευρώ), λόγω προσλήψεων νέων στελεχών, καθώς και τις αυξημένες αποσβέσεις (+8% σε ετήσια βάση), ως αποτέλεσμα των στρατηγικών επενδύσεων της τράπεζας σε υποδομές πληροφορικής και ψηφιακής τεχνολογίας. Ο δείκτης κόστους προς έσοδα παρέμεινε σε χαμηλά επίπεδα, ανερχόμενος σε 30,4% το α’ εξάμηνο 2025, ως αποτέλεσμα της ανθεκτικότητας των εσόδων.
Στη Eurobank οι λειτουργικές δαπάνες αυξήθηκαν σε ετήσια βάση το α΄ εξάμηνο 2025 κατά 6,7% στην Ελλάδα και 34,3% σε επίπεδο Ομίλου (ή 6,0% εξαιρουμένης της Ελληνικής Τράπεζας), στα 614 εκατ. ευρώ από 457 εκατ. το α’ εξάμηνο 2024. Οι δείκτες κόστους – οργανικών εσόδων και κόστους – συνολικών εσόδων διαμορφώθηκαν σε 37,6% και 37,0% αντίστοιχα το α’ εξάμηνο 2025.
Στην Alpha Bank το β’ τρίμηνο 2025 τα επαναλαμβανόμενα λειτουργικά έξοδα ανήλθαν σε 214,2 εκατ., αυξημένα κατά 5,2% σε σχέση με το α’ τρίμηνο, ως αποτέλεσμα των υψηλότερων αποδοχών προσωπικού, καθώς και των υψηλότερων γενικών εξόδων, λόγω των αυξημένων εξόδων συντήρησης και κατασκευής, καθώς και λειτουργικών εξόδων. Το α’ εξάμηνο 2025 τα επαναλαμβανόμενα λειτουργικά έξοδα αυξήθηκαν κατά 1,4%, στα 418 εκατ. ευρώ, λόγω των υψηλότερων γενικών εξόδων και αμοιβών προσωπικού, περιλαμβάνοντας το κόστος προγράμματος εθελουσίας εξόδου και επενδύσεων στην τεχνολογία. Ο δείκτης κόστους προς έσοδα διαμορφώνεται στο 39%.