Λαγκάρντ: Δεν δεσμευόμαστε εκ των προτέρων για τα επιτόκια, ανάπτυξη 1,2% το 2025

Πρόβλεψη για πληθωρισμό 2,1% το 2025, στο 1,7% το 2026 και στο 1,9% το 2027 από την Κριστίν Λαγκάρντ, μετά την ανακοίνωση για τα επιτόκια

Κριστίν Λαγκάρντ © EPA/FRIEDEMANN VOGEL

Tην απόφαση της ΕΚΤ να κρατήσει τα επιτόκια αμετάβλητα για δεύτερη σερί φορά υπερασπίστηκε η Πρόεδρος της Κεντρικής Τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ ξεκαθαρίζοντας πως τα στελέχη της ΕΚΤ δεν επιλέγουν εκ των προτέρων ένα συγκεκριμένο «μονοπάτι».

Στην ομιλία της, υπογράμμισε την ανθεκτικότητα της εγχώριας ζήτησης μέχρι στιγμής φέτος, με ισχυρότερη ανάπτυξη στο α’ τρίμηνο, λόγω πρόωρης δραστηριοποίησης εξαιτίας ανησυχιών για το εμπόριο. Πρόσθεσε, ότι η αγορά εργασίας παραμένει «πηγή ισχύος» ακόμη κι αν υπάρχουν ορισμένες ενδείξεις χαλάρωσης. Αυτό θα πρέπει να στηρίξει την καταναλωτική δαπάνη και οι επενδύσεις θα πρέπει να υποστηριχθούν από τις υποδομές και την άμυνα, συμπλήρωσε η Λαγκάρντ. Η επίδραση των δασμών θα αποτελέσει επιβάρυνση, αλλά αυτό θα πρέπει να εξασθενήσει. Έτσι, συνολικά, η εικόνα είναι αρκετά θετική.

Η επικεφαλής της ΕΚΤ, υποστήριξε ότι είναι «κρίσιμο» να υπάρξει «επείγουσα» πρόοδος στην ενίσχυση της οικονομίας της ευρωζώνης, ενώ εκφράζει τη δυσαρέσκειά της που έχει ήδη περάσει ένας χρόνος από τότε που ο Μάριο Ντράγκι παρουσίασε τις προτάσεις του.

Όσον αφορά την αξιολόγηση των κινδύνων, η Λαγκάρντ λέει ότι οι κίνδυνοι για την οικονομική ανάπτυξη έχουν γίνει πιο ισορροπημένοι. Πρόκειται για αλλαγή σε σχέση με την προηγούμενη φορά, όταν είχε πει ότι οι κίνδυνοι παρέμεναν προς την καθοδική πλευρά. Σε ό,τι αφορά τον πληθωρισμό, η Λαγκάρντ τονίζει ότι παραμένει κοντά στον στόχο του 2% και ότι οι δείκτες του υποκείμενου πληθωρισμού εξακολουθούν να συνάδουν με αυτόν τον στόχο.

Η ΕΚΤ εξακολουθεί επίσης να αναμένει περαιτέρω επιβράδυνση της αύξησης των μισθών. Επιστρέφοντας στην οικονομική ανάπτυξη, η Λαγκάρντ απαριθμεί τη διατήρηση παρόμοιων κινδύνων με την προηγούμενη φορά, καθώς και τη δυνητική θετική επίδραση από τις δαπάνες για άμυνα και υποδομές.

Ολόκληρη η ομιλία της Λαγκάρντ

Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε σήμερα να διατηρήσει αμετάβλητα τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ. Ο πληθωρισμός βρίσκεται αυτή τη στιγμή κοντά στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2% και η αξιολόγησή μας για τις προοπτικές του πληθωρισμού παραμένει σε γενικές γραμμές αμετάβλητη.

Οι νέες προβλέψεις των στελεχών της ΕΚΤ παρουσιάζουν μια εικόνα πληθωρισμού παρόμοια με εκείνη που προβλεπόταν τον Ιούνιο. Συγκεκριμένα, βλέπουν τον συνολικό πληθωρισμό να διαμορφώνεται κατά μέσο όρο στο 2,1% το 2025, στο 1,7% το 2026 και στο 1,9% το 2027. Για τον πληθωρισμό χωρίς ενέργεια και τρόφιμα, αναμένουν μέσο όρο 2,4% το 2025, 1,9% το 2026 και 1,8% το 2027. Η οικονομία αναμένεται να αναπτυχθεί κατά 1,2% το 2025, αναθεωρημένο ανοδικά από το 0,9% που προβλεπόταν τον Ιούνιο. Η πρόβλεψη για το 2026 είναι ελαφρώς χαμηλότερη, στο 1,0%, ενώ για το 2027 παραμένει αμετάβλητη στο 1,3%.

Είμαστε αποφασισμένοι να διασφαλίσουμε ότι ο πληθωρισμός θα σταθεροποιηθεί στον στόχο του 2% μεσοπρόθεσμα. Θα ακολουθήσουμε μια προσέγγιση εξαρτώμενη από τα δεδομένα και θα λαμβάνουμε αποφάσεις συνεδρίαση προς συνεδρίαση για τον καθορισμό της κατάλληλης νομισματικής πολιτικής. Ιδιαίτερα, οι αποφάσεις μας για τα επιτόκια θα βασίζονται στην αξιολόγηση των προοπτικών του πληθωρισμού και των κινδύνων γύρω από αυτές, υπό το πρίσμα των νέων οικονομικών και χρηματοοικονομικών δεδομένων, καθώς και της δυναμικής του υποκείμενου πληθωρισμού και της ισχύος της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής. Δεν δεσμευόμαστε εκ των προτέρων σε συγκεκριμένη πορεία επιτοκίων.

Θα αναλύσω τώρα με περισσότερες λεπτομέρειες πώς βλέπουμε την πορεία της οικονομίας και του πληθωρισμού και στη συνέχεια θα εξηγήσω την αξιολόγησή μας για τις χρηματοπιστωτικές και νομισματικές συνθήκες.

Οικονομική δραστηριότητα

Η οικονομία αναπτύχθηκε κατά 0,7% αθροιστικά στο πρώτο εξάμηνο του έτους, λόγω της ανθεκτικότητας της εγχώριας ζήτησης. Σε τριμηνιαία βάση σημειώθηκε ισχυρότερη ανάπτυξη το πρώτο τρίμηνο και ασθενέστερη το δεύτερο, γεγονός που αντανακλά εν μέρει την αρχική πρόωρη κινητοποίηση στο διεθνές εμπόριο ενόψει των αναμενόμενων αυξήσεων δασμών και στη συνέχεια την αντιστροφή αυτού του αποτελέσματος.

Οι δείκτες ερευνών υποδηλώνουν ότι τόσο η μεταποίηση όσο και οι υπηρεσίες συνεχίζουν να αναπτύσσονται, σηματοδοτώντας μια θετική υποκείμενη δυναμική στην οικονομία. Ακόμα κι αν η ζήτηση για εργασία εξασθενεί, η αγορά εργασίας παραμένει πηγή ισχύος, με την ανεργία στο 6,2% τον Ιούλιο. Με την πάροδο του χρόνου, αυτό θα πρέπει να ενισχύσει την καταναλωτική δαπάνη, ιδιαίτερα αν, όπως προβλέπεται από τις εκτιμήσεις των στελεχών, οι πολίτες αποταμιεύουν μικρότερο μέρος του εισοδήματός τους. Η καταναλωτική δαπάνη και οι επενδύσεις θα πρέπει να επωφεληθούν από τις προηγούμενες μειώσεις επιτοκίων μας που μεταφέρονται πλέον στις χρηματοδοτικές συνθήκες. Οι επενδύσεις θα πρέπει επίσης να στηριχθούν από σημαντικές δημόσιες δαπάνες σε υποδομές και άμυνα.

Υψηλότεροι δασμοί, ισχυρότερο ευρώ και αυξημένος διεθνής ανταγωνισμός αναμένεται να συγκρατήσουν την ανάπτυξη για το υπόλοιπο του έτους. Ωστόσο, η επίδραση αυτών των αντιξοοτήτων θα πρέπει να εξασθενήσει το επόμενο έτος. Παρόλο που οι πρόσφατες εμπορικές συμφωνίες μείωσαν κάπως την αβεβαιότητα, ο συνολικός αντίκτυπος της αλλαγής στο διεθνές περιβάλλον πολιτικής θα φανεί μόνο με την πάροδο του χρόνου.

Το Διοικητικό Συμβούλιο θεωρεί κρίσιμο να ενισχυθεί επειγόντως η ευρωζώνη και η οικονομία της στο σημερινό γεωπολιτικό περιβάλλον. Οι δημοσιονομικές και διαρθρωτικές πολιτικές πρέπει να καταστήσουν την οικονομία πιο παραγωγική, ανταγωνιστική και ανθεκτική. Έναν χρόνο μετά τη δημοσίευση της έκθεσης του Μάριο Ντράγκι για το μέλλον της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας, παραμένει ουσιώδες να υπάρξει συνέχεια στις συστάσεις της με περαιτέρω συγκεκριμένες δράσεις και επιτάχυνση της υλοποίησης, σε συμφωνία με τον οδικό χάρτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι κυβερνήσεις θα πρέπει να δώσουν προτεραιότητα στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν την ανάπτυξη και στις στρατηγικές επενδύσεις, διασφαλίζοντας παράλληλα τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών. Είναι κρίσιμο να ολοκληρωθεί η ένωση αποταμιεύσεων και επενδύσεων και η τραπεζική ένωση σε φιλόδοξο χρονοδιάγραμμα, και να θεσπιστεί γρήγορα το νομοθετικό πλαίσιο για την πιθανή εισαγωγή του ψηφιακού ευρώ.

Πληθωρισμός

Ο ετήσιος πληθωρισμός παραμένει κοντά στον στόχο μας, αυξανόμενος ελαφρά στο 2,1% τον Αύγουστο από 2,0% τον Ιούλιο. Ο πληθωρισμός ενέργειας ήταν -1,9%, μετά το -2,4% τον Ιούλιο, ενώ ο πληθωρισμός τροφίμων υποχώρησε στο 3,2% από 3,3%. Ο πληθωρισμός χωρίς ενέργεια και τρόφιμα παρέμεινε σταθερός στο 2,3%. Ο πληθωρισμός στις υπηρεσίες μειώθηκε ελαφρώς στο 3,1% από 3,2% τον Ιούλιο, ενώ ο πληθωρισμός στα αγαθά παρέμεινε αμετάβλητος στο 0,8%.

Οι δείκτες υποκείμενου πληθωρισμού παραμένουν σε συμφωνία με τον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%. Η ετήσια αύξηση της αποζημίωσης ανά εργαζόμενο ήταν 3,9% το δεύτερο τρίμηνο, από 4,0% το προηγούμενο και 4,8% το αντίστοιχο τρίμηνο πέρυσι. Προηγμένοι δείκτες, συμπεριλαμβανομένου του δείκτη μισθών της ΕΚΤ και ερευνών για τις μισθολογικές προσδοκίες, δείχνουν περαιτέρω επιβράδυνση της αύξησης των μισθών. Μαζί με τις αυξήσεις της παραγωγικότητας, αυτό θα συμβάλει στον περιορισμό των εγχώριων πληθωριστικών πιέσεων, ακόμη και αν τα κέρδη ανακάμπτουν από χαμηλά επίπεδα.

Κοιτώντας μπροστά, οι εκτιμήσεις βλέπουν τον πληθωρισμό τροφίμων να υποχωρεί από 2,9% το 2025 σε 2,3% το 2026 και το 2027. Ο πληθωρισμός ενέργειας αναμένεται να παραμείνει ασταθής, αλλά να αυξηθεί στο διάστημα της πρόβλεψης, εν μέρει λόγω της έναρξης του Συστήματος Εμπορίας Εκπομπών 2 της ΕΕ το 2027. Ο πληθωρισμός χωρίς ενέργεια και τρόφιμα αναμένεται να μειωθεί από 2,4% το 2025 σε 1,9% το 2026 και 1,8% το 2027, λόγω του ισχυρότερου ευρώ και της υποχώρησης των πιέσεων από το εργατικό κόστος.

Οι περισσότερες μετρήσεις των μακροπρόθεσμων προσδοκιών για τον πληθωρισμό παραμένουν γύρω στο 2%, στηρίζοντας τη σταθεροποίηση του πληθωρισμού στον στόχο μας.

Αξιολόγηση κινδύνων

Οι κίνδυνοι για την οικονομική ανάπτυξη έχουν γίνει πιο ισορροπημένοι. Παρόλο που οι πρόσφατες εμπορικές συμφωνίες μείωσαν την αβεβαιότητα, μια εκ νέου επιδείνωση των εμπορικών σχέσεων θα μπορούσε να περιορίσει περαιτέρω τις εξαγωγές και να επιβαρύνει τις επενδύσεις και την κατανάλωση. Μια επιδείνωση του κλίματος στις χρηματοπιστωτικές αγορές θα μπορούσε να οδηγήσει σε αυστηρότερες χρηματοδοτικές συνθήκες, μεγαλύτερη αποστροφή στον κίνδυνο και ασθενέστερη ανάπτυξη. Οι γεωπολιτικές εντάσεις, όπως ο αδικαιολόγητος πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας και η τραγική σύγκρουση στη Μέση Ανατολή, παραμένουν σημαντική πηγή αβεβαιότητας. Αντίθετα, υψηλότερες από τις αναμενόμενες δαπάνες για άμυνα και υποδομές, μαζί με μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν την παραγωγικότητα, θα προσέθεταν στην ανάπτυξη. Μια βελτίωση της επιχειρηματικής εμπιστοσύνης θα μπορούσε να τονώσει τις ιδιωτικές επενδύσεις. Η μείωση των γεωπολιτικών εντάσεων ή η ταχύτερη από την αναμενόμενη επίλυση των εμπορικών διαφορών θα μπορούσε επίσης να ενισχύσει το κλίμα και να στηρίξει την οικονομική δραστηριότητα.

Οι προοπτικές για τον πληθωρισμό παραμένουν πιο αβέβαιες από το συνηθισμένο, λόγω του ακόμη ασταθούς διεθνούς περιβάλλοντος εμπορικής πολιτικής. Ένα ισχυρότερο ευρώ θα μπορούσε να μειώσει τον πληθωρισμό περισσότερο από το αναμενόμενο. Επιπλέον, ο πληθωρισμός θα μπορούσε να είναι χαμηλότερος αν οι υψηλότεροι δασμοί μειώσουν τη ζήτηση για εξαγωγές της ευρωζώνης και ωθήσουν χώρες με πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα να αυξήσουν περαιτέρω τις εξαγωγές τους προς την ευρωζώνη. Οι εμπορικές εντάσεις θα μπορούσαν να αυξήσουν τη μεταβλητότητα και την αποστροφή κινδύνου στις χρηματοπιστωτικές αγορές, κάτι που θα επηρέαζε αρνητικά την εγχώρια ζήτηση και κατά συνέπεια θα μείωνε και τον πληθωρισμό. Αντίθετα, ο πληθωρισμός θα μπορούσε να είναι υψηλότερος αν ο κατακερματισμός των παγκόσμιων εφοδιαστικών αλυσίδων αύξανε τις τιμές εισαγωγών και επιβάρυνε την εγχώρια παραγωγική ικανότητα. Η αύξηση των δαπανών σε άμυνα και υποδομές θα μπορούσε επίσης να ανεβάσει τον πληθωρισμό μεσοπρόθεσμα. Τα ακραία καιρικά φαινόμενα και η εξελισσόμενη κλιματική κρίση ευρύτερα θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μεγαλύτερη του αναμενομένου αύξηση των τιμών τροφίμων.

Χρηματοπιστωτικές και νομισματικές συνθήκες

Από την τελευταία συνεδρίαση, τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια της αγοράς αυξήθηκαν, ενώ τα μακροπρόθεσμα παρέμειναν σε γενικές γραμμές αμετάβλητα. Ωστόσο, οι προηγούμενες μειώσεις επιτοκίων μας συνέχισαν να μειώνουν το κόστος δανεισμού των επιχειρήσεων τον Ιούλιο. Το μέσο επιτόκιο για νέα δάνεια σε επιχειρήσεις υποχώρησε στο 3,5% τον Ιούλιο από 3,6% τον Ιούνιο. Το κόστος έκδοσης χρέους από την αγορά παρέμεινε αμετάβλητο στο 3,5%. Τα δάνεια προς επιχειρήσεις αυξήθηκαν κατά 2,8%, ελαφρώς ισχυρότερα σε σχέση με τον Ιούνιο, ενώ η έκδοση εταιρικών ομολόγων αυξήθηκε στο 4,1% από 3,4%. Το μέσο επιτόκιο για νέες στεγαστικές χορηγήσεις παρέμεινε επίσης αμετάβλητο στο 3,3% τον Ιούλιο, ενώ η αύξηση της στεγαστικής πίστης επιταχύνθηκε στο 2,4% από 2,2%.

Συμπέρασμα

Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε σήμερα να διατηρήσει αμετάβλητα τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ. Είμαστε αποφασισμένοι να διασφαλίσουμε ότι ο πληθωρισμός θα σταθεροποιηθεί στον στόχο του 2% μεσοπρόθεσμα. Θα ακολουθήσουμε μια προσέγγιση βασισμένη στα δεδομένα και θα καθορίζουμε τη νομισματική πολιτική συνεδρίαση προς συνεδρίαση. Οι αποφάσεις για τα επιτόκια θα βασίζονται στην αξιολόγηση των προοπτικών του πληθωρισμού και των κινδύνων που τις περιβάλλουν, με βάση τα νέα οικονομικά και χρηματοοικονομικά δεδομένα, καθώς και τη δυναμική του υποκείμενου πληθωρισμού και την ισχύ της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής. Δεν προδεσμευόμαστε σε συγκεκριμένη πορεία επιτοκίων.

Σε κάθε περίπτωση, είμαστε έτοιμοι να προσαρμόσουμε όλα τα εργαλεία μας εντός της εντολής μας, ώστε να διασφαλίσουμε τη σταθεροποίηση του πληθωρισμού στον μεσοπρόθεσμο στόχο μας και να διατηρήσουμε την ομαλή λειτουργία της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής, κατέληξε η Κριστίν Λαγκάρντ.