Οι αύξηση των μισθών στην Ευρωζώνη προβλέπεται να παραμείνει κάτω από το 2% έως το 2026, επιβεβαιώνοντας την εκτίμηση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ΕΚΤ, ότι αυτή η «πηγή πληθωριστικών πιέσεων» θα υποχωρήσει.
Ο δείκτης μισθών της ΕΚΤ, που δημοσιεύθηκε την Τετάρτη, προβλέπει ότι οι μισθοί θα αυξηθούν κατά 1,8% ετησίως στο δεύτερο τρίμηνο του 2026, μετά από άνοδο 1,7% στο πρώτο. Πρόκειται για σημαντική μείωση σε σχέση με το 5,2% που είχε σημειωθεί στα τέλη του 2024 και εναρμονίζεται με το 1,8% που αναμένεται στο τελευταίο τρίμηνο του τρέχοντος έτους.
«Τα στοιχεία συνεχίζουν να υποδεικνύουν επιβράδυνση της αύξησης των μισθών» στις διαπραγματεύσεις με τους εργοδότες, ανέφερε η ΕΚΤ σε ανακοίνωσή της, προσθέτοντας ότι τα δεδομένα δείχνουν «χαμηλότερη και πιο σταθερή αύξηση μισθών στο πρώτο εξάμηνο του 2026».
Τα στοιχεία έρχονται μετά την απόφαση των αξιωματούχων της ΕΚΤ να αφήσουν αμετάβλητα τα επιτόκια για δεύτερη διαδοχική συνεδρίαση, πεισμένοι ότι οι οκτώ μειώσεις που έχουν ήδη πραγματοποιηθεί είναι επαρκείς για να διατηρηθεί ο πληθωρισμός στον στόχο του 2%.
Πολλοί πολιτικοί έχουν υποδείξει ότι δεν θεωρούν αναγκαία περαιτέρω χαλάρωση, εκτός αν προκύψει κάποιο μεγάλο οικονομικό σοκ.
Ο βασικός πληθωρισμός παραμένει πάνω από τον στόχο, εν μέρει λόγω των υψηλότερων μισθών που έχουν ωθήσει τις τιμές στον τομέα υπηρεσιών.
Ωστόσο, τα πραγματικά εισοδήματα εκτιμάται ότι έχουν επιστρέψει σε επίπεδα πριν από την πληθωριστική έκρηξη, ανοίγοντας τον δρόμο για βραδύτερες αυξήσεις μισθών, σύμφωνα με την τελευταία πρόβλεψη της ΕΚΤ.
Η ανεργία σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα αποτελεί ακόμη ένα θετικό στοιχείο. Η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, τόνισε ότι η κατάσταση αυτή αποτελεί «ένα από τα θετικά για την ανάπτυξη που προκύπτουν από τα πραγματικά διαθέσιμα εισοδήματα που έχουν και θα συνεχίσουν να έχουν οι πολίτες χάρη σε μια πολύ ισχυρή αγορά εργασίας».
Η γενική προοπτική παραμένει αβέβαιη, καθώς επιχειρήσεις και νοικοκυριά προσαρμόζονται σε υψηλότερους αμερικανικούς δασμούς ενώ ταυτόχρονα αντιμετωπίζουν τις επιπτώσεις των πολέμων στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή. Πολλοί αξιωματούχοι έχουν τονίσει την ανάγκη για συνεχή επαγρύπνηση.