Η αυξανόμενη όρεξη των ευρωπαϊκών τραπεζών για μοχλευμένα δάνεια (leveraged loan) υψηλού ρίσκου ανοίγει δρόμο για μεγαλύτερα έσοδα και πιθανές αναθεωρήσεις εκτιμήσεων κερδοφορίας για το 2025. Μέχρι στιγμής φέτος, ο όγκος τέτοιων δανείων σε Ευρώπη, Μέση Ανατολή και Αφρική (EMEA) φτάνει τα 249,8 δισ. ευρώ, υποδηλώνοντας ότι το 2025 μπορεί να ξεπεράσει το ρεκόρ του προηγούμενου έτους, όταν είχε φτάσει τα €337 δισ., σύμφωνα με το Bloomberg Intelligence, Philip Richards.
Ο αναλυτής της KBW, Thomas Hallett, τονίζει ότι οι χαμηλότερες πιστωτικές διαφορές (credit spreads) και η μεγαλύτερη σαφήνεια για την πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ ενθαρρύνουν τις επιχειρήσεις να εκμεταλλευτούν τις ευκαιρίες: «Αν είσαι εταιρεία, τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή να κλειδώσεις αυτούς τους χαμηλούς spread».
Οι τράπεζες που πρωτοστατούν στη στροφή για leveraged loan
Τράπεζες όπως οι Barclays, Deutsche Bank, Credit Agricole και BNP Paribas αυξάνουν την έκθεσή τους σε leveraged loans, καθώς η πτώση επιτοκίων, η μεγαλύτερη κερδοφορία και η καλύτερη ποιότητα πιστώσεων ενισχύουν τη διάθεση για ρίσκο. Η χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής στην Ευρώπη και το Ηνωμένο Βασίλειο ενισχύει τη ζήτηση για πιο επικίνδυνα περιουσιακά στοιχεία, αυξάνοντας το ενδιαφέρον για τα συγκεκριμένα δάνεια, σύμφωνα με τον Richards.
Αυτό οδηγεί σε θετικές προοπτικές για τα επενδυτικά τμήματα των τραπεζών, που ήδη έχουν ωφεληθεί από τη μεταβλητότητα των παγκόσμιων αγορών μετά την εφαρμογή δασμών από την κυβέρνηση Τραμπ.
Οικονομικά αποτελέσματα και αναθεώρηση τραπεζικών κερδών
Η αύξηση των εσόδων από leveraged loans μπορεί να οδηγήσει σε αναβαθμίσεις εκτιμήσεων κερδών, υποστηρίζει ο Richards. Ο δείκτης Stoxx Europe 600 – υποτομέας χρηματοοικονομικών υπηρεσιών είναι ένας από τους δύο κλάδους που εμφανίζουν θετική τάση αναθεώρησης, μαζί με τη βιομηχανία, ενώ οι προβλέψεις για τον ευρύτερο δείκτη μειώνονται.
Η BNP Paribas, κορυφαία στον τομέα των leveraged loans στην EMEA, είναι μεταξύ των τραπεζών που επωφελούνται περισσότερο, με τα έσοδα του εταιρικού και θεσμικού τομέα να αναμένεται να αυξηθούν σχεδόν 7% φέτος, ενώ τα έσοδα του εμπορικού και λιανικού τμήματος παραμένουν σχεδόν αμετάβλητα.
Η έκθεση στην αγορά των ΗΠΑ
Η Barclays, Deutsche Bank και UBS Group AG επωφελούνται επίσης από την έκθεσή τους σε US leveraged loans, μια αγορά που φέτος φτάνει τα $1,6 τρισ. Η αγορά των ΗΠΑ σημείωσε πρόσφατα τριμηνιακό ρεκόρ εκδόσεων, ενισχυμένη από τα χαμηλότερα κόστη δανεισμού και τη ζήτηση επενδυτών για υψηλότερες αποδόσεις.
Η Banco Santander επιδιώκει να ενισχύσει τη δραστηριότητα επενδυτικής τραπεζικής στις ΗΠΑ, προσλαμβάνοντας πρώην στελέχη της Credit Suisse, με αποτέλεσμα η κερδοφορία του τομέα να υπερδιπλασιαστεί το 2024.
Κίνδυνοι και εποπτεία για τις τράπεζες
Η αύξηση της ζήτησης για leveraged loans δεν έρχεται χωρίς κινδύνους. Η κατηγορία αυτή έχει αναπτυχθεί ταχύτερα από την ευρύτερη αγορά, αυξάνοντας την πιθανότητα υποβάθμισης της ποιότητας των δανείων και ενδεχόμενων προβλέψεων ζημιών στα επόμενα τρίμηνα.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) παρακολουθεί στενά την αγορά για τυχόν σημάδια υψηλής έκθεσης σε ρίσκο ή ανεπαρκούς διαχείρισης κινδύνων. Εάν η ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων επιδεινωθεί, τα σχέδια των τραπεζών να επιστρέψουν κεφάλαια στους μετόχους μέσω μερισμάτων ή buybacks ενδέχεται να τεθούν υπό αμφισβήτηση, επηρεάζοντας αρνητικά το επενδυτικό κλίμα.
Πρόσφατα, η ΕΚΤ τερμάτισε τη μακροχρόνια διαφωνία με τις τράπεζες σχετικά με τα κεφάλαια που πρέπει να διατηρούν για επικίνδυνα δάνεια, μειώνοντας τη χρήση ενός αμφιλεγόμενου μοντέλου που απαιτούσε δισεκατομμύρια σε επιπλέον προβλέψεις.
Μεταφορά ρίσκου και ασφάλιση δανείων
Η BNP Paribas εργάζεται σε σημαντική μεταφορά ρίσκου ύψους €2,5 δισ. για υψηλού κινδύνου εταιρικά και leveraged loans. Οι μεταφορές αυτές επιτρέπουν στις τράπεζες να ασφαλίσουν τα δάνεια έναντι αθέτησης, πωλώντας credit-linked notes σε συνταξιοδοτικά ταμεία, sovereign wealth funds και hedge funds.
Ο Hallett σημειώνει: «Πάντα πρέπει να παρακολουθείς την αγορά, αλλά οι τράπεζες διαχειρίζονται καλύτερα τον κίνδυνο από ό,τι στο παρελθόν. Ακόμα και σε περιόδους πίεσης, δεν μένουν πλέον με το βάρος στα χέρια τους όπως πριν».
Πόσο υπερτιμημένες είναι οι μετοχές των τραπεζών στην Ευρώπη
Ο δείκτης των τραπεζικών μετοχών Stoxx Europe 600 Banks σημείωσε άνοδο για 12ο συνεχόμενο τρίμηνο, ισοφαρίζοντας το ιστορικό ρεκόρ του, με ώθηση από ανθεκτικά κέρδη και αυξημένες αποδόσεις προς τους μετόχους. Παρά τη φετινή εκτίναξη κατά 47%, οι τραπεζικές μετοχές απέχουν ακόμη σημαντικά από τα ιστορικά υψηλά τους.
Τα κέρδη των τραπεζών ενισχύθηκαν κυρίως από υψηλότερα έσοδα εκτός καθαρών επιτοκίων (π.χ. προμήθειες και εμπορικές δραστηριότητες), αλλά και από τον αποτελεσματικό έλεγχο του κόστους, μεταδίδει το Bloomberg. Παράλληλα, οι ισχυροί κεφαλαιακοί δείκτες επέτρεψαν την αύξηση των μερισμάτων και των προγραμμάτων επαναγοράς μετοχών.
Τα χαμηλότερα επιτόκια δεν εκτροχίασαν την κερδοφορία των τραπεζών
Η προσδοκία ότι η κερδοφορία των τραπεζών θα μειωνόταν με την αποκλιμάκωση των επιτοκίων διαψεύστηκε. Η ΕΚΤ μείωσε το βασικό επιτόκιο στο 2%, ωστόσο τα περιθώρια κέρδους διατηρήθηκαν, με οίκους όπως η KBW να εκτιμούν ότι υπάρχει ακόμη περιθώριο ανόδου.
Τράπεζες όπως οι Societe Generale, Commerzbank και Banco Santander έχουν υπερδιπλασιάσει την αξία τους από την αρχή του έτους, γεγονός που αρχικά προκάλεσε σκεπτικισμό ως προς τη βιωσιμότητα της ανόδου. Όμως η μακροοικονομική συγκυρία φαίνεται να στηρίζει τον κλάδο.
Οι προβλέψεις για περαιτέρω μειώσεις επιτοκίων έχουν περιοριστεί, ενώ η ευρωπαϊκή οικονομία αναμένεται να ανακάμψει ενισχυμένη από δημοσιονομικά πακέτα, ειδικά στη Γερμανία και την ΕΕ συνολικά. Η ανάκαμψη αυτή αποτελεί θετική βάση για τις τράπεζες.
Η Citigroup αναφέρει ότι ο τραπεζικός κλάδος ξεχωρίζει ως προς τη δυναμική των κερδών, με τις αναθεωρήσεις να είναι θετικές, σε αντίθεση με τον ευρύτερο δείκτη Stoxx 600, του οποίου τα προσδοκώμενα κέρδη παραμένουν στάσιμα.
Ο δείκτης τραπεζών διαπραγματεύεται πλέον με δείκτη τιμής προς κέρδη (P/E) γύρω στο 10, που ευθυγραμμίζεται με τον ιστορικό μέσο όρο. Όμως σε σχετικούς όρους, εξακολουθεί να διαπραγματεύεται με έκπτωση ~33% σε σχέση με τον ευρύτερο Stoxx 600, έναντι ιστορικής μέσης έκπτωσης 25%.