Ο Alexandre de Rothschild, ο οποίος ηγείται της ομώνυμης τράπεζας στην έβδομη γενιά, μίλησε στη Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ) για το διάσημο όνομά του, τη δύσκολη κατάσταση της Γαλλίας και τους λόγους για τους οποίους δεν θεωρεί το χρηματιστήριο κατάλληλο τόπο για τη Rothschild & Co.
Μίλησε για τη διαχείριση της οικογενειακής παράδοσης, τις στρατηγικές αποφάσεις της Rothschild & Co και τις προκλήσεις των διεθνών αγορών. Ο de Rothschild τόνισε ότι το χρηματιστήριο δεν αποτελεί σήμερα τον καλύτερο χώρο δραστηριοποίησης για εταιρείες με σημαντική οικογενειακή συμμετοχή και επεσήμανε την προτεραιότητα της τράπεζας στις μακροπρόθεσμες επενδύσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες, παρά τις αβεβαιότητες της παγκόσμιας οικονομίας.
Ο 45χρονος Γάλλος τραπεζίτης, που διευθύνει την επενδυτική τράπεζα από το 2018, εξήγησε στη συνέντευξή του ότι το οικογενειακό του όνομα είναι γνωστό σε όλους όσοι γνωρίζουν ιστορία, αφού οι πρόγονοί του διαμορφώνουν τον χρηματοπιστωτικό κλάδο για περισσότερα από 200 χρόνια. Όπως είπε, στην Ευρώπη πολλοί άνθρωποι αναγνωρίζουν το όνομα Rothschild, ενώ στην Αμερική αυτό συμβαίνει πολύ λιγότερο· στην Ασία, πρόσθεσε με χιούμορ, «είμαστε πιο γνωστοί για το κρασί παρά για την τράπεζα».
Αναφερόμενος στο αν το όνομά του τον βοηθά να κλείνει συμφωνίες, ο de Rothschild υπογράμμισε πως «μεταξύ τραπεζιτών θα λέγαμε ότι το όνομα είναι ένα asset», μια μάρκα με υψηλή φήμη. Όπως εξήγησε, η Rothschild έχει αποδείξει ανά τους αιώνες ότι είναι αξιόπιστη και λειτουργεί με μακροπρόθεσμη προοπτική, κάτι που είναι το καλύτερο και για τους πελάτες.
Δήλωσε περήφανος που η Rothschild είναι μία από τις ελάχιστες οικογενειακές τράπεζες που παραμένουν πραγματικά ανεξάρτητες και δραστηριοποιούνται ταυτόχρονα σε παγκόσμιο επίπεδο.
Η αποχώρηση της Rothschild από το χρηματιστήριο
Σχετικά με το γεγονός ότι η τράπεζα αποσύρθηκε πρόσφατα από το χρηματιστήριο, όταν την ίδια ώρα η ίδια συμβουλεύει άλλες εταιρείες για την εισαγωγή τους σε αυτό, ο de Rothschild εξήγησε στη FAZ ότι δεν βλέπει αντίφαση. Όπως είπε, οι συμβουλευτικές υπηρεσίες της Rothschild δεν περιορίζονται στις δημόσιες εγγραφές ή στις συγχωνεύσεις και εξαγορές, αλλά περιλαμβάνουν και χρηματοδοτήσεις, αυξήσεις κεφαλαίου και αναδιαρθρώσεις.
Τόνισε ότι η ίδια η κίνηση της Rothschild να αποσυρθεί από το χρηματιστήριο αντανακλά μια ευρύτερη τάση που παρατηρείται εδώ και περίπου δέκα χρόνια. Για εταιρείες του μεγέθους και της δομής της Rothschild –«στη Γερμανία θα το λέγατε Mittelstand», όπως είπε– το χρηματιστήριο δεν είναι το καλύτερο μέρος για να δραστηριοποιούνται.
Επεσήμανε ότι οι εταιρείες με υψηλή οικογενειακή συμμετοχή έχουν χαμηλή ρευστότητα στο χρηματιστήριο και ότι η Rothschild δεν χρησιμοποίησε ποτέ τις κεφαλαιαγορές για άντληση κεφαλαίων ή εξαγορές. Η εισαγωγή στο χρηματιστήριο, όπως ανέφερε, έγινε για ιστορικούς λόγους χωρίς πραγματική αναγκαιότητα.
Απαντώντας στην παρατήρηση ότι αυτό δεν λύνει την αντίφαση, ο de Rothschild υποστήριξε ότι η εισαγωγή στο χρηματιστήριο ερχόταν εν μέρει σε αντίθεση με τη βασική πεποίθηση της τράπεζας να σκέφτεται και να δρα μακροπρόθεσμα. Το γεγονός ότι ήταν εισηγμένη την υποχρέωνε να λειτουργεί με τη βραχυπρόθεσμη λογική των τριμήνων που κυριαρχεί στις χρηματιστηριακές αγορές.
Όπως αναγνώρισε, η πίεση των κεφαλαιαγορών μπορεί να είναι μερικές φορές «θεραπευτική», καθώς ωθεί τις επιχειρήσεις να αμφισβητούν τις ίδιες τους τις αποφάσεις. Ωστόσο, πρόσθεσε, αυτή την πειθαρχία μπορεί να τη διατηρεί μια εταιρεία και εκτός χρηματιστηρίου, εφόσον έχει δεσμευτεί σε αυτήν. Επισήμανε ακόμη ότι, ως ελεγχόμενη τράπεζα, η Rothschild τηρεί ούτως ή άλλως υψηλά πρότυπα. Παράλληλα, τόνισε πως μια επιτυχημένη εταιρεία σήμερα πρέπει να είναι διαφανής απέναντι στους υπαλλήλους, το κοινό και τους επιχειρηματικούς εταίρους της – μια αρχή στην οποία, όπως είπε, η Rothschild προσπαθεί να παραμείνει πιστή.
Για την απόσυρση πολλών εταιρειών από τα χρηματιστήρια, ο de Rothschild υποστήριξε ότι η παρατήρηση περί μειωμένων επιλογών για τους επενδυτές ισχύει μόνο εν μέρει. Όπως είπε, ποτέ δεν υπήρξαν τόσες πολλές εταιρείες με χρηματιστηριακή αξία άνω των 15 δισ. δολαρίων. Παραδέχθηκε, ωστόσο, ότι το περιβάλλον έχει αλλάξει: πριν από δέκα ή δεκαπέντε χρόνια, οι εταιρείες που ήθελαν να αναπτυχθούν στόχευαν κυρίως σε μια εισαγωγή στο χρηματιστήριο, ενώ σήμερα υπάρχουν πιο ώριμες εναλλακτικές μορφές χρηματοδότησης, όπως τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια (Private Equity). Η Rothschild, όπως είπε, δραστηριοποιήθηκε νωρίς σε αυτόν τον τομέα, και πρόσθεσε ότι για τους απλούς επενδυτές έχει γίνει πλέον ευκολότερο να επενδύουν μέσω τέτοιων σχημάτων.
Η στρατηγική Rothschild στις ΗΠΑ και η κατάσταση στη Γαλλία
Αναφερόμενος στην παγκόσμια οικονομία, που έχει αναστατωθεί από τη δασμολογική πολιτική του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, ο de Rothschild δήλωσε ότι, παρά τις διακυμάνσεις στις αγορές, οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν η σημαντικότερη κεφαλαιαγορά στον κόσμο. Όπως είπε, δεν μπορεί να αγνοήσει κανείς αυτή την αγορά αν θέλει να ανήκει στις κορυφαίες επενδυτικές τράπεζες. «Η Αμερική παραμένει μια πολύ ελκυστική αγορά για εμάς», σημείωσε, προσθέτοντας ότι η Rothschild αποτελεί ελκυστικό εργοδότη και για τους ίδιους τους Αμερικανούς τραπεζίτες, καθώς πρόσφατα κατάφερε να προσελκύσει υψηλόβαθμα στελέχη από άλλες τράπεζες.
Για την αυξημένη κρατική παρέμβαση στις ΗΠΑ, ο de Rothschild τόνισε πως η τράπεζα λειτουργεί με μακροπρόθεσμο προσανατολισμό και δεν επηρεάζεται από κυβερνητικούς κύκλους. Όπως είπε, «έχουμε επενδύσει στην Αμερική πριν από τη σημερινή κυβέρνηση και θα συνεχίσουμε να το κάνουμε και μετά», υπογραμμίζοντας ότι η ανάπτυξη στις ΗΠΑ παραμένει προτεραιότητα για τη Rothschild και για τον ίδιο προσωπικά.
Ερωτηθείς αν η έμφαση στην Αμερική σχετίζεται με τα προβλήματα της γαλλικής αγοράς, ο de Rothschild απάντησε αρνητικά, διευκρινίζοντας ότι, παρότι η Rothschild θέλει να συνεχίσει να αναπτύσσεται στις ΗΠΑ, η Ευρώπη παραμένει η βασική αγορά της τράπεζας. Όπως είπε, οι δύο αγορές δεν αλληλοαποκλείονται, αλλά αλληλοσυμπληρώνονται.
Για τη δύσκολη κατάσταση της Γαλλίας, ο de Rothschild αναγνώρισε ότι η χώρα χρειάζεται μεταρρυθμίσεις, αν και αυτό δεν είναι ποτέ εύκολο. Παραδέχθηκε ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα και το χρέος είναι υψηλά, αλλά δήλωσε συγκρατημένα αισιόδοξος. Όπως ανέφερε, τον ενθαρρύνει το γεγονός ότι οι διεθνείς επενδυτές εξακολουθούν να βλέπουν τη Γαλλία ως ελκυστική χώρα.
Επικαλέστηκε, μάλιστα, την πρόσφατη πρωτοβουλία του προέδρου Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος προσκάλεσε στο Παρίσι τους επικεφαλής μεγάλων τεχνολογικών ομίλων, οι οποίοι, όπως είπε, εξέφρασαν σαφή πρόθεση να παραμείνουν στη χώρα. Προειδοποίησε πάντως ότι, αν η κατάσταση δεν βελτιωθεί, υπάρχει κίνδυνος να χαθεί αυτή η υποστήριξη, γεγονός που θα επιδείνωνε περαιτέρω την οικονομική συγκυρία.
Αναφορικά με τον Μακρόν, ο de Rothschild υπενθύμισε ότι ο Γάλλος πρόεδρος εργάστηκε για την τράπεζα μεταξύ 2008 και 2012, αλλά αυτό, όπως είπε, «ήταν πολύ παλιά». Πρόσθεσε χαμογελώντας πως «η εξαιρετική του καριέρα έδειξε ότι υπάρχει ενδιαφέρουσα ζωή και μετά την τραπεζική».
Η οικογενειακή κληρονομιά και η ηγεσία
Μιλώντας για τη μακρά οικογενειακή παράδοση, ο de Rothschild εξήγησε ότι η διατήρηση της τράπεζας επί επτά γενιές οφείλεται στις σωστές αξίες. Όπως αποκάλυψε, ο πατέρας του τού ξεκαθάρισε από νωρίς ότι δεν θα κληρονομούσε απλώς τον ηγετικό ρόλο, αλλά θα έπρεπε να τον κερδίσει. Προτού ενταχθεί στη Rothschild & Co το 2008, εργάστηκε σε άλλες επενδυτικές τράπεζες, όπως οι Bear Stearns και Bank of America, και όταν επέστρεψε στην οικογενειακή επιχείρηση ξεκίνησε από χαμηλή θέση, στον τομέα του Private Equity. «Ο κανόνας είναι απλός», είπε: «Μόνο και μόνο επειδή το όνομά μας βρίσκεται πάνω από την πόρτα, δεν σημαίνει ότι μπορούμε να διεκδικούμε αυτόματα έναν ηγετικό ρόλο».
Σε ερώτηση αν οι συνεργάτες και οι υπάλληλοι θα τολμούσαν να του πουν την αλήθεια αν ήταν ακατάλληλος για τη θέση του, ο de Rothschild απάντησε ότι κάτι τέτοιο θα γινόταν πολύ γρήγορα φανερό. Εξέφρασε την πεποίθηση ότι μέλη της οικογένειας και του εποπτικού συμβουλίου θα του έδιναν διακριτικά την υπόδειξη, καθώς, όπως είπε, «έχουμε πολύ ανεξάρτητα μυαλά». Συμπλήρωσε ότι η αποχώρηση κορυφαίων στελεχών θα ήταν επίσης ένδειξη αποτυχίας, κάτι που, όπως τόνισε, δεν έχει συμβεί.
Όσον αφορά το μέλλον, ο de Rothschild σημείωσε ότι υπάρχουν πολλοί τρόποι να συμβάλλει κανείς στην οικογενειακή επιχείρηση, όχι απαραίτητα μέσω της καθημερινής διοίκησης, αλλά και ως ενεργός μέτοχος ή μέλος του εποπτικού συμβουλίου. Επισήμανε, ωστόσο, ότι η απώλεια ενδιαφέροντος της οικογένειας για την επιχείρηση θα ήταν επικίνδυνη, καθώς «συνήθως αυτό δεν πάει καλά».
Κλείνοντας, ο de Rothschild απέφυγε να ξεχωρίσει κάποιον πρόγονο ως ιδιαίτερη έμπνευση, σημειώνοντας ωστόσο ότι και η ιταλικής καταγωγής μητέρα του του κληροδότησε «ένα αρκετά καλό ένστικτο», το οποίο θεωρεί πολύτιμο εφόδιο για τη δουλειά του.