Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) αναμένεται να διατηρήσει το κόστος δανεισμού στην Ευρωζώνη στο 2% έως το 2027, σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση του Bloomberg μεταξύ οικονομολόγων. Η πρόβλεψη περιλαμβάνει τη διατήρηση του επιτοκίου καταθέσεων στην προσεχή συνεδρίαση νομισματικής πολιτικής, την επόμενη εβδομάδα, ενώ δεν αποκλείεται εντελώς η λήψη περαιτέρω μέτρων στο μέλλον. Το ένα τρίτο των ερωτηθέντων προβλέπει τουλάχιστον μία ακόμη μείωση επιτοκίων, ενώ το 17% θεωρεί πιθανή μία ή περισσότερες αυξήσεις έως το τέλος του 2026.
Η απόφαση της ΕΚΤ τον Δεκέμβριο θα κριθεί ιδιαίτερα καθοριστική, καθώς για πρώτη φορά θα περιλαμβάνονται νέες προβλέψεις για το 2028. Προς το παρόν, οι αξιωματούχοι με επικεφαλής την πρόεδρο Κριστίν Λαγκάρντ εμφανίζονται ικανοποιημένοι με τον ρυθμό αύξησης των τιμών καταναλωτή και την ανθεκτικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας, περιγράφοντας τη νομισματική πολιτική ως «σε καλή θέση» για να ανταποκριθεί σε νέες προκλήσεις.
Ωστόσο, οι οικονομολόγοι επισημαίνουν ότι οι κίνδυνοι δεν λείπουν. Η Ευρώπη αντιμετωπίζει νέες εμπορικές εντάσεις μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, κυρίως για ημιαγωγούς και σπάνια μέταλλα, ενώ οι υποβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας περιπλέκουν περαιτέρω τη δημοσιονομική κατάσταση της Γαλλίας και εγείρουν αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα των επενδύσεων της Γερμανίας σε υποδομές και άμυνα. Παράλληλα, η καθυστέρηση στο νέο σύστημα εμπορίας εκπομπών ενδέχεται να επιβαρύνει τον πληθωρισμό τα επόμενα χρόνια, ενώ οι υψηλές αποτιμήσεις των περιουσιακών στοιχείων αυξάνουν τον κίνδυνο απότομης διόρθωσης των αγορών.
«Δεν αναμένουμε περαιτέρω μειώσεις των επιτοκίων φέτος, αλλά η ΕΚΤ θα διατηρήσει τις επιλογές της ανοιχτές», δήλωσε ο Dennis Shen, οικονομολόγος της Scope. Προειδοποίησε ότι η ανατίμηση του ευρώ πάνω από τα 1,20 δολάρια και οι μελλοντικές μειώσεις επιτοκίων από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ μπορεί να επηρεάσουν τις εξελίξεις στην ευρωζώνη. Σύμφωνα με τον ίδιο, «ο κίνδυνος στα τέλη του 2025 ή το 2026 είναι για περαιτέρω χαλάρωση και όχι για σύσφιξη».
Κλειδί για την πιθανότητα μείωσης των επιτοκίων ο πληθωρισμός
Η πιθανότητα νέας μείωσης επιτοκίων θα ενισχυθεί αν οι προβλέψεις για τον πληθωρισμό το 2028 υποδεικνύουν σημαντική απόκλιση από τον στόχο του 2%, με τιμές γύρω στο 1,6% να θεωρούνται σημείο καμπής. Παρά την αβεβαιότητα, οι περισσότεροι οικονομολόγοι θεωρούν ότι οι βραχυπρόθεσμοι κίνδυνοι για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό παραμένουν ισορροπημένοι. Ωστόσο, το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στους ανοδικούς κινδύνους για τις τιμές, που τον Σεπτέμβριο αυξήθηκαν κατά 2,2%, την ταχύτερη αύξηση σε πέντε μήνες.
Ο Nerijus Maciulis, επικεφαλής οικονομολόγος της Swedbank, υποστήριξε ότι «ο πληθωρισμός παραμένει κοντά στον στόχο και, ενώ ορισμένοι δείκτες ανάπτυξης παρουσιάζουν διακυμάνσεις, δεν υπάρχει ακόμη λόγος αλλαγής της νομισματικής πολιτικής». Η Λαγκάρντ, σύμφωνα με τον ίδιο, ενδέχεται να επαναλάβει το κύριο μήνυμά της από τη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου, ότι η ΕΚΤ βρίσκεται σε «καλή θέση».
Οι αναλυτές επισημαίνουν ότι ακόμη και μια ενδεχόμενη νέα μείωση επιτοκίων θα έχει περιορισμένο αντίκτυπο στη ζήτηση. Περίπου το 60% των ερωτηθέντων θεωρεί ότι η ανάπτυξη εμποδίζεται εξίσου από κυκλικές και διαρθρωτικές δυνάμεις, ενώ οι υπόλοιποι αποδίδουν μεγαλύτερη ευθύνη στις διαρθρωτικές αδυναμίες της ευρωζώνης.
Η Bloomberg Economics υπογραμμίζει ότι η ΕΚΤ διατηρεί το σενάριο «Goldilocks», σύμφωνα με το οποίο η βραχυπρόθεσμη αδυναμία που προκλήθηκε από την αύξηση των αμερικανικών δασμών θα αντισταθμιστεί σύντομα από δημοσιονομικά μέτρα τόνωσης στη Γερμανία. Ωστόσο, η πραγμάτωση αυτού του σεναρίου εξαρτάται από πολλές παραμέτρους, οι οποίες παραμένουν αβέβαιες.
Επιπλέον, η ευρωπαϊκή βιομηχανία αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις στην εφοδιαστική αλυσίδα. Η απόφαση της ολλανδικής κυβέρνησης να αναλάβει τον έλεγχο της κινεζικής εταιρείας μικροτσίπ Nexperia, υπό την πίεση της Ουάσιγκτον, προκάλεσε αντίδραση του Πεκίνου με περιορισμούς στις εξαγωγές. Παράλληλα, οι πολιτικές αναταράξεις στη Γαλλία και τη Γερμανία, με την αποσταθεροποίηση των κυβερνήσεων και την πίεση της κοινής γνώμης, επιδεινώνουν το κλίμα αβεβαιότητας για την οικονομία.
Σύμφωνα με τους Pia Fromlet και Marcus Widen, οικονομολόγους της SEB, τα επιτόκια πιθανότατα θα παραμείνουν αμετάβλητα έως το 2027. Ωστόσο, αν ο πληθωρισμός επιβραδυνθεί περαιτέρω και η ανάπτυξη εμφανίσει σημάδια αστάθειας, «γιατί να μην μειωθούν;», αναφέρουν οι ίδιοι, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο προσαρμογής της νομισματικής πολιτικής.
Η Κριστίν Λαγκάρντ θα παρουσιάσει τις απόψεις της για την τρέχουσα οικονομική κατάσταση στις 30 Οκτωβρίου στη Φλωρεντία της Ιταλίας, στον τελευταίο τόπο διεξαγωγής της ετήσιας συνάντησης της ΕΚΤ εκτός Φρανκφούρτης. Οι επενδυτές και οι οικονομολόγοι θα παρακολουθήσουν προσεκτικά τις δηλώσεις της, καθώς η στάση της ΕΚΤ θα επηρεάσει τις προσδοκίες για τα επιτόκια, τον πληθωρισμό και την οικονομική ανάπτυξη στην ευρωζώνη για τα επόμενα χρόνια.