Στο επίκεντρο της διεθνούς επενδυτικής κοινότητας θα βρεθεί και πάλι η ελληνική οικονομία, με τη συμμετοχή τραπεζιτών και κορυφαίων επιχειρηματιών στο ελληνικό επενδυτικό συνέδριο που διοργανώνουν η Morgan Stanley και η ΕΧΑΕ, την 1η και 2α Δεκεμβρίου στο Λονδίνο. Το συνέδριο, που θα είναι τρόπον τινά ο επίλογος μιας χρονιάς κατά την οποία η χώρα μας συγκέντρωσε τις προτιμήσεις των διεθνών επενδυτών και τα εύσημα διεθνών οίκων και προσωπικοτήτων από το διεθνές πολιτικό και επιχειρηματικό στερέωμα, χαρακτηρίζοντάς την παράδειγμα προς μίμηση, θα τιμήσει με την παρουσία του ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης. Πληροφορίες φέρουν και τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κυριάκο Πιερρακάκη, να δίνει το «παρών» στο Λονδίνο.
Στο συνέδριο (σ.σ. η τελική ατζέντα δεν έχει ακόμη διαμορφωθεί) θα συμμετάσχουν οι τέσσερις μεγάλες συστημικές τράπεζες, με τους CEOs Φωκίωνα Καραβία (Eurobank), Χρήστο Μεγάλου (Πειραιώς), Παύλο Μυλωνά (Εθνική Τράπεζα) και Βασίλη Ψάλτη (Alpha Bank) να συμμετέχουν σε πάνελ, την 1η Δεκεμβρίου, για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Την ελληνική επιχειρηματική σκηνή θα εκπροσωπήσουν επίσης στο Λονδίνο οι: ΑΔΜΗΕ Συμμετοχών, Aegean, ΑΚΤOR, Alter Ego Media, Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών, ΕΥΔΑΠ, Autohellas, ΑΒΑΞ, Τράπεζα Κύπρου, Cenergy Holdings, Coca Cola HBC, Credia Bank, ΕΛΛΑΚΤΩΡ, ElvalHalcor, Φουρλής, ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, Υπερταμείο, ΟΤΕ, Helleniq Energy, IDEAL, Ιντραλότ, Jumbo, Κρι-Κρι, Lamda Development, Metlen, Motor Oil, Noval, ΟΠΑΠ, Optima Bank, ΟΛΠ, ΔΕΗ, Profile, Qualco, Σαράντης, Theon, ΤΙΤΑΝ, Βιοχάλκο.
Οι εκπρόσωποι των εισηγμένων επιχειρήσεων που θα συμμετάσχουν στο επενδυτικό event της Morgan Stanley και θα έχουν σειρά επαφών με επενδυτές θα παρουσιάσουν τις προοπτικές τους και το μακροοικονομικό περιβάλλον της ελληνικής οικονομίας. Έπειτα από μία δεκαετία κρίσης και διαρθρωτικής προσαρμογής, η Ελλάδα έχει πετύχει σήμερα να μετασχηματίσει δραστικά την οικονομία της και είναι μία από τις χώρες με τις υψηλότερες επιδόσεις στη ζώνη του ευρώ. Από το 2019 μέχρι σήμερα ο ρυθμός αύξησης του ελληνικού ΑΕΠ υπερβαίνει σταθερά τον μέσο όρο της ευρωζώνης. Το α’ εξάμηνο του 2025 το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε με ρυθμό περίπου 2% σε ετήσια βάση -σημαντικά υψηλότερο από τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ- και η Τράπεζα της Ελλάδος αναμένει να διατηρηθούν παρόμοιοι ρυθμοί ανάπτυξης τουλάχιστον έως και το 2027. Σημειώνεται ότι την περασμένη εβδομάδα το φημισμένο ιταλικό Ινστιτούτο Bruno Leoni επέδωσε στον διοικητή της ΤτΕ, Γιάννη Στουρνάρα, βραβείο για την Ελλάδα (είναι η πρώτη φορά που το βραβείο απονεμήθηκε σε χώρα) «για τη δύναμη και την αποφασιστικότητα που επέδειξε, παρά το άμεσο κοινωνικό κόστος, να ακολουθήσει τον δύσκολο δρόμο της οικονομικής εξυγίανσης και της ανάπτυξης». Όπως θύμισε κατά την ομιλία του ο κ. Στουρνάρας, μεταξύ 2008 και 2016 η Ελλάδα έχασε πάνω από το 1/4 του ΑΕΠ της, το ποσοστό ανεργίας αυξήθηκε ραγδαία κατά 16 ποσοστιαίες μονάδες, οι δείκτες ανισότητας και φτώχειας εκτοξεύθηκαν, οι επενδύσεις κατέρρευσαν και σημειώθηκε εκτεταμένη φυγή υψηλά καταρτισμένων ατόμων στο εξωτερικό (brain drain).
Χθεσινή μελέτη της UBS (Global Economics & Markets Outlook 2026-2027), έρχεται να υπογραμμίσει την αλλαγή σελίδας από το ζοφερό παρελθόν. Όπως λέει η ελβετική τράπεζα, η Ελλάδα αναμένεται να καταγράψει ρυθμό ανάπτυξης 2,4% το 2026 και 1,8% το 2027, διατηρώντας σταθερά θετική τροχιά σε μια περίοδο όπου οι περισσότερες οικονομίες της Ευρωζώνης κινούνται γύρω ή κάτω από το 1,5%. Η UBS τονίζει ότι η χώρα, αν και παραμένει με ένα από τα υψηλότερα ποσοστά χρέους προς ΑΕΠ, έχει την καλύτερη δυναμική δημόσιου χρέους παγκοσμίως. Το ελληνικό δημόσιο χρέος μειώνεται με τον ταχύτερο ρυθμό από κάθε άλλη χώρα και η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα όπου η σχέση χρέους προς ΑΕΠ αποκλιμακώνεται σταθερά έως το 2031. Και αυτό την ώρα που οικονομίες όπως των ΗΠΑ, της Ιταλίας και της Βραζιλίας βλέπουν την καμπύλη του χρέους τους να αυξάνεται και πολλές οικονομίες (π.χ. Βραζιλία, Γερμανία) χρειάζονται δημοσιονομική προσαρμογή για να σταθεροποιήσουν το χρέος τους. Η πτωτική πορεία του ελληνικού δημόσιου χρέους είναι αποτέλεσμα ισχυρής ανάπτυξης, χαμηλών επιτοκίων εξυπηρέτησης και πρωτογενών πλεονασμάτων, όπως σημειώνει η UBS.
Εντυπωσιακή ανάκαμψη έχει να επιδείξει και ο ελληνικός τραπεζικός τομέας. Μόλις την περασμένη εβδομάδα, οι τέσσερις μεγάλες τράπεζες ανακοίνωσαν τα αποτελέσματα εννεαμήνου 2025, τα οποία απέδειξαν τη δυναμική τους για ισχυρή οργανική και μη ανάπτυξη και ισχυρή κερδοφορία, υψηλή πιστωτική επέκταση -μακράν υψηλότερη των άλλων ευρωπαϊκών τραπεζών- και ισχυρή επάρκεια κεφαλαίων και ρευστότητας. Οι τέσσερις μεγάλες ελληνικές τράπεζες παρουσίασαν στο εννεάμηνο συνολικά καθαρά κέρδη 3,522 δισ. ευρώ, με έσοδα από τόκους 6,061 δισ. και έσοδα από προμήθειες 1,721 δισ. ευρώ, ενώ υπερέβησαν και τους αναβαθμισμένους στόχους που είχαν δώσει στους αναλυτές για την πιστωτική επέκταση, τα κεφάλαια υπό διαχείριση και την απόδοση ιδίων κεφαλαίων, ανεβάζοντας εκ νέου τον πήχη για το τέλος του έτους. Οι ισχυρές επιδόσεις γ’ τριμήνου/9μήνου επιτρέπουν στις ελληνικές τράπεζες διανομή προμερισμάτων 581 εκατ. ευρώ από τα κέρδη του 2025, ενώ ενδέχεται να αυξηθεί και το ύψος διανομής κερδών στους μετόχους σε ποσοστό άνω του 60% (σ.σ. τα τελικά ποσοστά διανομής θα οριστικοποιηθούν με τα αποτελέσματα χρήσης 2025).