Μία χρονιά ισχυρών επιδόσεων που ανοίγει την πόρτα σε νέες αναβαθμίσεις του αξιόχρεού τους και τις φέρνει εκ νέου στο φως των προβολέων της διεθνούς επενδυτικής κοινότητας, ολοκληρώνουν σε λιγότερο από ενάμιση μήνα οι τέσσερις μεγάλες ελληνικές τράπεζες. Σήμερα στο συνέδριο της JP Morgan στο Λονδίνο, οι ελληνικές τράπεζες αναμένεται να πρωταγωνιστήσουν, ενώ σύντομα αμέσως μετά, την 1η και 2α Δεκεμβρίου, στη βρετανική πρωτεύουσα θα διεξαχθεί το ελληνοκεντρικό επενδυτικό event της Morgan Stanley και της ΕΧΑΕ.
Στο συνέδριο αυτό, οι CEOs των τεσσάρων μεγάλων ελληνικών τραπεζών θα μιλήσουν σε πάνελ για την πρόοδο και τις προοπτικές του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, ενώ ιδιαίτερη βαρύτητα για το πώς έχει αλλάξει και πού οδεύει η ελληνική οικονομία και ο τραπεζικός της τομέας, θα έχει η παρουσία και η ομιλία του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη.
Μετά την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από την Fitch (αναβάθμισε στις 15 Νοεμβρίου το αξιόχρεο της Ελλάδας στη βαθμίδα ΒΒΒ με σταθερές προοπτικές, από ΒΒΒ- με θετικές προοπτικές), οι ελληνικές τράπεζες ενισχύουν το θετικό κλίμα υπέρ τους, καθώς ανοίγει ο δρόμος και για τις δικές τους περαιτέρω αναβαθμίσεις. Σημειώνεται ότι η Fitch είχε αναβαθμίσει τον Οκτώβριο την Alpha Bank και την Τράπεζα Πειραιώς στην κλίμακα BBB- από BB+ και είχε αναθεωρήσει σε θετική την προοπτική της Eurobank και της Εθνικής Τράπεζας (επίσης κατατάσσονται στην βαθμίδα BBB-), αντανακλώντας την ενίσχυση των αυτόνομων πιστοληπτικών προφίλ τους και το βελτιούμενο μακροοικονομικό περιβάλλον. Επί του παρόντος, οι αξιολογήσεις της Eurobank και της Εθνικής ευθυγραμμίζονται με την εκτίμηση της Fitch για το ελληνικό λειτουργικό περιβάλλον και ενδέχεται να αναβαθμιστούν εφόσον αυτό βελτιωθεί περαιτέρω. Για την Alpha Bank και την Πειραιώς, η προοπτική αναβάθμισης θα εξαρτηθεί τόσο από την περαιτέρω πρόοδο στη βελτίωση της ποιότητας ενεργητικού όσο και από μια γενικότερη αναβάθμιση του λειτουργικού περιβάλλοντος της χώρας.
Τα παραπάνω έσπευσε να επισημάνει η Fitch, δίνοντας το σήμα ότι η «βούλα» της αναβάθμισης των τραπεζών θα μπει εάν κάποιοι βασικοί τους στόχοι κριθούν επιτυχείς.
Προφανώς, οι ελληνικές τράπεζες επωφελούνται άμεσα από την αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου λόγω της σημαντικής έκθεσή τους στο κρατικό χρέος. Όπως έχει γράψει το powergame.gr, το 10% του ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών είναι τοποθετημένο σε ομόλογα και έντοκα γραμμάτια του Ελληνικού Δημοσίου. Στο τέλος του 2024, το ποσό των ομολόγων και εντόκων γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου που διακρατούσαν οι ελληνικές τράπεζες στα χαρτοφυλάκιά τους ανερχόταν σε 34,4 δισ. ευρώ, ποσό άνω του διπλάσιου από την περίοδο πριν την πανδημία (16,5 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο 2019).
Πέρα από την εξ αντανακλάσεως ωφέλεια αυτή, ωστόσο, οι ελληνικές τράπεζες θα κερδίσουν την επόμενη αναβάθμισή τους με το «σπαθί» τους. Και αυτή θα κριθεί από την επίτευξη των στόχων για υψηλή διατηρήσιμη κερδοφορία, αύξηση των εσόδων από τόκους και από προμήθειες, περαιτέρω ενίσχυση της πιστωτικής επέκτασης, συμπεριλαμβάνοντας και την στεγαστική πίστη, διατήρηση ισχυρής ρευστότητας και κεφαλαιακής επάρκειας, όλα τα παραπάνω στο «πακέτο» ενός ισχυρού πλάνου ανάπτυξης και απόδοσης αξίας στους μετόχους.
Μία παράμετρος που θα μπορούσε να έχει σημασία για την περαιτέρω αναβάθμιση των τραπεζών είναι και η επίλυση των αναδιαρθρωμένων προβληματικών δανείων που βρίσκονται εκτός του τραπεζικού συστήματος. Και αυτό διότι θα σήμαινε ότι οι τράπεζες λειτουργούν σε ένα πιο υγιές οικονομικό περιβάλλον, όπου τα προβληματικά δάνεια δεν έχουν φύγει απλά από τους ισολογισμούς τους, αλλά βγαίνουν σταδιακά και από την πραγματική οικονομία, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για νέες δανειοδοτήσεις σε παλιούς πελάτες, αλλά με υγιείς βάσεις.
Τα αποτελέσματα που έδειξαν οι τέσσερις μεγάλες τράπεζες στο εννεάμηνο του 2025 συνηγορούν στις προσδοκίες ότι επιτυγχάνονται οι στόχοι που θα κρίνουν την περαιτέρω αναβάθμισή τους. Στο εννεάμηνο οι τέσσερις μεγάλες τράπεζες παρουσίασαν καθαρά κέρδη 3,522 δισ. ευρώ, με έσοδα από τόκους 6,061 δισ. και έσοδα από προμήθειες 1,721 δισ. ευρώ. Πέρα από την ομαλοποίηση των επιτοκιακών εσόδων όπου η πτώση κλιμακώθηκε και αναμένεται άνοδος το 2026 και την αυξημένη παραγωγή εσόδων από προμήθειες, η συνέχεια της ισχυρής πιστωτικής επέκτασης που οδήγησε σε υπέρβαση στόχων για το έτος και η περαιτέρω αύξηση των κεφαλαίων υπό διαχείριση, αποτελούν ισχυρούς παράγοντες για την επίτευξη ισχυρής κερδοφορίας. Σημειώνεται ότι οι ισχυρές επιδόσεις εννεαμήνου επέτρεψαν στις τράπεζες να προχωρήσουν σε συνολική διανομή προμερισμάτων 581 εκατ. ευρώ από τα κέρδη του 2025, ενώ ενδέχεται να αυξήσουν και το ύψος των μερισμάτων (τα ποσοστά διανομής θα οριστικοποιηθούν με τα αποτελέσματα χρήσης 2025) προς τους μετόχους, που μπορεί να ξεπεράσουν, μεμονωμένα, και το 60%.