Ισχυρή αύξηση της πιστωτικής επέκτασης και το 2026 αναμένουν οι ελληνικές τράπεζες, με εκτιμώμενο ρυθμό 8% – 10%.
Στις πρόσφατες επαφές τους με τους διεθνείς επενδυτές στο Λονδίνο, στα συνέδρια της JP Morgan και της Morgan Stanley, οι ελληνικές τράπεζες ανέφεραν ότι πέτυχαν πιστωτική επέκταση της τάξεως των 8,5 δισ. ευρώ στο εννεάμηνο του 2025, “τρέχοντας” με ρυθμό περί το 9% σε ετήσια βάση. Σημειώνεται ότι στο τέλος Οκτωβρίου, η Eurobank ανακοίνωσε αύξηση της καθαρής πιστωτικής επέκτασης σε τριμηνιαία βάση το γ’ τρίμηνο κατά 1,1 δισ. ευρώ και σε εννεάμηνη κατά 3,3 δισ. ευρώ, και οδεύει άνετα σε καθαρή πιστωτική επέκταση άνω των 4 δις. ευρώ φέτος. Η Πειραιώς αναβάθμισε τον στόχο για καθαρή πιστωτική επέκταση σε άνω των 3,5 δισ. φέτος από άνω των 3,0 δισ. προηγουμένως, έχοντας επιτύχει εκταμιεύσεις νέων δανείων 9,5 δισ. ευρώ στο εννεάμηνο και 3,2 δισ. στο γ’ τρίμηνο. Μάλιστα, η τράπεζα πέρασε πρώτη, έπειτα από 15 χρόνια, σε θετική πιστωτική επέκταση και στη στεγαστική πίστη (45 εκατ. ευρώ). Η Εθνική Τράπεζα ανέφερε ότι θα ξεπεράσει τον στόχο για καθαρή πιστωτική επέκταση, ύψους 2,5 δις. ευρώ φέτος, προσεγγίζοντας τα 3 δισ. Η Εθνική είχε στο εννεάμηνο εκταμιεύσεις δανείων ύψους 5,7 δισ. ευρώ, αυξημένες κατά 10% ετησίως. Όσο για την Alpha Bank, είχε στο εννεάμηνο καθαρή πιστωτική επέκταση 2,2 δισ. ευρώ, επιτυγχάνοντας ήδη τον στόχο έτους.
Η ισχυρή πιστωτική επέκταση για τις ελληνικές τράπεζες αναμένεται να συνεχιστεί και το 2026, με τη συμβολή και της στεγαστικής πίστης, παράλληλα με τις υψηλές πτήσεις, που θα συνεχίσουν να καταγράφουν τα επιχειρηματικά δάνεια.
Όπως αναφέρουν στελέχη τραπεζών στο powergame.gr, μετά τις πρόσφατες βελτιώσεις που ανακοίνωσε η κυβέρνηση στο πρόγραμμα «Σπίτι μου ΙΙ», οι εκταμιεύσεις νέων στεγαστικών δανείων αναμένεται να κλείσουν τη φετινή χρονιά στα 2,6 δισ. ευρώ και να σκαρφαλώσουν στα 3,1 δισ. ευρώ το 2026, σημειώνοντας αύξηση της τάξεως του 20%. Στην αύξηση αυτήν θα συμβάλουν και τα προγράμματα των ίδιων των τραπεζών, καθώς επίσης η μείωση του κόστους δανεισμού, που ενισχύεται και από τη μάχη για την απόκτηση μεριδίων αγοράς. Όπως επισημαίνουν τα στελέχη των τραπεζών, η αναμενόμενη αύξηση της ζήτησης για κατοικία και για στεγαστικά δάνεια δεν συνδέεται κατ’ ανάγκην με αναμενόμενη μείωση των τιμών των ακινήτων. Αλλά με το ότι η διείσδυση της στεγαστικής πίστης είναι πολύ χαμηλή στις αγοραπωλησίες ακινήτων που πραγματοποιούνται και οι ευνοϊκότερες συνθήκες για λήψη δανείου, συν η πραγματικότητα του ότι ο κόσμος έχει ανάγκη για στέγη, θα στρέψουν περισσότερους στον τραπεζικό δανεισμό. Όπως σημειώνουν, το 2024 έγιναν αγοραπωλησίες ακινήτων αξίας 10 δισ. ευρώ, με τα στεγαστικά δάνεια να ανέρχονται σε μόλις 1,8 δισ. ευρώ. Για φέτος, η αξία των αγοραπωλησιών ακινήτων αναμένεται στα 12 δισ. ευρώ με τα στεγαστικά δάνεια να αναμένονται στο τέλος της χρονιάς στα 2,5-2,6 δισ. ευρώ.
Τα στελέχη των τραπεζών μιλούν συνολικά για ένα ξύπνημα των χρηματοδοτήσεων λιανικής το 2026, όχι μόνο στα στεγαστικά δάνεια, αλλά και στα καταναλωτικά. Όπως αναφέρουν, καθώς η καλή μακροοικονομική πορεία της οικονομίας δεν έχει λόγο να αναχαιτιστεί και τα εισοδήματα αυξάνουν ενώ η ανεργία μειώνεται, οι πολίτες αναμένεται να αυξήσουν την κατανάλωση με τραπεζικό δανεισμό. Ήδη διαπιστώνεται ότι όσοι ζητούν καταναλωτικό δάνειο, δεν το κάνουν για να καλύψουν πια βασικές ανάγκες. Αυξημένο εισόδημα συν τραπεζικός δανεισμός χρηματοδοτούν αποφάσεις π.χ. για επισκευές, αλλαγή επίπλων κ.λπ., ενώ μεγάλη ζήτηση παρουσιάζουν και τα δάνεια για αγορά αυτοκινήτου (η τάση αναμένεται να συνεχιστεί, καθώς ο στόλος στην Ελλάδα είναι γερασμένος). Όπως αναφέρουν τα στελέχη των τραπεζών, μέσω τρίτων δικτύων (π.χ. αντιπροσωπείες αυτοκινήτων, εμπορικές αλυσίδες κ.ά.) οι τράπεζες χορηγούν το 50% των καταναλωτικών δανείων.
Στη θετική πορεία της πιστωτικής επέκτασης το 2026 θα συνεχίσουν να συμβάλουν και οι επιχειρήσεις. Οι επιχειρηματικές χορηγήσεις έτρεξαν τον Οκτώβριο με ρυθμό 11,2%, μειωμένο από το 16,1% του Σεπτεμβρίου, αλλά πολλαπλάσιο του ρυθμού με τον οποίο τρέχουν τα επιχειρηματικά δάνεια στην υπόλοιπη Ευρώπη (χαμηλό μονοψήφιο). Οι τράπεζες έχουν ουρά χρηματοδοτήσεων μεγάλων έργων -κυρίως έργα υποδομών, ενέργειας, logistics και ξενοδοχείων-, και μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, ενώ τα χρηματοδοτικά προγράμματα της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας αναμένεται να συντηρήσουν την υψηλή ζήτηση δανείων και από τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.