Η Fed ετοιμάζεται να προχωρήσει σε νέα μείωση επιτοκίων, την τρίτη κατά σειρά, παρά τις ισχυρές ενδείξεις ότι η επιτροπή νομισματικής πολιτικής βρίσκεται αντιμέτωπη με τις βαθύτερες εσωτερικές διαφωνίες της τελευταίας πενταετίας. Ταυτόχρονα, το οικονομικό περιβάλλον περιπλέκεται από τον συνδυασμό επιβράδυνσης της αγοράς εργασίας, επίμονα υψηλών τιμών και των επιπτώσεων των νέων δασμών του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.
Σύμφωνα με έρευνα του Chicago Booth Clark Center για λογαριασμό των Financial Times, η μεγάλη πλειονότητα των κορυφαίων οικονομολόγων αναμένει ότι η Fed θα επιλέξει χαλάρωση, αν και παραδέχεται ότι το συμβούλιο (FOMC) δύσκολα θα παρουσιάσει ενιαίο μέτωπο. Οι αξιωματούχοι διχάζονται μεταξύ της αντιμετώπισης του αποπληθωρισμού στην αγορά εργασίας και της σταθεροποίησης του πληθωρισμού, σε μια στιγμή κατά την οποία οι πιέσεις στο κόστος διαβίωσης εντείνονται για τους Αμερικανούς.
Οι αγορές σχεδόν προεξοφλούν μείωση κατά 25 μονάδες βάσης, ενώ η συντριπτική πλειοψηφία των οικονομολόγων της έρευνας Chicago Booth–FT συμφωνεί ότι το FOMC θα λάβει μέτρα χαλάρωσης για να αναχαιτίσει τη φθίνουσα δυναμική της αγοράς εργασίας.
Το FOMC συνεδριάζει την Τρίτη, με την απόφαση να ανακοινώνεται την επομένη. Εάν επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις, το εύρος στόχου του ομοσπονδιακού επιτοκίου θα διαμορφωθεί στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων τριών ετών.
Οι αξιωματούχοι της Fed αμφιταλαντεύονται μεταξύ αγοράς εργασίας και πληθωρισμού
Τα μέλη της Fed βρίσκονται αντιμέτωπα με το θεμελιώδες δίλημμα του διπλού της ρόλου: σταθερές τιμές και μέγιστη απασχόληση. Από τη μία πλευρά, η κόπωση της αγοράς εργασίας είναι εμφανής. Από την άλλη, ο πληθωρισμός στις υπηρεσίες παραμένει επίμονα πάνω από τον στόχο του 2% που έχει υιοθετηθεί από το 2021.
Πολλοί περιφερειακοί πρόεδροι είχαν ταχθεί κατά της μείωσης του Οκτωβρίου, αλλά δηλώνουν έτοιμοι να στηρίξουν μια νέα, επικαλούμενοι τον κίνδυνο αναζωπύρωσης των τιμών λόγω των δασμών Τραμπ που δεν έχουν ακόμη περάσει πλήρως στην αγορά.
Ο πρόεδρος της Νέας Υόρκης Τζον Ουίλιαμς υπογράμμισε πρόσφατα ότι ένα ακόμη «ασφαλιστικό» βήμα θα ήταν συνετό για να αποφευχθεί περαιτέρω αποδυνάμωση της απασχόλησης.
Μόνο ένας από τους 40 συμμετέχοντες στην έρευνα εκτίμησε ότι η απόφαση θα ληφθεί ομόφωνα. Το 60% προβλέπει δύο διαφωνούντες και το 30% τρεις ή περισσότερους.
Τον πιο πιθανό αρνητή θεωρούν τον Τζεφ Σμιντ της Kansas City Fed, ο οποίος είχε διαφοροποιηθεί και τον Οκτώβριο. Πιθανοί επιπλέον διαφωνούντες εμφανίζονται η Σούζαν Κόλινς της Βοστώνης και ο Όστεν Γκουλσμπι του Σικάγου, αναφέρουν οι FT.
Ιδιαίτερο βάρος όμως έχει η στάση του κυβερνήτη Στίβεν Μίραν, στενού συμμάχου του προέδρου Τραμπ, ο οποίος αναμένεται να ζητήσει ξανά μείωση κατά 50 μονάδες βάσης, ασκώντας πίεση για πιο επιθετική χαλάρωση.
Παρά τα ισχυρά στοιχεία προσλήψεων τον Σεπτέμβριο, η ανεργία έχει αυξηθεί και ιδιωτικά στοιχεία δείχνουν επιτάχυνση των απολύσεων. Οι πιο «γεράκια» της Fed θεωρούν ότι η καταπολέμηση του πληθωρισμού πρέπει να προηγηθεί, ενώ άλλοι προκρίνουν ισορροπία μεταξύ των δύο στόχων.
Στην έρευνα, το 48% των οικονομολόγων δίνει προτεραιότητα στον έλεγχο των τιμών, μόλις 5% στην απασχόληση και οι υπόλοιποι ζητούν ισορροπία.
Η καθηγήτρια Ντέμπορα Λούκας από το MIT υποστήριξε ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει να εγκαταλείψουν τη διπλή εντολή υπέρ ενός ενιαίου στόχου για τον πληθωρισμό, καθώς η επίδραση της νομισματικής πολιτικής στην απασχόληση δεν έχει αποδειχθεί επαρκώς.
Ένα επιπλέον ζήτημα για τη Fed αποτελεί η υπερβολική εξάρτηση της οικονομικής ανάπτυξης από τον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης, ο οποίος έχει οδηγήσει σε έκρηξη επενδύσεων και ανόδου των μετοχών.
Όταν ρωτήθηκαν για την επίδραση μιας πιθανής πτώσης 20% του S&P 500, το ένα τρίτο των οικονομολόγων προέβλεψε ύφεση λόγω σημαντικής υποχώρησης κατανάλωσης και επενδύσεων. Τα δύο τρίτα θεωρούν ότι η ανάπτυξη θα επιβραδυνθεί, αλλά όχι σε επίπεδο βαθιάς ύφεσης.