ΤΜΕΔΕ: Γιατί οι τράπεζες δεν βλέπουν φούσκα στην πράσινη μετάβαση

Το ΤΜΕΔΕ διοργανώνει το 2ο Διεθνές Συνέδριο «Redefining the Future Horizons: Σχεδιάζοντας τις βιώσιμες στρατηγικές του αύριο»

Το ΤΜΕΔΕ διοργανώνει το 2ο διεθνές συνέδριο «Redefining the Future Horizons: Σχεδιάζοντας τις βιώσιμες στρατηγικές του αύριο» © ΤΜΕΔΕ

Οι δυνατότητες αξιοποίησης των πράσινων χρηματοδοτικών εργαλείων τέθηκαν στο επίκεντρο της συζήτησης, η οποία έλαβε χώρα στο πλαίσιο του 2ου διεθνούς συνεδρίου «Redefining the Futures Horizons: Σχεδιάζοντας τις βιώσιμες στρατηγικές του αύριο», το οποίο διοργανώνεται από το Ταμείο Μηχανικών Εργοληπτών Δημόσιων Έργων (ΤΜΕΔΕ), στις 9 και 10 Δεκεμβρίου, στο κτίριο του Συλλόγου Υπαλλήλων Τράπεζας Ελλάδος, επί της οδού Σίνα 16, στην Αθήνα.

Οι συμμετέχοντες ομιλητές, κατά τη διάρκεια της θεματικής ενότητας «Νέα χρηματοδοτικά εργαλεία και εξοικονόμηση φυσικών πόρων. Ρεαλισμός ή Ουτοπία;», η οποία έγινε υπό τον συντονισμό της δημοσιογράφου Αθανασία Ακρίβου, προσπάθησαν να αναδείξουν τις νέες τάσεις χρηματοδότησης, τα «πράσινα» εργαλεία στήριξης των επιχειρήσεων, αλλά και τις διαφορές μεταξύ των μεγάλων και των μικρομεσαίων εταιρειών, οι οποίες αποτελούν το 90% «της πίτας» στην Ελλάδα.

Πιο αναλυτικά, ο Θάνος Βλαχόπουλος, Head of Large Corporate & Wholesale Products, Τράπεζα Πειραιώς, εξήγησε ότι η τάση στο τραπεζικό σύστημα είναι να αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητα με ταχύτητα κι αποτελεσματικότητα. Σήμερα η Τρ. Πειραιώς, όπως εξήγησε, έχει χρηματοδοτήσει έργα ισχύος 5,6 GW. Πρόκειται για 4 δισ. ευρώ αποκλειστικά σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Η κλιματική αλλαγή, συνέχισε, μπορεί να καθυστερήσει μόνο μέσα από τέτοια έργα σε ΑΠΕ, υποδομές, waste management κλπ. «Είμαστε παρόντες όχι μόνο λεκτικά, αλλά και ουσιαστικά», έσπευσε να προσθέσει.

Ειδική αναφορά έκανε στον διαφορετικό βαθμό ωριμότητας μεταξύ των μεγάλων επιχειρήσεων και των ΜμΕ. «Και εκεί ακριβώς νομίζω ότι είναι ο ρόλος των τραπεζών και γενικά του χρηματοπιστωτικού κλάδου. Πώς μπορεί να παίξει τον ρόλο του συμβούλου και να κινητοποιήσει όλες τις δυνάμεις», τόνισε. Ερωτηθείς για τα βασικά προβλήματα, παρέπεμψε στο ζήτημα της γραφειοκρατίας, στις συνεχείς αλλαγές των σχεδίων που υποβάλλονται από τις εταιρείες, αλλά και στο πολυδαίδαλο σύστημα ανάμεσα σε πολεοδομία, υπουργεία και διάφορες άλλες αρχές. Γνωστοποίησε, ως παράδειγμα, ότι η Τρ. Πειραιώς έχει σε αναμονή επενδυτικά σχέδια του Ταμείου Ανάκαμψης, ύψους 2,5 δις. ευρώ, τα οποία κυρίως καθυστερούν από τη γραφειοκρατία. «Αλλά πιστεύουμε ότι το σπιρντ “βγαίνει”», συμπλήρωσε, εκφράζοντας την αισιοδοξία του για την έγκαιρη ολοκλήρωση των διαδικασιών.

Από την πλευρά του, ο Ιωάννης Σεραφειμίδης, Chief Retail Growth Officer, Eurobank, εστίασε στο πλήθος των εργαλείων που είναι διαθέσιμα για επιχειρήσεις και ιδιώτες. «Και να μην υπήρχαν, θα φτιάχνονταν γιατί υπάρχουν πολύ μεγάλες ανάγκες», σημείωσε με νόημα. Εάν και αναγνώρισε ότι σε επίπεδο ιδιωτών υπάρχει ένα ζήτημα ρευστότητας και ένα έλλειμμα γνώσης, παρατήρησε ότι η ζήτηση είναι αρκετά μεγάλη. Κι αυτό οφείλεται σε μια σειρά παραγόντων.

Συγκεκριμένα, παρέπεμψε 1) στη γήρανση του κτηριακού αποθέματος, με αποτέλεσμα τα σπίτια να μην πληρούν τις ενεργειακές προδιαγραφές, 2) στο λεγόμενο «Fear of Missing Out» για τα νέα προγράμματα, 3) στο υψηλό κόστος ενέργειας και στην αβεβαιότητα της αγοράς, 4) στα αναβαθμισμένα πρότυπα διαβίωσης, 5) στην τάση για έξυπνα σπίτια, 6) στην ανάγκη για προστασία από τα καιρικά φαινόμενα και τις κλοπές, 7) στην ανάγκη για αυτονόμηση και 8) στην ανάγκη για επενδύσεις, όπως βλέπουμε στα κέντρα των μεγάλων πόλεων.

Τέλος, ο Ιωάννης Νεοκοσμίδης, Director of Portfolio Management & Investment Advice, EUROXX, επεσήμανε ότι θέλουμε ένα μοντέλο ανάπτυξης, το οποίο δεν θα βασίζεται μόνο στην κατανάλωση των πόρων, αλλά και στην προστασία αυτών των πόρων. Επικαλούμενος έρευνα της ΕΚΤ, διευκρίνισε ότι για να γίνει αυτό πραγματικότητα θα χρειαστούν 600 – 700 δισ. ευρώ. «Κανείς δεν το βλέπει ως κόστος […] Είναι μια ευκαιρία, που μπορεί να φέρει τρομερά αποτελέσματα αν τη διαχειριστούμε σωστά», τόνισε.

Αυτή η ευκαιρία, συμπλήρωσε, αφορά κυρίως τις επιχειρήσεις που πρέπει να μετασχηματιστούν πρώτα. Όπως παρατήρησε, οι εταιρείες υψηλές κεφαλαιοποίησης έχουν ήδη τρέξει πολύ γρήγορα. Οι ΜμΕ, από την πλευρά τους, αντιμετωπίζουν ένα πρόβλημα, το οποίο είναι κυρίως ποιοτικό, με αποτέλεσμα να μην έχουν εκμεταλλευτεί τα διαθέσιμα εργαλεία. «Δεν υπάρχει η συμβουλή για το πώς να αντλήσουν κεφάλαια και πώς να συντάξουν μια πρόταση για να αντλήσουν κεφάλαια», ανέφερε, χαρακτηριστικά, εκφράζοντας ωστόσο, την πεποίθηση ότι σύντομα αυτό θα αλλάξει.

Ερωτηθείς, τέλος, για το αν πρόκειται για… φούσκα, ο Ιωάννης Νεοκοσμίδης εμφανίστηκε καθησυχαστικός. «Είναι μια πλούσια αγορά, αλλά δεν είναι σε φούσκα», ξεκαθάρισε, εξηγώντας ότι «η πράσινη μετάβαση πατάει μόνο σε θεμελιώδη». Επιβεβαίωσε δε, ότι «το ρυθμιστικό πλαίσιο είναι θετικό […] και οι χρηματοδοτήσεις είναι στη θετική πλευρά», ενώ επανέλαβε ότι δεν υπάρχει κίνδυνος υπερ-επένδυσης, καθώς όλα αυτά τα κριτήρια υιοθετούνται πλέον από τον βασικό κορμό των επιχειρήσεων.