Την πρώτη σταδιακή στροφή των εσόδων των τραπεζών από τους τόκους σε έσοδα προμηθειών σηματοδότησε η σύνθεση των εσόδων των τραπεζών το α’ τρίμηνο του 2025. Σημειώνεται ότι για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες τα έσοδα α’ τριμήνου από τόκους ανήλθαν σε 2,038 δισ. ευρώ και τα έσοδα από προμήθειες σε 538,5 εκατ. ευρώ.
Μέχρι πρότινος και ύστερα από ένα δ΄ τρίμηνο-ρεκόρ για τα επιτοκιακά έσοδα των τραπεζών και μία χρήση (2024) που δεν πρόκειται να επαναληφθεί για τα έσοδα που εισέπραξαν από τόκους οι τράπεζες, το α΄ τρίμηνο 2025 έδειξε ότι οι ισορροπίες αλλάζουν για τη σύσταση της κερδοφορίας των τραπεζών. Λόγω του περιβάλλοντος μειωμένων επιτοκίων, η πηγή κερδοφορίας που προέρχεται από τα επιτοκιακά έσοδα μπαίνει πλέον σε φθίνουσα πορεία, ενώ, αντίθετα, ανοδικά θα κινηθεί εφεξής η συμβολή των εσόδων από προμήθειες. Η «εξισορρόπηση» της ζυγαριάς θα λειτουργήσει ευνοϊκά για τις ελληνικές τράπεζες, διασφαλίζοντας μακροπρόθεσμη κερδοφορία που δεν θα εξαρτάται από τις κινήσεις των επιτοκίων.
Σημειώνεται ότι μέχρι τώρα τα έσοδα από τόκους συνεισέφεραν σε ποσοστό 77,30% στα συνολικά λειτουργικά έσοδα των τεσσάρων μεγάλων ελληνικών τραπεζών, που εποπτεύονται από την ΕΚΤ, έναντι ποσοστού συνεισφοράς 58,87% για τα 109 συστημικά πιστωτικά ιδρύματα της Ε.Ε. Από την άλλη πλευρά, τα έσοδα από προμήθειες, ως ποσοστό στα συνολικά λειτουργικά έσοδα των 109 συστημικών τραπεζών της Ε.Ε., ανέρχονταν σε 28,79%, έναντι 17,86% για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες της Ελλάδας. Η παραπάνω ψαλίδα στις πηγές κερδοφορίας, όπως την αποτύπωναν τα τελευταία συγκριτικά στοιχεία του SSM, αποτελούσε συγκυριακά (σ.σ. λόγω του περιβάλλοντος υψηλών επιτοκίων) πλεονέκτημα για τις ελληνικές τράπεζες όσον αφορά τα έσοδα από τόκους, αλλά μόνιμο μειονέκτημα στο σκέλος των εσόδων από προμήθειες. Γεγονός που δεν διασφάλιζε σταθερή υψηλή κερδοφορία μεσομακροπρόθεσμα, με αποτέλεσμα ο SSM αλλά και οι επενδυτές να μιλούν για υστέρηση των ελληνικών τραπεζών στα έσοδα προμηθειών και να ζητούν αύξησή τους στο μείγμα κερδών.
Η πρώτη μεταστροφή των ελληνικών τραπεζών στα έσοδα από προμήθειες έγινε ορατή στα αποτελέσματα του α’ τριμήνου. Η Πειραιώς, που ανακοίνωσε πρώτη αποτελέσματα, έδειξε αύξηση των καθαρών εσόδων προμηθειών στο 25% ως ποσοστό των καθαρών εσόδων. Ειδικότερα, για την Πειραιώς τα καθαρά έσοδα προμηθειών ανήλθαν σε 160 εκατ. ευρώ το α’ τρίμηνο 2025, αυξημένα κατά 10% σε ετήσια βάση, ωθούμενα κυρίως από τις προμήθειες χρηματοδοτήσεων, τα τραπεζοασφαλιστικά προϊόντα, τη διαχείριση κεφαλαίων πελατών και τα έσοδα από μισθώματα. Σε τριμηνιαία βάση τα καθαρά έσοδα προμηθειών υποχώρησαν κατά 5%, εξαιτίας των πρόσφατων κυβερνητικών μέτρων για τις προμήθειες, τα οποία επηρέασαν κυρίως τις μεταφορές κεφαλαίων και τις προμήθειες πληρωμών. Τα καθαρά έσοδα προμηθειών ως ποσοστό του ενεργητικού ανήλθαν σε 0,8% στο τρίμηνο.
Τα έσοδα από τόκους της Πειραιώς διαμορφώθηκαν σε 481 εκατ. ευρώ το α’ τρίμηνο 2025, μειωμένα κατά 6% σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο, εξαιτίας κυρίως των χαμηλότερων επιτοκίων εκτοκισμού του δανειακού χαρτοφυλακίου μετά τις μειώσεις επιτοκίων της ΕΚΤ. Το μέσο Euribor 3 μηνών μειώθηκε κατά 140 μονάδες βάσης από το υψηλότερο σημείο του δ’ τριμήνου του 2023, σε σύγκριση με τη μείωση 113 μονάδων βάσης των επιτοκίων των δανείων. Από την άλλη πλευρά, η ενίσχυση των δανειακών υπολοίπων μετρίασε την επίδραση των επιτοκίων, ενώ τα υπόλοιπα καταθέσεων ταμιευτηρίου και όψεως και η χαμηλότερη τιμολόγηση των προθεσμιακών καταθέσεων αναμένεται να μειώσουν το κόστος χρηματοδότησης. Συνολικά, ο δείκτης καθαρού περιθωρίου επιτοκίου υποχώρησε ελαφρώς στο 2,4% το α’ τρίμηνο.
Οι παραπάνω παράγοντες για τα έσοδα από τόκους και προμήθειες ίσχυσαν και για τις υπόλοιπες τράπεζες. Έτσι:
Για τη Eurobank τα καθαρά έσοδα από τόκους αυξήθηκαν σε ετήσια βάση κατά 11,7% και διαμορφώθηκαν σε 638 εκατ. ευρώ, με το καθαρό περιθώριο επιτοκίου να υποχωρεί κατά 34 μονάδες βάσης το δωδεκάμηνο, σε 2,53%. Τα καθαρά έσοδα από αμοιβές και προμήθειες ενισχύθηκαν κατά 24,8% έναντι του α’ τριμήνου 2024 και ανήλθαν σε 169 εκατ. ευρώ, κυρίως λόγω των εσόδων από τις εργασίες του Δικτύου και τη Διαχείριση Περιουσίας, αντιστοιχώντας σε 67 μονάδες βάσης επί του συνολικού ενεργητικού.
Στην Εθνική Τράπεζα, μετά την απότομη μείωση των μέσων τριμηνιαίων επιτοκίων Euribor κατά περίπου 100 μ.β. από το τέλος του γ’ τριμήνου 2024, τα καθαρά έσοδα από τόκους υποχώρησαν σε 524 εκατ. το α’ τρίμηνο 2025, μειωμένα κατά -9% σε ετήσια βάση. Τα καθαρά έσοδα από προμήθειες ανήλθαν σε 102 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά +14% ετησίως. Πρόκειται για επίδοση που οφείλεται κυρίως στις προμήθειες Εταιρικής Τραπεζικής, οι οποίες ενισχύθηκαν κατά 35% σε ετήσια βάση, με αιχμή του δόρατος τις προμήθειες χρηματοδοτήσεων (+79%). Στη Λιανική Τραπεζική οι προμήθειες αυξήθηκαν επίσης κατά 15% ετησίως σε συγκρίσιμη βάση, με την πιο αξιοσημείωτη αύξηση να παρατηρείται στα επενδυτικά προϊόντα (+60% σε ετήσια βάση).
Η Alpha Bank, τέλος, είχε το α’ τρίμηνο 2025 καθαρά έσοδα τόκων 395,3 εκατ. ευρώ, μειωμένα κατά 10,4 εκατ. ή 2,6% σε τριμηνιαία βάση, ως αποτέλεσμα κυρίως της αρνητικής επίπτωσης κατά €8,8 εκατ. από το μικρότερο ημερολογιακά τρίμηνο. Τα καθαρά έσοδα από προμήθειες ανήλθαν σε 107,5 εκατ. ευρώ από 114,4 εκατ. το προηγούμενο τρίμηνο (-6% σε τριμηνιαία βάση), παρά την υψηλότερη συνεισφορά από προμήθειες εργασιών διαχείρισης χαρτοφυλακίου και Bancassurance, λόγω της μείωσης των προμηθειών από κάρτες και πληρωμές, ως αποτέλεσμα των κυβερνητικών μέτρων που ανακοινώθηκαν τον Δεκέμβριο 2024. Σε ετήσια βάση, η επίδοση του α’ τριμήνου ήταν υψηλότερη κατά 11% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο πέρυσι.