Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ΕΚΤ, πρέπει να είναι προσεκτική με ενδεχόμενες περαιτέρω μειώσεις επιτοκίων, δηλώνει ο κεντρικός τραπεζίτης της Εσθονίας Μάντις Μίλερ. Η ΕΚΤ δεν μπορεί να αποκλείσει νέες μειώσεις του κόστους δανεισμού, αλλά πρέπει να κινηθεί με προσοχή, καθώς δεν διαφαίνεται ακόμη σαφής ανάγκη για ενεργή στήριξη της οικονομικής ανάπτυξης, σύμφωνα με το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ.
«Για μένα, το σημείο εκκίνησης είναι ότι τα επιτόκια είναι ήδη αρκετά χαμηλά ώστε να μην παρεμποδίζουν την οικονομική ανάκαμψη», δήλωσε τη Δευτέρα σε συνέντευξή του στο Ταλίν ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας της Εσθονίας. Ενώ θα μπορούσε να δικαιολογηθεί περαιτέρω χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής, «δεν μου φαίνεται προφανές ότι πρέπει να μειώσουμε τα επιτόκια σημαντικά».
Ο Μίλερ ανέφερε ότι η ΕΚΤ βρίσκεται «σε ένα σημείο ισορροπίας», στο οποίο θα απαιτούνταν σαφείς λόγοι για να προχωρήσει σε περαιτέρω νομισματική τόνωση πέραν των υφιστάμενων επιπέδων — «και νομίζω πως είναι ακόμη υπό συζήτηση το αν αυτοί οι λόγοι είναι επαρκώς ισχυροί σήμερα».
Οι οικονομολόγοι και οι επενδυτές αναμένουν μια όγδοη μείωση επιτοκίων στον παρόντα κύκλο τον επόμενο μήνα, καθώς ο πληθωρισμός υποχωρεί προς τον στόχο του 2% και η ευρωπαϊκή οικονομία αντιμετωπίζει απότομες αναταράξεις από τις αλλαγές στην εμπορική πολιτική των ΗΠΑ.
Αν και ορισμένοι αξιωματούχοι έχουν δηλώσει δημόσια ότι υποστηρίζουν μια νέα μείωση στις 5 Ιουνίου και είναι ανοιχτοί σε περισσότερες κινήσεις αργότερα, άλλοι τηρούν πιο επιφυλακτική στάση — επικαλούμενοι ενδεχόμενους πληθωριστικούς κινδύνους στο μέλλον. Το Σάββατο, η Ιζαμπέλ Σνάμπελ, μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, επανέλαβε την ανάγκη για «σταθερότητα χειρισμών», λέγοντας πως το κόστος δανεισμού πρέπει να παραμείνει κοντά στα τρέχοντα επίπεδα.
Ο Μίλερ επεσήμανε ότι οι προκλήσεις περιλαμβάνουν τη σύγχυση στο διεθνές εμπόριο και την αβεβαιότητα γύρω από δασμούς, στοιχεία που ενδέχεται να επιβραδύνουν τη δυναμική ανάπτυξης της ευρωζώνης και να μετριάσουν τις πληθωριστικές πιέσεις. Ωστόσο, αυτό το τοπίο θα μπορούσε να αλλάξει εάν η Ευρωπαϊκή Ένωση προχωρήσει σε ανταποδοτικούς δασμούς, μετά την τρέχουσα 90ήμερη περίοδο διαπραγματεύσεων με την κυβέρνηση των ΗΠΑ.
Ο ίδιος σημείωσε επίσης πως ενδέχεται να προκύψουν πληθωριστικές πιέσεις από τη δημοσιονομική πολιτική στην Ευρώπη, ειδικά μετά τις δεσμεύσεις των κυβερνήσεων για σημαντική αύξηση των αμυντικών δαπανών.