Την ψήφο των επενδυτών, που έχει αποτυπωθεί στην πορεία των μετοχών τους στο χρηματιστήριο, λαμβάνουν οι ελληνικές τράπεζες. Οι τραπεζικές μετοχές έχουν καταγράψει κέρδη 17,5% τον Μάιο και σχεδόν 43% στο πεντάμηνο από την αρχή του έτους. Την ίδια στιγμή, οι αγορές υποδέχτηκαν με μεγάλη ζήτηση τις εκδόσεις ομολόγων, στις οποίες προχώρησαν Πειραιώς και Eurobank και η αύξηση του ποσοστού της Unicredit στην Alpha Bank κατέδειξε την εμπιστοσύνη για τις θετικές προοπτικές του ελληνικού τραπεζικού συστήματος.
Πίσω από την ψήφο εμπιστοσύνης στις ελληνικές τράπεζες βρίσκονται πληθώρα υποστηρικτικών στοιχείων. Οι ελληνικοί τραπεζικοί όμιλοι ενίσχυσαν σημαντικά την κερδοφορία τους, με κέρδη μετά από φόρους και διακοπτόμενες δραστηριότητες ύψους 4,4 δισ. ευρώ το 2024, από 3,8 δισ. ευρώ το 2023, ενώ στο α΄ τρίμηνο του 2025 τα καθαρά κέρδη ανήλθαν σε 1,24 δισ. ευρώ, με «έκρηξη» της πιστωτικής επέκτασης προς τις επιχειρήσεις, η οποία αντιστάθμισε τις απώλειες που αναμένονταν στα έσοδα τόκων εξαιτίας της μείωσης των επιτοκίων από την ΕΚΤ. Αντίβαρο στην πτώση των επιτοκιακών εσόδων που συγκρατήθηκε σε μονοψήφιο ποσοστό, ήταν η ετήσια αύξηση των εσόδων προμηθειών από χρηματοδοτήσεις, τραπεζοασφαλιστικά προϊόντα και διαχείριση κεφαλαίων πελατών, τομείς που παρουσιάζουν μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης προς όφελος των μελλοντικών εσόδων και των κερδών.
Οι επενδυτές βλέπουν ως ιδιαίτερα θετική για τη μελλοντική κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών τη διαφοροποίηση των πηγών εσόδων τους, μέσω και της εξωστρέφειας που αναπτύσσουν πλέον ενεργά εκτός Ελλάδος, αναζητώντας ευκαιρίες για εξαγορές και συνέργειες. Αναμένουν επίσης συνέχιση της υψηλής πιστωτικής επέκτασης και αξιολογούν θετικά τις προοπτικές διανομής υψηλότερων μερισμάτων στους μετόχους τα προσεχή χρόνια, αρχής γενομένης από φέτος, συγκλίνοντας με τα payout ratios των ευρωπαϊκών τραπεζών.
Στα συν των ελληνικών τραπεζών, οι επενδυτές προσθέτουν την βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού τους (τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια έχουν πέσει σε χαμηλά από την είσοδο της Ελλάδας στην ευρωζώνη, ενώ οι ελληνικές τράπεζες επιδεικνύουν ισχυρές αντιστάσεις στη δημιουργία νέων NPLs), την υψηλή ρευστότητα και κεφαλαιακή επάρκεια και τους δείκτες αποδοτικότητας του ενεργητικού και των ιδίων κεφαλαίων, οι οποίοι το 2024 ανήλθαν σε 1,3% και 12,2% αντίστοιχα.
Ξεκινώντας από την Αlpha Bank, με την επαύξηση της συμμετοχής της Unicredit αποκτά ως anchor investor μία από τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές τράπεζες. Ενισχύει έτσι τη στρατηγική της σταθερότητα σε βάθος χρόνου και την ικανότητά της να απορροφά εξωτερικούς κραδασμούς, αποκτά πρόσβαση σε τεχνογνωσία αιχμής στους τομείς της καινοτομίας, των ψηφιακών υπηρεσιών και της διαχείρισης κινδύνων και δυνατότητα διεύρυνσης σε αγορές της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης. Η Alpha Bank έχει προχωρήσει μέσα σε ένα τρίμηνο σε τρεις εξαγορές (Astro Bank στην Κύπρο, Flexfin και AXIA). Με την τελευταία (ΑΧΙΑ) στοχεύει στη δημιουργία της μεγαλύτερης πλατφόρμας επενδυτικής τραπεζικής και κεφαλαιαγορών στην Ελλάδα και την Κύπρο, με τα έσοδα επενδυτικής τραπεζικής και χρηματιστηριακών συναλλαγών να αναμένεται να τριπλασιαστούν τα επόμενα έτη (εκτιμάται ότι θα υπερβούν τα 45 εκατ. ευρώ από 10-15 εκατ. ευρώ σήμερα). Η δημιουργία κεφαλαίων από την Alpha Bank θα ανέλθει σωρευτικά στην τριετία 2025 – 2027 σε 3 δις. ευρώ, με τον στόχο για διανομή κερδών στους μετόχους να κινείται σταθερά τουλάχιστον στο 50% τα επόμενα χρόνια.
Η Eurobank έχει να επιδείξει σημαντικά διαφοροποιημένη βάση πηγών εσόδων, με προοπτική το 55% των κερδών της το 2027 να προέρχεται από το εξωτερικό. Η Διοίκηση της Τράπεζας έχει μιλήσει για ιδιαίτερα θετικές προοπτικές τα επόμενα έτη, στηριζόμενη σε τρεις πυλώνες δράσης. Πρώτον, στην περαιτέρω πιστωτική επέκταση, περίπου 8% ετησίως, δεύτερον, στην στρατηγική προτεραιοποίηση των δραστηριοτήτων διαχείρισης περιουσίας και private banking και τρίτον, στα αποτελέσματα και στις συνέργειες από την ηγετική παρουσία της Τράπεζας στην Κύπρο, όπου μετά την απόκτηση της Ελληνικής Τράπεζας, ο Όμιλος Eurobank συγκροτεί ένα πρωτοπόρο χρηματοοικονομικό οργανισμό που θα είναι και ο κεντρικός μοχλός χρηματοοικονομικής επέκτασης σε νέες αγορές όπως η Ινδία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Στόχος είναι το ποσοστό διανομής να ανέρχεται τουλάχιστον στο 50% των κερδών τα επόμενα έτη, με σωρευτική διανομή στην τριετία 2025 – 2027 διπλάσια της περιόδου 2022-2024.
Η Τράπεζα Πειραιώς αποκτά σημαντικό πλεονέκτημα με την απόκτηση της Εθνικής Ασφαλιστικής, η οποία ως συναλλαγή αυξάνει τα κέρδη ανά μετοχή κατά περίπου 5% και την απόδοση ενσώματων ιδίων κεφαλαίων κατά περίπου μία ποσοστιαία μονάδα. Η Πειραιώς καταγράφει την υψηλότερη πιστωτική επέκταση (+16% ετησίως το α΄ τρίμηνο 2025 έναντι 11% μ.ό. του ελληνικών τραπεζών για το 2024), έχει ηγετικό προβάδισμα στα έσοδα από προμήθειες ως προς το σύνολο του ενεργητικού (81 μ.β. το α΄ τρίμηνο 2025, έναντι 59 μ.β. για τις ελληνικές τράπεζες το 2024), είναι πρωταθλήτρια σε επίπεδο κόστους (δείκτης κόστους/έσοδα στο 35%), έχει μειώσει το κόστος κινδύνου σε μόλις 35 μ.β., ενώ παρουσιάζει αύξηση των υπό διαχείριση κεφαλαίων πελατών κατά 25% σε ετήσια βάση, ξεπερνώντας ήδη από το α΄ τρίμηνο τον στόχο για υπό διαχείριση κεφάλαια άνω των 12 δις. ευρώ.
Η Εθνική Τράπεζα, τέλος, βρίσκεται με το μεγαλύτερο απόθεμα κεφαλαίων προς αξιοποίηση, δείκτη απόδοσης ιδίων κεφαλαίων 17,5% και δείκτη απόδοσης ενεργητικού άνω του 2%, από τους κορυφαίους στην Ευρώπη. Η Τράπεζα υλοποιεί ευρύ πρόγραμμα ανάπτυξης και μετασχηματισμού, επενδύοντας στην τεχνολογία κεφάλαια 200 εκατ. ευρώ ετησίως τα τελευταία 5 χρόνια, ενώ υπερέχει σε επενδύσεις μεταξύ του ανταγωνισμού στο Core Banking System, το οποίο θα έχει ολοκληρωθεί σε λιγότερο από ένα χρόνο. Η Διοίκηση σωρεύει ήδη το 60% των κερδών της φετινής χρήσης για διανομή μερίσματος το 2026.