Η UBS Group AG βρίσκεται αντιμέτωπη με πρόσθετες κεφαλαιακές απαιτήσεις ύψους έως $26 δισ. μέσα στην επόμενη δεκαετία, βάσει σχεδίου μεταρρυθμίσεων του τραπεζικού πλαισίου που ανακοίνωσε η ελβετική κυβέρνηση — κλείνοντας μήνες αβεβαιότητας και δίνοντας μεγαλύτερη σαφήνεια στους επενδυτές.
Η μεγαλύτερη πίεση προκύπτει από πρόταση που αυξάνει την απαίτηση για κάλυψη των συμμετοχών της UBS σε ξένες θυγατρικές με ίδια κεφάλαια από 60% σε 100%. Η κυβέρνηση εκτιμά ότι το μέτρο αυτό μόνο θα οδηγήσει σε πρόσθετη κεφαλαιακή ανάγκη ύψους $23 δισ. για τη βασική μονάδα της UBS στην Ελβετία.
Παρά τις απαιτήσεις, η μετοχή της UBS κατέγραψε άνοδο 5% το απόγευμα της Παρασκευής στη Ζυρίχη, καθώς οι επενδυτές θεωρούν ότι τα σενάρια ήταν ήδη ενσωματωμένα στις αποτιμήσεις, μεταδίδει το Bloomberg.
Η ανακοίνωση συνιστά πλήγμα για τον πρόεδρο της UBS, Κολμ Κέλεχερ, και τον διευθύνοντα σύμβουλο Sergio Ermotti, οι οποίοι είχαν ασκήσει έντονο παρασκήνιο για να αποτρέψουν τις αυστηρότερες ρυθμίσεις μετά την κατάρρευση της Credit Suisse το 2023, χαρακτηρίζοντάς τες ως «υπερβολική αντίδραση» που βλάπτει την ανταγωνιστικότητα του ομίλου.
Η κυβέρνηση υποστήριξε τις μεταρρυθμίσεις λέγοντας πως στόχος είναι να καταστεί η UBS πιο ανθεκτική σε κρίσεις και υπογράμμισε ότι το ποσό των $26 δισ. σε κεφάλαια Common Equity Tier 1 αντικατοπτρίζει το συνολικό αποτύπωμα όλων των μέτρων με βάση τον σημερινό ισολογισμό. Παράλληλα, σημειώθηκε ότι ενδέχεται να υπάρξει μείωση κατά $8 δισ. στη χρήση μετατρέψιμου χρέους (AT1), περιορίζοντας την καθαρή ανάγκη για επιπλέον «κεφάλαιο εν λειτουργία» στα $18 δισ..
Η υπουργός Οικονομικών της Ελβετίας, Καρίν Κέλερ-Σάτερ, δήλωσε πως «το τελικό ύψος των απαιτήσεων θα εξαρτηθεί από τις κινήσεις της ίδιας της UBS».
Η νέα απαίτηση για τις θυγατρικές στο εξωτερικό βασίζεται στην ανάγκη η μητρική τράπεζα να μπορεί να αποχωρίζεται θυγατρικές της χωρίς να κινδυνεύει η ίδια της η κεφαλαιακή επάρκεια. Η κυβέρνηση ανέφερε πως ο απαιτούμενος σχηματισμός κεφαλαίου μπορεί ιδανικά να επιτευχθεί χωρίς αύξηση μετοχικού κεφαλαίου ή περιορισμό της οργανικής ανάπτυξης και των διανομών προς τους μετόχους.
Πέρα από τις βασικές αλλαγές, παρουσιάστηκε και δέσμη πρόσθετων μέτρων που θα ενσωματωθούν σε διατάγματα και νόμους, περιλαμβανομένης της ενίσχυσης των εξουσιών της ρυθμιστικής αρχής FINMA.
Το πακέτο περιλαμβάνει επίσης νέους κανόνες για την ποιότητα των κεφαλαίων, με αυστηρότερους ορισμούς για άυλα περιουσιακά στοιχεία όπως αναβαλλόμενοι φόροι και εσωτερικά ανεπτυγμένο λογισμικό — αλλαγές που ενδέχεται να αυξήσουν τις απαιτήσεις κατά $3 δισ. και να τεθούν σε ισχύ ήδη από τα μέσα του 2026 μέσω διατάγματος, χωρίς ανάγκη κοινοβουλευτικής έγκρισης.
Η κυβέρνηση σκοπεύει να υποβάλει το νομοσχέδιο στο κοινοβούλιο το 2027, με στόχο την έναρξη ισχύος μετά το 2029. Η πλήρης συμμόρφωση προβλέπεται να ολοκληρωθεί σε ορίζοντα 6 έως 8 ετών, δηλαδή έως το 2035 ή αργότερα. Αναλυτές, όπως ο Johann Scholtz της Morningstar, τονίζουν ότι η μεταβατική περίοδος είναι μεγαλύτερη από το αναμενόμενο και ότι η μερική απορρόφηση μέσω AT1 περιορίζει την πίεση.
«Από εδώ και πέρα, η UBS έχει περιθώρια να διεκδικήσει παραχωρήσεις και να ενεργοποιήσει μηχανισμούς περιορισμού επιπτώσεων, όπως η μεταφορά κεφαλαίων από θυγατρικές με υπερβάλλοντα κεφάλαια», σημειώνει.