Τράπεζες: Δάνεια 20,6 δισ. προς επιχειρήσεις εκταμίευσαν το 2024

Τον Απρίλιο η χρηματοδότηση των επιχειρήσεων από τις τράπεζες αυξήθηκε με ρυθμό 17,2%, τον υψηλότερο από τον Φεβρουάριο του 2009

Δάνεια © Pixabay

Στην αιχμή του δόρατος για την πιστωτική επέκταση των ελληνικών τραπεζών βρίσκονται τα δάνεια προς επιχειρήσεις, με τα στοιχεία της ΤτΕ στην Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής 2024 – 2025 να δείχνουν ότι η αξία των δανείων που όχι απλώς συνομολογήθηκαν αλλά και εκταμιεύθηκαν το 2024, αυξήθηκαν κατά 7,8 δισ. σε ετήσια βάση και ανήλθαν στα 20,6 δισ. ευρώ, από 12,8 δισ. ευρώ το 2023. Η αύξηση των επιχειρηματικών δανείων συνεχίζεται και το 2025, με τον ετήσιο ρυθμό αύξησης της χρηματοδότησης προς τις επιχειρήσεις να επιταχύνεται τον Απρίλιο σε 17,2% – το υψηλότερο επίπεδο μετά τον Φεβρουάριο του 2009 – από 13,8% τον Δεκέμβριο του 2024 και 6,9% τον Απρίλιο του 2024.

Τα χαρακτηριστικά της τραπεζικής χρηματοδότησης των ελληνικών επιχειρήσεων το 2024, από την βάση αναλυτικών πιστωτικών δεδομένων AnaCredit που παραθέτει η ΤτΕ, δείχνουν ότι από τη συνολική αξία των εκταμιευμένων νέων δανείων, το μεγαλύτερο μερίδιο (δάνεια ύψους 8,5 δισ. ευρώ) κατευθύνθηκε σε επιχειρήσεις μεγάλου μεγέθους. Οι μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις και οι μικρές επιχειρήσεις έλαβαν 3,2 δισ. ευρώ και 1,8 δισ. ευρώ, αντιστοίχως. Σημαντικό ύψος χρηματοδοτικών πόρων (αξίας περίπου 3 δισ. ευρώ) αφορούσε επιχειρήσεις που συστάθηκαν εντός του 2024 για τις οποίες δεν υπήρχαν έως τον μήνα αναφοράς (Φεβρουάριο 2025) δημοσιευμένα οικονομικά στοιχεία ή αριθμός εργαζομένων, προκειμένου για την κατά μέγεθος ταξινόμησή τους. Επιπρόσθετα, αξιόλογο ύψος δανείων συνδεόταν με εταιρείες οι οποίες ταξινομούνται μεν στις πολύ μικρού μεγέθους επιχειρήσεις, δεν είναι ωστόσο αντιπροσωπευτικές της τυπικής πολύ μικρής επιχείρησης. Οι μη αντιπροσωπευτικές αυτές επιχειρήσεις, λόγω της φύσης της δραστηριότητάς τους, απασχολούν μικρό αριθμό εργαζομένων (π.χ. εταιρείες holding) ή παρουσιάζουν πολύ χαμηλό κύκλο εργασιών.

Όσον αφορά το πλήθος δανείων, πάνω από το ήμισυ αναλογούσε στις πολύ μικρές επιχειρήσεις, το οποίο εύλογα αποδίδεται στον μεγάλο αριθμό επιχειρήσεων που ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία και στα κατά κανόνα μικρότερου μεγέθους δάνεια που λαμβάνουν.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της στατιστικής βάσης, τα νέα δάνεια προς επιχειρήσεις  το 2024 αφορούσαν κυρίως επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον κλάδο της βιομηχανίας και μεταποίησης και στην παραγωγή ηλεκτρισμού ή εκμετάλλευση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Ειδικότερα, σε όρους αξίας δανειακών συμβάσεων: 21% συνδεόταν με επιχειρήσεις βιομηχανίας και μεταποίησης, 20% ηλεκτρισμού, φυσικού αερίου, νερού και λυμάτων, 12% χονδρικού και λιανικού εμπορίου, 12% μεταφορών και αποθήκευσης και 10% καταλυμάτων και εστίασης.

Σε ό,τι αφορά το κόστος τραπεζικού δανεισμού των εγχώριων επιχειρήσεων μειώθηκε κατά τη διάρκεια του 2024. Ειδικότερα, η διάμεσος της κατανομής των επιτοκίων νέων δανείων του 2024 διαμορφώθηκε σε 5,0%, έναντι διαμέσου 5,5% το 2023. Το εύρος μεταξύ ελάχιστου και μέγιστου επιτοκίου δανεισμού για το ήμισυ των δανείων που χορηγήθηκαν (αφού αποκλειστεί το 25% των φθηνότερων δανείων και το 25% των ακριβότερων δανείων) – ήταν 160 μονάδες βάσης με όρια 4,3%-5,9%. Τα αντίστοιχα όρια για το 2023 ήταν 4,6%-6,8%.  Το 80% των δανείων που συνομολογήθηκαν είχε επιτόκια μεταξύ 3,8% και 7,3%, έναντι 4%-8,2% κατά το 2023. Σύμφωνα με τα στοιχεία της στατιστικής βάσης AnaCredit, η διάμεσος του ονομαστικού επιτοκίου νέου δανεισμού το 2024 ήταν: 4,5% στις επιχειρήσεις μεγάλου μεγέθους, 4,7% στις επιχειρήσεις μεσαίου μεγέθους, 5,0% και 5,2% στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις αντίστοιχα. Η διάμεσος του επιτοκίου στις πιστωτικές γραμμές ήταν 4,7% και στα δάνεια τακτής λήξης 5,3%, ενώ στις ανακυκλούμενες πιστώσεις διαμορφώθηκε κατά περίπου 80 μονάδες βάσης υψηλότερα έναντι των πιστωτικών γραμμών, σε 5,5%.

Σημειώνεται ότι στην πραγματικότητα πολλές εγχώριες επιχειρήσεις έλαβαν πιο βελτιωμένους όρους τιμολόγησης, λόγω της υπαγωγής τους σε προγράμματα στο πλαίσιο των σύγχρονων χρηματοδοτικών εργαλείων του Ομίλου της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας ή της δανειοδότησής τους μέσω του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF).