Ευρωπαϊκά χρηματιστήρια σε άνοδο ενόψει συνάντησης Τραμπ με Πούτιν

Την επικείμενη συνάντηση Τραμπ με Πούτιν, αλλά και τον αιφνιδιαστικό δασμό στον χρυσό αξιολογούν οι επενδυτές στις ευρωαγορές

Ευρωαγορές © EPA/EMILIO NARANJO

Άνοδο κατέγραψαν στην αρχή της συνεδρίασης οι ευρωαγορές, μετά την ανακοίνωση του Κρεμλίνου ότι ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ και ο Ρώσος ομόλογός του Βλαντίμιρ Πούτιν πρόκειται να συναντηθούν τις επόμενες ημέρες. Η προοπτική αυτής της συνάντησης, που οι επενδυτές ερμήνευσαν ως πιθανή ένδειξη αποκλιμάκωσης στις γεωπολιτικές εντάσεις, σε συνδυασμό με θετικά εταιρικά αποτελέσματα από εισηγμένες του δείκτη Stoxx Europe 600, ώθησε τον πανευρωπαϊκό δείκτη σε άνοδο 0,9%. Σε επίπεδο χωρών, ο γερμανικός DAX έκλεισε με κέρδη 1,1%, ο γαλλικός CAC 40 ενισχύθηκε κατά 1%, ενώ ο βρετανικός FTSE 100 ήταν η μοναδική μεγάλη αγορά που υποχώρησε, σημειώνοντας πτώση 0,7%. Η αρνητική πορεία του Λονδίνου αποδόθηκε στην απόφαση της Τράπεζας της Αγγλίας να μειώσει τα επιτόκια, εξέλιξη που ενίσχυσε τη στερλίνα και επιβάρυνε τις εξαγωγικές μετοχές.

Στη Φρανκφούρτη, οι μετοχές της Rheinmetall βρέθηκαν στο επίκεντρο των πιέσεων, καταγράφοντας πτώση 6,2% και αποτελώντας τη χειρότερη επίδοση του DAX. Ο γερμανικός κολοσσός αμυντικών συστημάτων ανακοίνωσε πωλήσεις 2,43 δισ. ευρώ για το β’ τρίμηνο, χαμηλότερες από τις εκτιμήσεις των αναλυτών που προέβλεπαν 2,5 δισ. ευρώ, ενώ τα κέρδη προ τόκων και φόρων (EBIT) διαμορφώθηκαν στα 236 εκατ. ευρώ, έναντι πρόβλεψης για 295 εκατ. ευρώ. Η εταιρεία απέδωσε την υστέρηση στην καθυστέρηση ανάθεσης συμβολαίων κατά την περίοδο των διαπραγματεύσεων σχηματισμού νέας κυβέρνησης στη Γερμανία, η οποία αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους πελάτες και την κύρια εσωτερική αγορά της. Παρά τη συγκυριακή πίεση, η Rheinmetall επιβεβαίωσε την ετήσια πρόβλεψη, εκτιμώντας ισχυρή ζήτηση στον τομέα της άμυνας και σημαντική εισροή νέων παραγγελιών στο δεύτερο εξάμηνο. Ο διευθύνων σύμβουλος Άρμιν Παπέρκερ τόνισε ότι η εταιρεία βρίσκεται «σε πορεία να εξελιχθεί σε παγκόσμιο ηγέτη της αμυντικής βιομηχανίας» και πλέον αποτελεί «σοβαρό εταίρο για τις αμερικανικές επιχειρήσεις».

Τέλος, κραδασμό στις αγορές προκάλεσε η απόφαση Τραμπ να επιβάλλει δασμό στον χρυσό και πιο συγκεκριμένα στις ράβδους ενός κιλού. Οι νέοι αιφνιδιαστικοί δασμοί έφεραν κύμα αναταραχής στην παγκόσμια αγορά πολύτιμων μετάλλων και πλήγμα για την Ελβετία, η οποία αποτελεί κομβικό κέντρο διακίνησης χρυσού.

Η απόφαση, που φέρεται να περιλαμβάνεται σε έγγραφο της Υπηρεσίας Τελωνείων και Προστασίας των Συνόρων (CBP) των ΗΠΑ, με ημερομηνία 31 Ιουλίου, εντάσσεται στη στρατηγική του προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ, για αναμόρφωση του διεθνούς εμπορίου. Η είδηση πυροδότησε άμεσα ράλι στα συμβόλαια χρυσού στη Νέα Υόρκη, τα οποία εκτινάχθηκαν σε ιστορικά υψηλά. Μέχρι τώρα οι ράβδοι ενός κιλού ή 100 ουγγιών θεωρούνταν εξαιρούμενες από προηγούμενους δασμούς του Τραμπ, συμπεριλαμβανομένου του 39% που είχε επιβληθεί ειδικά στην Ελβετία -το υψηλότερο για ανεπτυγμένη χώρα. Ωστόσο, η CBP αποφάσισε την ένταξή τους σε τελωνειακούς κωδικούς που υπόκεινται σε επιβαρύνσεις, σύμφωνα με την επιστολή που επικαλείται η FT.

Το Bloomberg δεν έχει επιβεβαιώσει ακόμη το περιεχόμενο του εγγράφου, ενώ οι έμποροι και οι αναλυτές προσπαθούν να κατανοήσουν εάν οι δασμοί έχουν ήδη τεθεί σε ισχύ, αν αφορούν όλες τις χώρες ή αν υπάρχουν τρόποι παράκαμψής τους. «Ο χρυσός μετακινείται διαρκώς ανάμεσα σε κεντρικές τράπεζες και αποθεματικά παγκοσμίως. Κανείς μας δεν φανταζόταν ότι θα επιβαρυνθεί με δασμό», σχολίασε ο Ρόμπερτ Γκότλιμπ, πρώην trader πολύτιμων μετάλλων και στέλεχος της JPMorgan Chase & Co. Η εξέλιξη αποτελεί πλήγμα για την Ελβετή πρόεδρο, Καρίν Κέλερ-Ζούτερ, η οποία μετέβη εκτάκτως στην Ουάσιγκτον την Πέμπτη, με στόχο να πείσει τον Λευκό Οίκο να αποσύρει ή να τροποποιήσει την απόφαση. Ωστόσο, δεν κατάφερε ούτε καν να συναντηθεί με τον Τραμπ, επιστρέφοντας με άδεια χέρια.