Με κέρδη άνοιξε αυτή την εβδομάδα η Wall Street με τον S&P 500 να καταγράφει άνοδο κατά 0,3% και όλα αυτά ενόσω οι επενδυτές προετοιμάζονται για μια εβδομάδα γεμάτη δεδομένα, η οποία, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνει δύο στενά συνδεδεμένες εκθέσεις για τον πληθωρισμό.
Ο γενικός δείκτης S&P 500 σημειώνει άνοδο 0,3%, ο τεχνολογικός δείκτης Nasdaq κερδίζει 0,6%, ενώ ο βιομηχανικός δείκτης Dow Jones ξεκίνησε χωρίς μεταβολές αλλά προϊόντος του χρόνου χάνει σταδιακά έδαφος (-0,15%).
Οι επενδυτές αναμένουν δύο κρίσιμες εκθέσεις για τον πληθωρισμό αυτή την εβδομάδα για να αποκτήσουν περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την υγεία της αμερικανικής οικονομίας, μετά τα πιο ασθενέστερα από τα αναμενόμενα στοιχεία για τις προσλήψεις την Παρασκευή. Η έκθεση για τον δείκτη τιμών παραγωγού για τον Αύγουστο αναμένεται να δημοσιευτεί την Τετάρτη το πρωί, ακολουθούμενη από τον δείκτη τιμών καταναλωτή την Πέμπτη. Γενικά όλη η εβδομάδα θα είναι κρίσιμη για τη Wall Street καθώς οι επενδυτές θα λάβουν υπόψη τους διάφορες εκθέσεις.
Τα στοιχεία αυτά έρχονται σε συνέχεια της ασθενικής έκθεσης για την απασχόληση τον Αύγουστο, η οποία τροφοδότησε την ελπίδα των επενδυτών ότι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ είναι σχεδόν βέβαιη ότι θα μειώσει τα βασικά επιτόκια, στη συνεδρίαση πολιτικής της αργότερα αυτόν τον μήνα. Τα στοιχεία για την απασχόληση αύξησαν επίσης την πιθανότητα μείωσης των επιτοκίων κατά μισή μονάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία συναλλαγών από το εργαλείο FedWatch.
«Η αδύναμη έκθεση για την απασχόληση υποστηρίζει την άποψή μας ότι μεταβαίνουμε σε πρώιμο κύκλο – από την κυλιόμενη ύφεση στην κυλιόμενη ανάκαμψη», δήλωσε ο Μάικλ Ουίλσον, στρατηγικός αναλυτής της Morgan Stanley, σε σημερινό σημείωμα. «Ο βραχυπρόθεσμος κίνδυνος συνδέεται με το κατά πόσον η αντίδραση της νομισματικής πολιτικής είναι αρκετά σημαντική. Η πιθανή αστάθεια βραχυπρόθεσμα θα πρέπει να διαμορφώσει ένα ισχυρό φινάλε τόσο στο τέλος του έτους όσο και στο 2026».
Οι επενδυτές θα παρακολουθούν τις εκθέσεις για να αξιολογήσουν την ανθεκτικότητα της οικονομίας, ελπίζοντας να διαπιστώσουν εάν οι μετοχές μπορούν να συνεχίσουν να διαπραγματεύονται σε ιστορικά υψηλά.