THEPOWERGAME
Οι φόβοι για τις οικονομικές επιπτώσεις από την ασταμάτητη άνοδο των τιμών του φυσικού αερίου και του γενικευμένου ράλι στο κόστος της ενέργειας αποτυπώθηκαν την Τετάρτη στις αγορές των μετοχών και των ομολόγων. Η ανησυχία για μια επιβράδυνση της ανάπτυξης οδήγησε τον πανευρωπαϊκό δείκτη Europe Stoxx 600 σε ενδοσυνεδριακές απώλειες έως και 1,9%, με τον Dax στη Φρανκφούρτη και τον FTSE-100 στο Λονδίνο να χάνουν μέχρι και 2,4% και 1,7%, αντίστοιχα. Στις αγορές των κρατικών ομολόγων, το 10ετές κόστος δανεισμού της Γερμανίας διαμορφώθηκε στο υψηλό τετράμηνου, των ΗΠΑ στο υψηλό τριμήνου και της Βρετανίας στο υψηλό σχεδόν των τελευταίων δυόμιση ετών.
Η ανησυχία αυτή μετριάστηκε αργότερα αφού ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, ανακοίνωσε από τη Μόσχα πως η κρατική Gazprom θα αυξήσει την προμήθεια φυσικού αερίου στην Ευρώπη μέσω της Ουκρανίας. Είπε, επίσης, πως οι πωλήσεις στην Ευρώπη μπορεί να φθάσουν σε ρεκόρ μέσα στο 2021 την ώρα που η Ρωσία έχει δεχτεί δριμεία κριτική για τη μείωση των ροών φυσικού αερίου. Τελικά, όμως, ο πανευρωπαϊκός δείκτης Stoxx 600 έκλεισε με πτώση 1,03%, ενώ ο Dax στη Φρανκφούρτη και ο FTSE-100 στο Λονδίνο σημείωσαν απώλειες 1,46% και 1,15%, αντίστοιχα.
Φόβοι για αύξηση του πληθωρισμού και μείωση των μέτρων στήριξης
Οι επενδυτές απεύχονται, μεταξύ άλλων, την ταχύτερη μείωση των μέτρων στήριξης από τις κεντρικές τράπεζες, μια πιθανότητα που ενισχύεται όσο αυξάνεται το κόστος κάλυψης βασικών αναγκών για τα νοικοκυριά όπως είναι η ηλεκτροδότηση και η θέρμανση. Μέσα σε ένα 48ώρο από την Τρίτη στην Τετάρτη, οι τιμές του φυσικού αερίου αναρριχήθηκαν 60% στην Ευρώπη καθώς επικρατεί μεγάλη ανησυχία για το εάν είναι αρκετά τα αποθέματα στη Βρετανία και την Ε.Ε.
Στη Βρετανία, η τιμή του φυσικού αερίου στα συμβόλαια παράδοσης του Νοεμβρίου ξεπέρασε τις 4 στερλίνες ανά θερμική μονάδα την Τετάρτη, αντανακλώντας δεκαπλάσια αύξηση από τις αρχές του έτους. Στην Ολλανδία, αντίστοιχα, η τιμή διαμορφώθηκε στα 162,125 ευρώ ανά μεγαβατώρα, με ημερήσια άνοδο έως και 40% αφού είχε αναρριχηθεί 20% μια ημέρα πριν. Βέβαια η παρέμβαση του Πούτιν οδήγησε αργότερα σε μια υποχώρηση των τιμών. Στη Βρετανία σημειώθηκε πτώση άνω του 5%.
Αναλυτές της αγοράς μιλούν για μια ανεξήγητη αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου που συμπαρασύρει τις χονδρικές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας μαζί με το κόστος του άνθρακα και των δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων. Στο Λονδίνο, η τιμή του πετρελαίου Μπρεντ αναρριχήθηκε μέχρι τα 83 δολάρια το βαρέλι για να υποχωρήσει εν συνεχεία στα 81,38 δολάρια.
Προβλέψεις για εξομάλυνση του οικονομικού τοπίου το 2022
Στο πλαίσιο του Eurogroup που έλαβε χώρα την Τρίτη, οι υπουργοί Οικονομικών της Γαλλίας, της Ισπανίας, της Ελλάδας, της Τσεχίας και της Ρουμανίας συνυπέγραψαν επιστολή όπου ζητούν από την Ε.Ε να αναπτύξει μια εργαλειοθήκη προκειμένου να υπάρχει μια άμεση αντίδραση στις μεγάλες διακυμάνσεις των τιμών. Τόνισαν, επίσης, την αναγκαιότητα συντονισμένων παραγγελιών φυσικού αερίου προκειμένου να «αυξηθεί η διαπραγματευτική ισχύ» της Ε.Ε και παρότρυναν να ληφθούν μέτρα για την αναδιάρθρωση των αγορών ενέργειας.
Οικονομολόγοι τονίζουν πως αν και ο πληθωριστικός κίνδυνος έχει ενισχυθεί κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών, οι τιμές στην Ευρωζώνη παραμένουν χαμηλότερες σε σχέση με τις ΗΠΑ και τη Βρετανία. Η εκτίναξη των τιμών ενέργειας μπορεί να ανατρέψουν το σκηνικό προς τα τέλη του 2021 ή και τις αρχές του 2022, αλλά αυτοί οι βραχυπρόθεσμοι παράγοντες δεν θα μεταβάλουν δραματικά τη γενικότερη εικόνα. Μέσα στο 2022 αναμένεται να έχουν αποδυναμωθεί οι πληθωριστικές πιέσεις με την εξομάλυνση της τεταμένης κατάστασης που επικρατεί σήμερα στις εφοδιαστικές αλυσίδες.
Ειδικότερα, η Berenberg Bank τονίζει πως παραμένει εύρωστη η οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών λόγω της χαμηλής κατανάλωσης από τα πρώτα κύματα της πανδημίας. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της γερμανικής τράπεζας, οι αποταμιεύσεις που συσσώρευσαν τα νοικοκυριά από το πρώτο τρίμηνο του 2020 μέχρι το αντίστοιχο διάστημα του 2021 αναλογούν στο 16% της κατανάλωσης των ΗΠΑ, σχεδόν στο 11% της Ευρωζώνης και στο 14% της Βρετανίας. Απομένει να εξακριβωθεί εάν όντως η κατανάλωση δεν θα πληγεί από την άνοδο του κόστους ενέργειας, διακινδυνεύοντας την πορεία ανάκαμψης των οικονομιών.