Οι φόβοι για το δολάριο από τις πολιτικές Τραμπ ενισχύουν το ευρώ

Ένα ισχυρό ευρώ δεν είναι απαραιτήτως μια θετική εξέλιξη για την Ευρωζώνη. Καθιστά τις ευρωπαϊκές εξαγωγές ακριβότερες και άρα πιο απρόσιτες

Ο Αμερικανός Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ © EPA/JIM LO SCALZO

Αρχές του έτους, όταν είχε κορυφωθεί ο επενδυτικός ενθουσιασμός από την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ και τις υποσχέσεις του για μείωση των κανόνων στις αγορές, μεσουρανούσε το δολάριο και το ευρώ είχε οδηγηθεί στο χαμηλό διετίας. Έκτοτε η αμερικανική οικονομία κινδυνεύει να παγιδευτεί σε ύφεση, λόγω του εμπορικού πολέμου που κήρυξε ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ ενάντια όλου του κόσμου, των περικοπών σε φόρους που εκτιμάται πως θα εκτροχιάσουν τη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας και μιας γενικότερης γεωπολιτικής αβεβαιότητας που πηγάζει από τις σπασμωδικές κινήσεις της κυβέρνησης των Ρεπουμπλικάνων. Οπότε η διεθνής επενδυτική κοινότητα στρέφεται μακρύτερα από το δολάριο, με το ευρώ να έχει ενισχυθεί περίπου 9% από τον περασμένο Ιανουάριο.

Ένα ισχυρό ευρώ δεν είναι απαραιτήτως μια θετική εξέλιξη για την Ευρωζώνη. Καθιστά τις ευρωπαϊκές εξαγωγές ακριβότερες και άρα πιο απρόσιτες, συγκεκριμένα, στις ΗΠΑ που οι οριζόντιοι δασμοί 10% και 25% στο αλουμίνιο, τον χάλυβα και τα αυτοκίνητα ήδη αναμένεται να αυξήσουν τις τιμές. Αν μη τι άλλο, το κόστος των ευρωπαϊκών εξαγωγών για τους Αμερικανούς καταναλωτές μπορεί να γίνει ακόμη πιο τσουχτερό αν επιβεβαιωθούν εκτιμήσεις της Bank of America για άνοδο του ευρώ στα 1,15 δολάρια από τα 1,13  δολάρια που ισχύουν σήμερα. Εκκρεμούν, επίσης, οι εμπορικές διαπραγματεύσεις μεταξύ Ουάσιγκτον και Βρυξελλών που θα κρίνουν την τύχη των «αμοιβαίων» δασμών 20%  που επέβαλε ο Αμερικανός πρόεδρος εις βάρος της Ε.Ε στις αρχές Απριλίου και που ανέστειλε προσωρινά λίγες ημέρες μετά. Σε αυτή τη φάση, οι Αμερικανοί απειλούν με αύξηση των δασμών ακόμη και στο 50%, πιέζοντας την Ε.Ε να προχωρήσει μονομερώς σε μειώσεις χωρίς καμία δέσμευση από την πλευρά τους.

Αν και η κατάσταση της Ευρωζώνης είναι εύθραυστη, η ενίσχυση του ευρώ απεικονίζει την αναζήτηση των επενδυτών για ένα σταθερό οικονομικό περιβάλλον. Το δολάριο παραμένει το παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα και τα αμερικανικά ομόλογα διατηρούν τον κεντρικό ρόλο τους στα χαρτοφυλάκια, αλλά οι επενδυτές διαφοροποιούν περισσότερο τις τοποθετήσεις τους. Η άνοδος των αποδόσεων στα 10ετή αμερικανικά ομόλογα στο 4,64% προ ημερών, φθάνοντας το υψηλό τριμήνου, πηγάζει από τη μαζική ρευστοποίηση θέσεων. Παρομοίως, το 30ετές κόστος δανεισμού των ΗΠΑ ξεπέρασε το 5% λόγω εκτιμήσεων για διόγκωση του χρέους από το 100% στο 134% μέσα σε μια δεκαετία.

Από την άλλη πλευρά, οι αποδόσεις των 10ετών γερμανικών ομολόγων, ένα από τα επικρατέστερα επενδυτικά καταφύγια μαζί με τα αμερικανικά, κινούνται τελευταία στο 2,62% από το 2,9% στα μέσα Μαρτίου. Το θολό οικονομικό τοπίο στην Ευρωζώνη και η επιβράδυνση των μισθολογικών αυξήσεων κατά 2,38% το α’ τρίμηνο του 2025, το χαμηλότερο επίπεδο από το δ’ τρίμηνο του 2021, ευνοούν τη συνέχιση του κύκλου των καθοδικών επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Μια ακόμη μείωση να αναμένεται ξανά στη συνεδρίαση του επόμενου μηνός. Τα χαμηλά επιτόκια αναμένεται να τονώσουν το οικονομικό περιβάλλον, με την ΕΚΤ να έχει τα περιθώρια καθώς ο πληθωρισμός διαμορφώθηκε στο 2,2% τον Απρίλιο. Δεν είναι τυχαίο που αμερικανικές εταιρείες δανείζονται σε όρους ευρώ για να επωφεληθούν από τα χαμηλά επιτόκια. Σύμφωνα με στοιχεία της Bank of America, εταιρείες όπως η Alphabet, η TMobile και η Pfizer έχουν εκδώσει ομόλογα 40 δισ. ευρώ από τις 9 μέχρι τις 15 Μάιου.

Στις ΗΠΑ, πέραν των φόβων για αύξηση του πληθωρισμού από τη δασμολογική πολιτική του Τραμπ, γεγονός που ανακόπτει τις προσδοκίες για μείωση των επιτοκίων από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed), και του επίμαχου φορολογικού νομοσχεδίου που οριακά πέρασε την Πέμπτη από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, επενδυτές και κυβερνήσεις τονίζουν πως οι Ρεπουμπλικάνοι είναι εξαιρετικά απρόβλεπτοι κάτω από τη σημερινή συγκυρία.

«Οι ΗΠΑ δεν είναι πια το κυρίαρχο επενδυτικό καταφύγιο», δήλωσε ο Βίνσεντ Μορτιέ, επικεφαλής επενδύσεων της Amundi που είναι η μεγαλύτερη εταιρεία διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων στην Ευρώπη. Απευθυνόμενος στους Financial Times, υπογράμμισε πως «η χώρα συσχετίζεται πια με ακραία δημοσιονομική απειθαρχία». Μετά την «Ημέρα της Απελευθέρωσης» στις 2 Απριλίου, ο κόσμος συνειδητοποίησε την έκταση της επιθετικής εμπορικής πολιτικής των ΗΠΑ καθώς ο Τραμπ ανακοίνωσε αμοιβαίους δασμούς σε δεκάδες μικρές και μεγάλες χώρες που αργότερα ανέστειλε προσωρινά. Έπειτα,  ο Λευκός Οίκος φαίνεται αποφασισμένος να προχωρήσει με ένα νομοσχέδιο που θα διογκώσει το δημόσιο χρέος της ισχυρότερης οικονομίας του κόσμου παρά την πρόσφατη υποβάθμιση από τον οίκο Moodys.