Τα πρώτα σημάδια κάμψης στην αγορά ακινήτων καταγράφονται στα στοιχεία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), με τα έσοδα από τον φόρο μεταβίβασης να παρουσιάζουν αισθητή μείωση. Η εξέλιξη αυτή επιβεβαιώνει μια γενικότερη τάση επιβράδυνσης στον κλάδο, όπως δείχνουν και οι σχετικοί δείκτες της ΕΛΣΤΑΤ, με τη μείωση της οικοδομικής δραστηριότητας και την κάμψη των ξένων επενδύσεων.
Τα προηγούμενα χρόνια, οι αγορές ακινήτων από το εξωτερικό – κυρίως μεγάλων και πολυτελών ακινήτων σε πόλεις και τουριστικές περιοχές – αποτελούσαν βασικό μοχλό ανάπτυξης. Ωστόσο, η τάση αυτή φαίνεται να εξασθενεί, ενδεχομένως και εξαιτίας των αλλαγών στο πρόγραμμα της «χρυσής βίζας».
Την ίδια στιγμή όμως, οι τιμές των ακινήτων εξακολουθούν να αυξάνονται, αν και με ηπιότερο ρυθμό σε σχέση με τα προηγούμενα έτη. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, το πρώτο τρίμηνο του 2025 οι τιμές των διαμερισμάτων κατέγραψαν ετήσια άνοδο 6,8%, έναντι 10,9% το αντίστοιχο τρίμηνο του 2024 και 13,9% κατά μέσο όρο το 2023. Η περιορισμένη προσφορά νέων κατοικιών, σε συνδυασμό με τη διαρκώς αυξημένη ζήτηση για ενοικίαση λόγω στεγαστικών αναγκών και τουριστικής ζήτησης, φαίνεται να διατηρούν την πίεση στις τιμές.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΑΑΔΕ, το πρώτο τετράμηνο του έτους τα έσοδα από τα μεταβιβάσεις οικοπέδων, αγροτεμάχιων και κατοικιών ανήλθαν στα 180,59 εκατ. ευρώ έναντι 218,79 εκατ. ευρώ στο πρώτο τετράμηνο του 2024, μειωμένα δηλαδή κατά 17,5%. Μόνο τον Απρίλιο η μείωση των εσόδων από πώληση κατοικιών, γραφείων καταστημάτων κ.λ.π. ήταν μειωμένα κατά 22,68% έναντι του Απριλίου του προηγούμενου έτους.
Η εξέλιξη όπως υποστηρίζουν στελέχη της αγοράς, αναμένεται να συνεχισθεί και τους επόμενους μήνες αποδίδοντας τις αιτίες στις ιδιαίτερα υψηλές τιμές των κατοικιών αλλά και στην έλλειψη καινούργιων ακινήτων. Υποστηρίζουν, ότι οι τιμές των παλαιότερων ακινήτων άνω της πενταετίας βρίσκονται και αυτές σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα αποθαρρύνοντας τους υποψήφιους αγοραστές. Επισημαίνουν επίσης ότι η αβεβαιότητα που επικρατεί παγκοσμίως αναγκάζει πολλούς να τηρούν στάση αναμονής μέχρι να ξεκαθαρίσει το τοπίο που σχετίζεται με τους πολέμους όσο και με τους δασμούς.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της αγοράς οι τιμές πώλησης των κατοικιών σε μερικές περιπτώσεις είναι και διπλάσιες της ανώτερης αντικειμενικής αξίας που ισχύει σε μία περιοχή (τιμή ζώνης). Για παράδειγμα:
- Αγία Παρασκευή: Τιμή πώλησης καινούργιων διαμερισμάτων 4.250 ευρώ το τ.μ., παλαιών άνω των 5 ετών 2.400 ευρώ. Κατώτατη τιμή ζώνης 1.500 ευρώ το τ.μ., ανώτατη τιμή ζώνης 2.050 ευρώ.
- Παλαιό Ψυχικό: : Τιμή πώλησης καινούργιων διαμερισμάτων 6.900 ευρώ το τ.μ., παλαιών άνω των 5 ετών 4.600 ευρώ το τ.μ. Κατώτατη τιμή ζώνης 2.950 ευρώ το τ.μ., ανώτατη τιμή ζώνης 4.250 ευρώ.
- Καισαριανή: Τιμή πώλησης καινούργιων διαμερισμάτων 3.100 ευρώ το τ.μ., παλαιών άνω των 5 ετών 2.200 ευρώ. Κατώτατη τιμή ζώνης 1.200 ευρώ το τ.μ., ανώτατη τιμή ζώνης 1.750 ευρώ.
- Φιλοθέη: Τιμή πώλησης καινούργιων διαμερισμάτων 6.500 ευρώ το τ.μ., παλαιών άνω των 5 ετών 5.000 ευρώ. Κατώτατη τιμή ζώνης 2.750 ευρώ το τ.μ., ανώτατη τιμή ζώνης 4.000 ευρώ το τ.μ.
- Ελληνικό: Τιμή πώλησης καινούργιων διαμερισμάτων 5.200 ευρώ το τ.μ., παλαιών άνω των 5 ετών 3.480 ευρώ το τ.μ. Κατώτατη τιμή ζώνης 2.200 ευρώ το τ.μ., ανώτατη τιμή ζώνης 2.650 ευρώ το τ.μ.
Από τα στοιχεία τα ΑΑΔΕ προκύπτει επίσης ότι οι κληρονομιές, δωρεές και γονικές παροχής διατηρούν τη δυναμική των προηγούμενων ετών. Το γεγονός αυτό είναι αποτέλεσμα του αφορολόγητου ορίου που ανέρχεται στα 800.000 ευρώ και αφορά τις δωρεές και τις γονικές παροχές.
Όπως προαναφέρθηκε στο α’ τρίμηνο του 2025 η ιδιωτική οικοδομική δραστηριότητα εμφανίζει στο σύνολο της χώρας μείωση κατά 29,2% στον αριθμό των οικοδομικών αδειών, μείωση κατά 43,5% στην επιφάνεια και μείωση κατά 33,3% στον όγκο, σε σχέση με την περίοδο Ιανουαρίου- Μαρτίου 2024.
Αυτή η εξέλιξη συνδέεται άμεσα με την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας για τον Νέο Οικοδομικό Κανονισμό (ΝΟΚ), η οποία δημιούργησε καθεστώς ανασφάλειας και ουσιαστικά πάγωσε επενδυτικές πρωτοβουλίες.