Ασφαλιστικό: Ανοίγει εκ νέου από το 2028 – Τα σενάρια που έχουν πέσει στο τραπέζι

Η επόμενη κυβέρνηση θα κληθεί να λάβει δραστικές αποφάσεις για το ασφαλιστικό. Από το 2030 οι αλλαγές στα όρια ηλικίας, βαρίδι η υπογεννητικότητα

Ασφαλιστικό © pexels

Μετά το 2028 ανοίγει εκ νέου η συζήτηση για το ασφαλιστικό και την αύξηση των ορίων ηλικίας για συνταξιοδότηση, το οποίο πιέζεται ασφυκτικά από την υπογεννητικότητα που μαστίζει τη χώρα, καθώς τα στοιχεία και τα «καμπανάκια» από ΟΟΣΑ και ΕΛΣΤΑΤ, τα τελευταία χρόνια, δεν βελτίωσαν την κατάσταση, η οποία πλέον είναι οριακή.

Σύμφωνα με τους ειδικούς στο ασφαλιστικό, η επόμενη κυβέρνηση θα κληθεί να λάβει δραστικές αποφάσεις τόσο για την αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης όσο και τη καλύτερη δημοσιονομική κατάσταση του ασφαλιστικού συστήματος, με τη δημιουργία ενός υπερταμείου αλληλεγγύης των γενεών, στο οποίο θα εισρέουν έσοδα από άλλους πόρους, όπως ο ενεργειακός.

Ο διάλογος με τους κοινωνικούς εταίρους αναμένεται να ανοίξει το 2029, ώστε οι όποιες αλλαγές δρομολογηθούν να είναι μετά το δεύτερο εξάμηνο του 2030, όπου θα υπάρχει και σταδιακή αύξηση ανά τετράμηνο στα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης.

Και αυτό γιατί σε επίπεδο δημογραφικού, κάθε χρόνο τα στοιχεία δείχνουν ότι χάνεται μία κωμόπολη, καθώς έχουμε μείωση του πληθυσμού κατά 10% ετησίως. Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, οι γεννήσεις στην Ελλάδα κατά το 2024 ανήλθαν σε 68.467 (35.216 αγόρια και 33.251 κορίτσια), καταγράφοντας μείωση κατά 4,2% σε σχέση με το 2023 που ήταν 71.455. Ωστόσο, και το 2023 οι γεννήσεις υπολείπονταν κατά 6,1% εκείνων που σημειώθηκαν το 2022 και ήταν 76.095.

Ο δείκτης εξάρτησης των ηλικιωμένων αποτελεί «νάρκη» για το ασφαλιστικό, καθώς δεν υπάρχουν εισφορές εργαζομένων για να καλύψουν τις παροχές των συνταξιούχων, λένε οι ειδικοί στον χώρο της κοινωνικής ασφάλισης, κάτι που επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό. Στο χρονικό διάστημα 2030-2050 οι συνταξιοδοτικές δαπάνες προβλέπεται να αυξηθούν από 12,7% του ΑΕΠ σε 14,0% του ΑΕΠ, λόγω του αυξανόμενου αριθμού συνταξιούχων.

Αλλά και σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο δείκτης εξάρτησης ηλικιωμένων έχει αυξηθεί αισθητά τα τελευταία 20 χρόνια. Το 2004, ο δείκτης στην ΕΕ ήταν στο 26,8%, που σημαίνει ότι υπήρχαν περίπου 4 ενήλικες σε ηλικία εργασίας ανά ηλικιωμένο άτομο 65+. Την 1η Ιανουαρίου 2024, ο δείκτης ανέβηκε στο 37%, γεγονός που υποδηλώνει ότι υπήρχαν λιγότεροι από 3 ενήλικες σε ηλικία εργασίας για κάθε ηλικιωμένο άτομο.

Οι πιο γερασμένες περιοχές

Η Ευρυτανία είναι μία από τις τρεις πιο γερασμένες περιφέρειες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς περισσότερα από τα 2/3 των ενηλίκων της είναι ηλικιωμένοι. Με ποσοστό 71,1% προηγείται της Ηπείρου (51,7%), της Πελοποννήσου (48%), της Στερεάς Ελλάδας (46,5%) και της Δυτικής Μακεδονίας (46,1%).

Εξετάζοντας το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 65 ετών και άνω στον συνολικό πληθυσμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ιταλία βρίσκεται στην πρώτη θέση (23%) και ακολουθούν η Ελλάδα, η Φινλανδία, η Πορτογαλία, η Γερμανία και η Βουλγαρία (όλες με 22%).

Στον αντίποδα, οι χώρες με τα υψηλότερα ποσοστά των ατόμων ηλικίας κάτω των 20 ετών ήταν η Ιρλανδία (27%), η Γαλλία (24%) και η Σουηδία (23%).

Οι αλλαγές στο ασφαλιστικό

Η μεταβολή στο προσδόκιμο ζωής εξετάζεται ανά τρία χρόνια από το 2021 και μετά. Το 2024 δεν χρειάστηκε να γίνουν αλλαγές, καθώς από 1/1/2022 οι ηλικίες συνταξιοδότησης των παλαιών, πριν από το 1993, ασφαλισμένων εξομοιώθηκαν με τα γενικά όρια ηλικίας των 62 και 67 ετών. Ο επόμενος σταθμός είναι το 2027, αλλά και εκεί όπως δείχνουν τα πρώτα στοιχεία από την Εθνική Αναλογιστική Αρχή, δεν διαφοροποιούνται ως τότε.

Ωστόσο, μετά το 2030 ξεκινά το μεγάλο μπουμ συνταξιοδοτήσεων της γενιάς των baby boomers, δηλαδή της γενιάς που ξεκίνησε τα εργάζεται μετά το 1985-1990, τότε που η απασχόληση είχε υψηλούς ρυθμούς.

Τα σενάρια που βρίσκονται στο τραπέζι είναι:

  1. Η σταδιακή αύξηση σε βάθος χρόνου στα γενικά όρια συνταξιοδότησης από το 2030. Το μοντέλο που φαίνεται πιθανό για την Ελλάδα, όπως αναφέρει ο ΟΟΣΑ, είναι η αναλογία 1 προς 1 δηλαδή για κάθε 1 έτος που θα αυξάνει το προσδόκιμο, θα αυξάνονται κατά 1 έτος και τα όρια ηλικίας. Με το 1 προς 2/3 τα όρια ηλικίας θα αυξηθούν κατά 8 μήνες για κάθε 12 μήνες αύξησης στο προσδόκιμο ζωής και με 1/3 η αύξηση των ορίων θα είναι ηπιότερη με 4 μήνες για κάθε 1 έτος που θα αυξάνεται το προσδόκιμο ζωής.
  2. Στο πάγωμα μέχρι και το 2030 σε κάθε ανατροπή, στο ισχύον καθεστώς συνταξιοδότησης, καθώς το προσδόκιμο ζωής μειώθηκε λόγω της πανδημίας και δεν έχει ανακάμψει.

Σημειώνεται ότι μια από τις δραματικές επιπτώσεις στο ασφαλιστικό σύστημα που επιφέρει το δημογραφικό πρόβλημα, είναι η αναλογία συνταξιούχων – ασφαλισμένων, η οποία σήμερα είναι στο 1 προς 1,66, όταν η ελάχιστη αναλογία για οριακά «καλό» ασφαλιστικό πρέπει να είναι 1:4. Σε 15 χρόνια θα υποχωρήσει στο 1,25. Αυτό σημαίνει ότι αν σήμερα για κάθε 100 συνταξιούχους υπάρχουν 166 ασφαλισμένοι να τους συντηρούν με τις εισφορές τους, το 2040 σε κάθε 100 συνταξιούχους θα αναλογούν μόνο 125 ασφαλισμένοι για να πληρώνουν τις συντάξεις τους.

Οι αλλαγές στα όρια ηλικίας θα αφορούν:

  • Τους ασφαλισμένους με ηλικίες 50 ως 55 ετών σήμερα, που βρίσκονται σε απόσταση 12 ως 7 έτη για να συμπληρώσουν τα 62 και να αποκτήσουν δικαίωμα είτε για μειωμένη σύνταξη είτε για πλήρη, αν έχουν και 40 χρόνια ασφάλισης. Αυτή η κατηγορία είναι η πιο «επίφοβη» να εγκλωβιστεί σε μια ή και δύο αυξήσεις ορίων ηλικίας, που σημαίνει ότι για κάποιους τα 62 έτη για σύνταξη θα είναι παρελθόν.
  • Τους ασφαλισμένους με ηλικίες 35 ως 50 ετών, οι οποίοι μέχρι να συνταξιοδοτηθούν θα επωμιστούν 2 ως 3 διαδοχικές αυξήσεις στα όρια ηλικίας.
  • Τους νέους ασφαλισμένους που διανύουν τα πρώτα χρόνια του εργασιακού τους βίου και από τώρα θα πρέπει να συμβιβαστούν με την ιδέα ότι θα πάρουν σύνταξη μετά τα 64 και με 42 χρόνια ασφαλιστικού βίου, ή κοντά στα 70 αν έχουν λιγότερα έτη εργασιακού βίου.

Ποιοι σώζονται

Πρόκειται για 5 κατηγορίες ασφαλισμένων, οι οποίες δεν κινδυνεύουν από μια ενδεχόμενη αύξηση στα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης. Και αυτοί είναι:

  • Οι ασφαλισμένοι που έχουν ήδη θεμελιωμένο δικαίωμα συνταξιοδότησης για μειωμένη ή πλήρη σύνταξη σε όλα τα ταμεία με βάση τα όρια ηλικίας που ισχύουν από 19/8/2015 ως 31/12/2021 και από 1/1/2022 και μετά. Όσοι δηλαδή μπορούν να συνταξιοδοτηθούν οποτεδήποτε δεν επηρεάζονται.
  • Ασφαλισμένοι που συνταξιοδοτούνται με διατάξεις ανάπηρου μέλους (τέκνο, σύζυγος, αδελφός).
  • Οι ειδικές κατηγορίες ασφαλισμένων όπως όσοι ανήκουν στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα.
  • Οι ένστολοι για τους οποίους οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης καθορίζονται με ειδικό νόμο.
  • Όσοι βρίσκονται σήμερα στην ηλικία των 57 ετών και πρόκειται να συνταξιοδοτηθούν με πλήρη σύνταξη στο 62ο έτος, έχοντας συμπληρώσει 40 έτη ασφάλισης, ή μαζί με αναγνώριση πλασματικών ετών.