Η Ferrari NV υπέστη τη μεγαλύτερη ημερήσια πτώση μετοχής από το 2016, καθώς οι νέες, πιο συντηρητικές προβλέψεις για τα κέρδη και τα σχέδια ηλεκτροκίνησης απογοήτευσαν τους επενδυτές, επισκιάζοντας την παρουσίαση του πρώτου ηλεκτρικού μοντέλου της εταιρείας.
Επιφυλακτικές προβλέψεις Ferrari για το 2030
Η εταιρεία με έδρα τη Μαρανέλο ανακοίνωσε ότι τα προσαρμοσμένα κέρδη της θα αυξηθούν τουλάχιστον στα 3,6 δισ. ευρώ έως το 2030, από 2,72 δισ. ευρώ φέτος. Αν και η πρόβλεψη υποδηλώνει συνεχή ανάπτυξη, αντανακλά χαμηλότερο ρυθμό αύξησης σε σχέση με τις εκτιμήσεις που είχε παρουσιάσει η διοίκηση στην προηγούμενη ημέρα κεφαλαιαγοράς της, πριν από τρία χρόνια.
«Οι επενδυτές πιθανότατα θα ερμηνεύσουν αυτή την επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης του λειτουργικού κέρδους (Ebit) ως υποχώρηση έναντι του ιστορικού της εταιρείας», σημείωσε ο Tom Narayan, αναλυτής μετοχών στη RBC Capital Markets.
Η μετοχή βουτάει της Ferrari: Ηλεκτροκίνηση στο επίκεντρο
Η μετοχή της Ferrari υποχώρησε έως και 16%, το μεγαλύτερο ενδοημερήσιο ποσοστό πτώσης από τότε που εισήχθη στο χρηματιστήριο του Μιλάνου τον Ιανουάριο του 2016. Οι συναλλαγές μάλιστα ανεστάλησαν προσωρινά λόγω υπερβολικής μεταβλητότητας, ενώ συνολικά η μετοχή έχει χάσει περίπου 12% από τις αρχές του έτους.
Οι προσδοκίες των αναλυτών ήταν ιδιαίτερα υψηλές πριν την εκδήλωση, καθώς ο αριθμός των αναλυτών που σύστηναν “αγορά” της μετοχής είχε φτάσει στο υψηλότερο επίπεδο πενταετίας. Η Ferrari άλλωστε διαπραγματεύεται με πολλαπλασιαστές κερδών παρόμοιους με εταιρείες πολυτελείας όπως η Hermès, παρά με αυτοκινητοβιομηχανίες — και η μετοχή της είχε αγγίξει ιστορικό υψηλό τον περασμένο Φεβρουάριο.
Οι αναλυτές περίμεναν το αντίθετο
Μερικοί αναλυτές εκτιμούσαν ότι η μείωση των στόχων για ηλεκτρικά οχήματα (EVs) θα μπορούσε να ενισχύσει την κερδοφορία της Ferrari, καθώς θα επέτρεπε υψηλότερα περιθώρια από τις παραδοσιακές σειρές supercars.
Σε έκθεση του Σεπτεμβρίου, οι αναλυτές της Deutsche Bank προέβλεπαν ότι η εταιρεία θα παρουσίαζε πιο φιλόδοξους στόχους μεσοπρόθεσμα, επικαλούμενοι τις προοπτικές του περιορισμένης παραγωγής υπεραυτοκινήτου F80.
Ωστόσο, η Ferrari αρκέστηκε σε μικρές αναβαθμίσεις των εκτιμήσεων της για το 2025: αναμένει πλέον καθαρά έσοδα τουλάχιστον 7,1 δισ. ευρώ, έναντι προηγούμενης καθοδήγησης για 7 δισ. ευρώ, και αύξησε την πρόβλεψη για προσαρμοσμένα λειτουργικά κέρδη (Ebitda) κατά 1,5%, σε τουλάχιστον 2,68 δισ. ευρώ.
Οι προβλέψεις «φωτίζουν» χαμηλότερες προσδοκίες
Για το 2030, η Ferrari στοχεύει σε περιθώριο προσαρμοσμένου Ebitda άνω του 40%, ενώ η μέση εκτίμηση των αναλυτών βρίσκεται στο 42%, σύμφωνα με το Bloomberg Intelligence.
Οι προβλέψεις «φαίνονται ελαφρύτερες σε σχέση με τις υψηλές προσδοκίες» και πρόσθεσε ότι ο στόχος της εταιρείας για ελεύθερες ταμειακές ροές περίπου 8 δισ. ευρώ μέσα στην επόμενη πενταετία υστερεί έναντι της δικής του πρόβλεψης για 9 δισ. ευρώ. Επίσης, οι επιστροφές στους μετόχους —περίπου 7 δισ. ευρώ σε μερίσματα και επαναγορές— κρίνονται απογοητευτικές.
Ηλεκτροκίνηση και κινεζική αγορά: διπλή πρόκληση
Η μετοχή της Ferrari είχε σημειώσει άνοδο λίγο πάνω από 2% από την αρχή του έτους μέχρι την Τετάρτη, προτού ξεκινήσει η πτώση. Όμως, η εταιρεία αντιμετωπίζει πλέον πολλαπλές πιέσεις: την ευρύτερη επιβράδυνση της ζήτησης για προϊόντα πολυτελείας, την αβεβαιότητα γύρω από τους δασμούς και τις επιβραδυνόμενες πωλήσεις στην Κίνα.
Νωρίτερα την ίδια ημέρα, η Ferrari είχε ήδη περικόψει τα σχέδιά της για ηλεκτρικά οχήματα, παρότι αποκάλυψε νέα στοιχεία για το πρώτο της EV, την Elettrica, που αναμένεται να λανσαριστεί το 2026. Σύμφωνα με το νέο πλάνο, τα πλήρως ηλεκτρικά μοντέλα θα αποτελούν μόλις το 20% της γκάμας έως το 2030, έναντι 40% που προέβλεπε το σχέδιο του 2022.
Η Ferrari δεν είναι η μόνη που αντιμετωπίζει δυσκολίες στη μετάβαση στην ηλεκτροκίνηση. Άλλοι κατασκευαστές πολυτελών αυτοκινήτων, όπως οι Porsche AG και Mercedes-Benz Group AG, επίσης παλεύουν να προσελκύσουν τους πλούσιους αγοραστές προς τα ηλεκτρικά ή plug-in μοντέλα. Όπως και οι ανταγωνιστές της, η Ferrari επιδιώκει να ανακτήσει δυναμική στην κινεζική αγορά, όπου οι πωλήσεις της έχουν παγώσει τα τελευταία τρίμηνα.