Πώς ένας εθνικοαπελευρωτικός στρατός ελέγχει σπάνιες γαίες στα σύνορα με την Κίνα

Μια περιοχή χωρίς κρατική κυριαρχία μετατρέπεται σε παγκόσμια πηγή κρίσιμων ορυκτών, μέσα σε ένα τοπίο βίας και περιβαλλοντικής καταστροφής

Σπάνιες γαίες, εξόρυξη © Freepik

Η ανελέητη μάχη για τις σπάνιες γαίες και τα κρίσιμα ορυκτά που τροφοδοτούν την ηλεκτροκίνηση και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, μπλέκει με τον εμφύλιο πόλεμο και τη γεωπολιτική ένταση, σε μια περιοχή στα σύνορα της Κίνας, που τα έγκατα της γης είναι πλούσια σε στοιχεία βασικών μετάλλων.

Σε αυτή την περιοχή τα πράγματα είναι ιδιαίτερα περίπλοκα, αναφέρει ανάλυση στο Bloomberg. Κατά μήκος των 2.100 χιλιομέτρων συνόρων που χωρίζουν τη Μιανμάρ από την Κίνα, μια απομονωμένη πόλη σε μια μικρή κοιλάδα, η Πάνγκουα, βρίσκεται στο επίκεντρο μιας παγκόσμιας γεωπολιτικής αναμέτρησης. Περιτριγυρισμένη από κορυφές πνιγμένες στα δάση, που στα ανώτερα υψόμετρα καλύπτονται από χιόνι, η Πάνγκουα υπήρξε για δεκαετίες προπύργιο ενός γερασμένου πολέμαρχου, στενού συμμάχου της σκληρής στρατιωτικής χούντας που κυβερνά τη Μιανμάρ.

Μέχρι πρόσφατα, η ζωή είχε τις δικές της αυστηρές, σχεδόν, φεουδαρχικές, νόρμες. Ξυλοκόποι εισχωρούσαν στα βαθιά δάση για να συλλέξουν σπάνια και πολύτιμα σκληρά ξύλα, τα οποία στη συνέχεια διοχετεύονταν λαθραία στην άλλη πλευρά των συνόρων. Οι ντόπιοι αγρότες ήταν υποχρεωμένοι να καλλιεργούν οπιοφόρες παπαρούνες υπό τον φόβο και την πίεση να καταβάλουν βαριά φορολογία, συντηρώντας έτσι ένα σκοτεινό κύκλωμα διακίνησης.

Όμως, από τα μέσα της δεκαετίας του 2010, η Πάνγκουα και οι γύρω περιοχές άρχισαν να προσελκύουν νέα ενδιαφέροντα. Ομάδες εργατών από τη νότια Κίνα κατέφθαναν συστηματικά, φέροντας στο επίκεντρο ένα άλλο είδος πλούτου — τις σπάνιες γαίες. Αυτά τα στοιχεία κρίσιμων μετάλλων, που περιλαμβάνουν το δισπρόσιο, τέρβιο και άλλα λιγότερο γνωστά αλλά εξαιρετικά σημαντικά ορυκτά, διαθέτουν μοναδικές μαγνητικές και ηλεκτρικές ιδιότητες, απαραίτητα για την παραγωγή σύγχρονων ηλεκτρικών οχημάτων, ανεμογεννητριών και υπερσύγχρονων στρατιωτικών συστημάτων. Έτσι, η Πάνγκουα μετατράπηκε σε μια ανεπίσημη, αλλά ζωτικής σημασίας πηγή πρώτων υλών, σε ένα γεωγραφικό σταυροδρόμι ανάμεσα στην Ασία και τις παγκόσμιες αγορές τεχνολογίας.

Η άνθηση της εξόρυξης των σπάνιων γαιών συνοδεύτηκε από έντονη περιβαλλοντική υποβάθμιση, σύμφωνα με το Bloomberg. Οι εργάτες έσκαβαν βαθμίδες ανοιχτού τύπου στα βουνά, γεμίζοντας τις κοιλάδες με δεξαμενές από τοξικά χημικά μίγματα που κατέληγαν στο υπέδαφος και τα υπόγεια ύδατα. Η οικονομική άνθηση, ωστόσο, προκάλεσε επίσης κοινωνικές αναταραχές. Τζόγος, ναρκωτικά και βία έγιναν κοινό φαινόμενο, δημιουργώντας ένα τοπίο άναρχης ανάπτυξης και κοινωνικής αποσάθρωσης.

Σε αυτό το εκρηκτικό περιβάλλον ήρθε να προστεθεί ένας διαρκής και αιματηρός εμφύλιος πόλεμος. Η ένοπλη αυτονομιστική «Οργάνωση Ανεξαρτησίας Κατσίν» (KIA), μία από τις πιο ισχυρές και οργανωμένες ένοπλες ομάδες της χώρας, ξεκίνησε από τον προηγούμενο χρόνο μια σειρά επιθετικών επιχειρήσεων στην περιοχή, επιδιώκοντας να πάρει τον έλεγχο κρίσιμων περιοχών, μεταξύ των οποίων και η Πάνγκουα. Ιδρύθηκε το 1961 για να διεκδικήσει αυτονομία και πολιτικά δικαιώματα για την εθνική μειονότητα Κατσίν και από τότε ο KIA έχει εξελιχθεί σε στρατιωτική δύναμη με περίπου 20.000 μαχητές και σημαντική εμπειρία σε ορεινές συγκρούσεις.

Η στρατηγική σημασία της Πάνγκουα για σπάνιες γαίες

Η στρατηγική σημασία της Πάνγκουα έγινε εμφανής όταν, μετά από παρατεταμένες συγκρούσεις, οι κυβερνητικές δυνάμεις υποχώρησαν, αφήνοντας την πόλη στα χέρια του KIA. Αυτό το γεγονός ήταν περισσότερο σημαντικό από μια απλή στρατιωτική νίκη — ήταν η κατάκτηση μιας περιοχής πλούσιας σε σπάνιες γαίες, που σήμερα αντιπροσωπεύουν σχεδόν το ήμισυ της παγκόσμιας παραγωγής δισπροσίου και τερβίου, σύμφωνα με την Adamas Intelligence Inc., εταιρεία εξειδικευμένη στην έρευνα για τις σπάνιες γαίες.

Η Μιανμάρ κατατάσσεται σήμερα ως ο τρίτος μεγαλύτερος προμηθευτής σπάνιων γαιών παγκοσμίως, μετά την Κίνα και τις ΗΠΑ, γεγονός που δίνει στον KIA μια σημαντική διαπραγματευτική δύναμη, τουλάχιστον τοπικά. Παρότι η Κίνα παραμένει ο κυρίαρχος παίκτης, με παραγωγή που υπερβαίνει κατά δέκα φορές αυτή της Μιανμάρ, ο έλεγχος του KIA στην Πάνγκουα και τα γύρω ορυχεία σημαίνει πως έχει πια στα χέρια του έναν κρίσιμο παράγοντα στη διεθνή αλυσίδα εφοδιασμού κρίσιμων μετάλλων.

Οι σπάνιες γαίες που εξορύσσονται στην περιοχή δεν μπορούν να υποστούν κατεργασία επί τόπου· χρειάζεται να μεταφερθούν σε εργοστάσια διύλισης στην Κίνα, η οποία κατέχει πάνω από το 60% της παγκόσμιας βιομηχανικής επεξεργασίας. Αυτό διατηρεί την Κίνα σε θέση μονοπωλίου, παρά τους περιορισμούς στην εξαγωγή που επέβαλε πρόσφατα στο πλαίσιο του εμπορικού πολέμου με τις ΗΠΑ. Μέχρι να αναπτυχθούν αξιόπιστες εναλλακτικές διαδρομές ή επεξεργαστικά κέντρα, η Κίνα παραμένει ο απαραίτητος κρίκος στη διακίνηση αυτών των πολύτιμων υλικών.

Το ενδιαφέρον των μεγάλων εταιρειών

Οι μεγάλοι κατασκευαστές τεχνολογίας και αυτοκινητοβιομηχανίας παγκοσμίως έχουν άμεσο ενδιαφέρον για την περιοχή, αναφέρει η ανάλυση του Bloomberg. Έρευνα της Global Witness αποκάλυψε ότι κινεζικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην εξόρυξη στη Μιανμάρ συνεργάζονται με πελάτες όπως η Ford, η Hyundai, η Siemens, η Tesla, η Vestas και η Volkswagen. Αν και πολλές από αυτές τις εταιρείες δηλώνουν ότι εφαρμόζουν αυστηρά πλαίσια δέουσας επιμέλειας για να αποτρέψουν την προέλευση πρώτων υλών από εμπόλεμες ζώνες, η πολυπλοκότητα και η αδιαφάνεια της περιοχής κάνουν δύσκολη την πλήρη διασφάλιση της αλυσίδας εφοδιασμού.

Η επιρροή του KIA δεν περιορίζεται μόνο στην εξορυκτική δραστηριότητα. Με τα έσοδα από τις σπάνιες γαίες χρηματοδοτεί τον εξοπλισμό και την εκπαίδευση των μαχητών του, ενισχύοντας σημαντικά τη στρατιωτική του ισχύ, η οποία πλέον ξεπερνά σε επιρροή ακόμα και ορισμένα κρατικά όργανα της Μιανμάρ. Με αυτόν τον τρόπο, μια ένοπλη εθνική ομάδα μετατρέπεται σε ουσιαστικό παράγοντα στον παγκόσμιο αγώνα για κρίσιμα υλικά, δίνοντας μια νέα διάσταση στη γεωπολιτική των σπάνιων γαιών.

Ταυτόχρονα, η ίδια η εξόρυξη και η βία που τη συνοδεύει προκαλούν σοβαρές περιβαλλοντικές και ανθρωπιστικές συνέπειες. Η μόλυνση των υπόγειων υδάτων, η αποψίλωση δασών και οι μετακινήσεις πληθυσμών αποτελούν καθημερινή πραγματικότητα, αναδεικνύοντας τις σκοτεινές πλευρές της παγκόσμιας μετάβασης προς καθαρές τεχνολογίες. Η αυξανόμενη ζήτηση για σπάνιες γαίες ως βασικό υλικό για την «πράσινη επανάσταση» προκαλεί παράδοξα που δεν μπορούν να αγνοηθούν: ο πόλεμος για την καθαρή ενέργεια, που υποτίθεται ότι φέρνει ειρήνη και βιώσιμη ανάπτυξη, προκαλεί συγκρούσεις και υποβάθμιση σε ορισμένες από τις πιο ευαίσθητες περιοχές του πλανήτη.

Ευάλωτες οι σύγχρονες αλυσίδες εφοδιασμού

Η περίπτωση της Πάνγκουα και του KIA αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς η παγκοσμιοποίηση και η τεχνολογική πρόοδος αλληλεπιδρούν με τους παραδοσιακούς εθνικούς και γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς. Αν και η Κίνα μονοπωλεί διεθνώς την παραγωγή και επεξεργασία σπάνιων γαιών, το γεγονός ότι μια ένοπλη ομάδα στη Μιανμάρ ελέγχει ζωτικούς πόρους καταδεικνύει πόσο ευάλωτες και περίπλοκες είναι οι σύγχρονες αλυσίδες εφοδιασμού.

Στο πεδίο των μαχών, ο KIA χρησιμοποίησε την εκμετάλλευση αυτών των κοιτασμάτων για να χρηματοδοτήσει τον εξοπλισμό και την οργάνωση του, που αποτελείται πλέον από περίπου 20.000 μαχητές. Κάποιοι αναλυτές υποστηρίζουν ότι ο στρατός έχει πλέον πιο ισχυρό ρόλο και οικονομικό κεφάλαιο από πολλά κρατικά όργανα της Μιανμάρ.

Ταυτόχρονα, η ίδια η εξόρυξη και επεξεργασία προκαλεί σοβαρά περιβαλλοντικά προβλήματα και αναζωπυρώνει τη βία. Τα χημικά από τις δεξαμενές έχουν μολύνει υπόγεια ύδατα, τα τοπικά δάση μειώνονται και η εθνοτική σύγκρουση συνεχίζει να εκρήγνυται περιοδικά με συγκρούσεις που αναγκάζουν χιλιάδες αμάχους σε εκτοπισμό.

Η παγκόσμια ζήτηση σπάνιων γαιών αυξάνεται αμείωτα, αλλά η διαχείριση αυτών των πόρων σε περιοχές με ασθενείς θεσμούς και συνεχείς ένοπλες συγκρούσεις δημιουργεί μια από τις πιο σκοτεινές πτυχές του παγκόσμιου μετασχηματισμού προς την «καθαρή ενέργεια» και την «ψηφιακή εποχή», σημειώνει το Bloomberg.

Η διεθνής κοινότητα, συμπεριλαμβανομένων κυβερνήσεων, πολυεθνικών εταιρειών και οργανισμών προστασίας περιβάλλοντος και ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καλείται να αναζητήσει λύσεις που θα εξασφαλίσουν διαφάνεια, βιωσιμότητα και ειρήνη, διαχειριζόμενες την αλληλεπίδραση μεταξύ τεχνολογικής προόδου και κοινωνικών-πολιτικών πραγματικοτήτων. Μέχρι τότε, η Πάνγκουα παραμένει ένα κρίσιμο και ασταθές κομμάτι του παζλ της παγκόσμιας οικονομίας,