Η διεθνής οικονομική επικαιρότητα επικεντρώνεται σήμερα στις επιπτώσεις του εμπορικού πολέμου του Αμερικανού προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ, στον κίνδυνο διόγκωσης του δημοσίου χρέους των ΗΠΑ από μεγάλες περικοπές φόρων και στο ενδεχόμενο απόλυσης του προέδρου της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed), Τζερόμ Πάουελ. Αν και οι αναλυτές θεωρούν πως η παγκόσμια οικονομία διανύει μια περίοδο εξαιρετικής αστάθειας μετά την έναρξη της δεύτερης θητείας του Τραμπ στον Λευκό Οίκο, η αλήθεια είναι πως επικρατεί μεγάλη γεωπολιτική και οικονομική αβεβαιότητα από το 2017 μέχρι σήμερα.
Τότε, ο Τραμπ υπηρετούσε ακόμη την πρώτη θητεία του (2016-2020), σκορπίζοντας τα πρώτα ψήγματα του αμερικανικού προστατευτισμού στον κόσμο. Μέχρι τότε, η παγκόσμια οικονομία δεν υποψιαζόταν τις σαρωτικές συνέπειες που θα είχε η πανδημία της νόσου Covid-19, η ενεργειακή κρίση που ξέσπασε μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και οι αναταραχές στη διεθνή ναυτιλία από τις επιθέσεις των ανταρτών Χούθι της Υεμένης σε εμπορικά πλοία της Ερυθράς Θάλασσας.
Απώλειες δισ. δολαρίων για τις επιχειρήσεις
Έρευνα της EY-Parthenon, την οποία παραθέτουν οι Financial Times, συμπεραίνει πως η γεωπολιτική και οικονομική αβεβαιότητα έχει διαγράψει πάνω από 300 δισ. δολάρια από την κερδοφορία σχεδόν 3.500 εισηγμένων εταιρειών με ετήσια έσοδα άνω του ενός δισ. δολαρίων την περίοδο 2017-2024. «Μετά από χρόνια με φθηνό χρήμα και μια σχετική γεωπολιτική σταθερότητα, ένα κύμα μακροοικονομικών μεταβολών –από εμπορικές εντάσεις μέχρι μεγάλες συγκρούσεις– σημαίνει πως η πολιτική των κυβερνήσεων και τα διεθνή γεγονότα επηρεάζουν περισσότερο τις αξίες και τα κέρδη σε σχέση με αρκετές δεκαετίες πριν», δήλωσε ο Ματς Πέρσον, υψηλό στέλεχος της EY-Parthenon, στη βρετανική εφημερίδα.
Τα πορίσματα της EY-Parthenon συμπλέουν με πρόσφατη έρευνα του πρακτορείου Reuters, βάσει της οποίας ο εμπορικός πόλεμος που έχει κηρύξει ο Ντόναλντ Τραμπ στον υπόλοιπο κόσμο από τον Ιανουάριο του 2025 έχει κοστίσει πάνω από 34 δισ. δολάρια σε ανεκπλήρωτες πωλήσεις και αύξηση δαπανών. Δεκάδες εταιρείες στις ΗΠΑ, την Ασία και την Ευρώπη –συμπεριλαμβανομένων των Apple, Ford, Porsche και Sony– έχουν αποσύρει ή έχουν αναπροσαρμόσει προς τα κάτω τις προβλέψεις για την ετήσια κερδοφορία τους, ενώ οι διοικήσεις τους αδυνατούν να προσδιορίσουν τις δαπάνες τους λόγω των απρόβλεπτων κινήσεων της κυβέρνησης των Ρεπουμπλικάνων στις ΗΠΑ και του Αμερικανού προέδρου.
Οι προειδοποιήσεις για ζημίες από την Stellantis έρχονται να προστεθούν στις χαμένες ευκαιρίες της διεθνούς επιχειρηματικότητας που συσσωρεύονται από τις αρχές του έτους λόγω της αβεβαιότητας που γεννά η δασμολογική πολιτική του Τραμπ. Στην έρευνα του Reuters περιλαμβάνονται 32 εταιρείες του αμερικανικού δείκτη S&P 500, τρεις εταιρείες του πανευρωπαϊκού Stoxx 600 και 21 εταιρείες του ιαπωνικού Nikkei 225.
Οι κερδισμένοι των κρίσεων: Ενέργεια και Άμυνα
Από την πενταετή ανασκόπηση της EY-Parthenon προκύπτει ότι ορισμένες εταιρείες μπορούν και προσαρμόζονται άμεσα στην αντιξοότητα των οικονομικών συνθηκών ή απλά ευνοούνται από τις περιστάσεις ή τις κρίσεις. Ιδιαίτερη αναφορά έγινε στις αμερικανικές Caterpillar, UPS, Pfizer και Merck, αλλά και στις βρετανικές Next, Croda, Rio Tinto και Spirax.
Μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, οι μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες ενέργειας είδαν τα κέρδη τους να εκτινάσσονται λόγω των υψηλών τιμών. Επωφελήθηκαν από τις αυξημένες τιμές πώλησης, ενώ ταυτόχρονα διατήρησαν σχετικά σταθερό το κόστος παραγωγής. Πολλές από αυτές ανακοίνωσαν κέρδη ρεκόρ για το 2022 και το 2023. Καθώς η Ευρώπη προσπάθησε να απεξαρτηθεί από το ρωσικό φυσικό αέριο αγωγών, η ζήτηση για LNG εκτοξεύτηκε. Οι εταιρείες που διαθέτουν υποδομές υγροποίησης και τερματικούς σταθμούς εισαγωγής LNG, καθώς και οι ναυτιλιακές εταιρείες που διαθέτουν πλοία μεταφοράς LNG, είδαν τεράστια αύξηση στην κερδοφορία τους.
Στην Ευρώπη, οι αμυντικές βιομηχανίες ευνοούνται λόγω της ανάγκης των κρατών-μελών να ενισχύσουν τον στρατιωτικό εξοπλισμό τους εξαιτίας της ρωσικής επιθετικότητας.
Οι κίνδυνοι των δασμών Τραμπ για την παγκόσμια οικονομία
Ωστόσο, ελλοχεύουν κίνδυνοι για τη διεθνή επιχειρηματικότητα από τους δασμούς του Τραμπ. Σύμφωνα με το BudgetLab του Πανεπιστημίου Γέιλ, εάν εφαρμοστούν όλα τα εμπορικά μέτρα των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένων δασμών 30% στα προϊόντα από την Ε.Ε., τότε οι συνολικές εισαγωγές θα φορολογούνται έως και 20,6%, αντανακλώντας το υψηλότερο επίπεδο από το 1910. Μια πτώση της κατανάλωσης των ΗΠΑ σε προϊόντα από το εξωτερικό – επειδή θα είναι ακριβότερα – θα έχει άμεσο αντίκτυπο σε εταιρείες από όλες τις γωνιές του κόσμου.