Τα ακροδεξιά – εθνικιστικά κόμματα της Ευρώπης στρέφονται -ξανά με μπόλικο δημαγωγικό τόνο- κατά της εμπορικής συμφωνίας που ανακοίνωσε η Ευρωπαϊκή Ένωση με τις Ηνωμένες Πολιτείες το περασμένο Σαββατοκύριακο — τη στιγμή που ακόμα και παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις εκφράζουν πλέον ανοιχτά τις επιφυλάξεις τους.
Η συμφωνία προβλέπει ότι η ΕΕ θα αποδεχθεί έναν δασμό 15% για το μεγαλύτερο μέρος των εξαγωγών της προς τις ΗΠΑ, ενώ ο μέσος δασμός που θα επιβάλλει η Ευρώπη σε αμερικανικά προϊόντα θα μειωθεί κάτω από το 1% όταν τεθεί σε ισχύ. Ο Επίτροπος Εμπορίου της ΕΕ, Μάρος Σέφτσοβιτς, παραδέχθηκε τη Δευτέρα ότι πρόκειται για «την καλύτερη συμφωνία που μπορούσαμε να εξασφαλίσουμε υπό εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες».
Η συμφωνία, αν και παραμένει ασαφής σε αρκετές λεπτομέρειες, προκαλεί ήδη πολιτικό πονοκέφαλο στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, οι οποίες καλούνται να εξηγήσουν στους πολίτες γιατί τα ευρωπαϊκά προϊόντα θα βρεθούν σε μειονεκτική θέση έναντι των αμερικανικών, την ώρα που η ΕΕ δεσμεύεται σε μαζικές επενδύσεις στις ΗΠΑ. Αυτό έχει προσφέρει έδαφος επίθεσης για την ακροδεξιά, η οποία εδώ και καιρό είναι επικριτική απέναντι στη γραφειοκρατία των Βρυξελλών, αναφέρει το Bloomberg.
«Η “συμφωνία δασμών” με όρους των Αμερικανών αποτελεί παραδοχή αποτυχίας για την ΕΕ», δήλωσε τη Δευτέρα η Άλις Βάιντελ, συμπρόεδρος του γερμανικού ακροδεξιού κόμματος AfD. «Η ΕΕ αποδομεί τις βασικές της βιομηχανίες, την ενεργειακή της επάρκεια και τα θεμέλια της ευημερίας της.»
Η κριτική της Βάιντελ έρχεται ενώ και η γερμανική κυβέρνηση αρχίζει πλέον να εκφράζει ανησυχία για τις επιπτώσεις της συμφωνίας στην οικονομία, παρότι αρχικά την είχε υποδεχθεί με θετικά σχόλια. Η Γερμανία, ως εξαγωγικός κολοσσός, είναι ιδιαίτερα ευάλωτη: μόνο το 2024 εξήγαγε 34,9 δισ. δολάρια σε νέα αυτοκίνητα και ανταλλακτικά προς τις ΗΠΑ.
«Η συμφωνία θα έχει σημαντικές επιπτώσεις για την οικονομία μας», δήλωσε την Τρίτη ο Γερμανός Υπουργός Οικονομικών Λαρς Κλίνγκμπαϊλ. «Θα υπάρξουν απώλειες στον ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης.»
Ανάλογες ανησυχίες εκφράζονται και στη Γαλλία, κυρίως λόγω του αγροτικού τομέα. Η συμφωνία προβλέπει αυξημένη πρόσβαση των αμερικανικών αγροτικών προϊόντων στην ευρωπαϊκή αγορά, γεγονός που προκαλεί αντιδράσεις. Η αρχηγός του γαλλικού ακροδεξιού κόμματος RN, Μαρίν Λεπέν, επιτέθηκε με σφοδρότητα στη συμφωνία και στην πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, η οποία ανακοίνωσε τη συμφωνία την Κυριακή μαζί με τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ.
«Η εμπορική συμφωνία που υπέγραψε η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν με τον Ντόναλντ Τραμπ είναι ένα πολιτικό, οικονομικό και ηθικό φιάσκο», έγραψε η Λεπέν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. «Το ελάχιστο που θα μπορούσε να γίνει είναι να αναγνωριστεί αυτή η οδυνηρή αποτυχία, αντί να ζητείται από τους Γάλλους —που θα είναι οι πρώτοι που θα πληγούν— να χαρούν με αυτή.»
Μία από τις παραχωρήσεις που εξασφάλισε η ΕΕ στη συμφωνία ήταν η μείωση του δασμού για τις εξαγωγές αυτοκινήτων από το 27,5% στο 15%. Η Γερμανία θα είναι ο μεγαλύτερος ωφελημένος.
«Για άλλη μια φορά, οι Γάλλοι αγρότες θυσιάζονται στον βωμό της βιομηχανίας πέρα από τον Ρήνο, με ρήτρες που μας υποχρεώνουν να ανοίξουμε περαιτέρω την ενιαία αγορά στα αμερικανικά γεωργικά προϊόντα, ως αντάλλαγμα για μειωμένους φόρους στις εξαγωγές των γερμανικών αυτοκινήτων», έγραψε η Λεπέν.
Ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν, που συχνά εκφράζει ανοιχτά τον σκεπτικισμό του απέναντι στην ΕΕ, υιοθέτησε έναν πιο σκωπτικό και προσωπικό τόνο στην κριτική του.
«Το μόνο σίγουρο είναι ότι αυτή δεν ήταν μια συμφωνία που διαπραγματεύτηκε ο Τραμπ με την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν», είπε ο Όρμπαν σε διαδικτυακή συνέντευξή του σε φιλοκυβερνητικό influencer τη Δευτέρα. «Ο Ντόναλντ Τραμπ την έφαγε για πρωινό».