Ο Τραμπ ήξερε που «χτυπούσε» όταν συναντήθηκε με την φον ντερ Λάϊεν στις 27 Ιουλίου στη Σκωτία.
Σε μια Ευρώπη κατακερματισμένη, χωρίς ισχυρό ηγέτη, χωρίς ενιαίο αμυντικό πρόγραμμα, με πολλές εσωτερικές αντιθέσεις και προβλήματα. Έτσι δεν δίστασε να πάρει ακόμα κι αυτά που οι Ευρωπαίοι όχι μόνο θα δυσκολευτούν, αλλά δεν μπορούν καν να του δώσουν.
Καμία φον ντερ Λάϊεν δεν μπορεί να διατάξει ιδιωτικές ευρωπαϊκές εταιρείες να επενδύσουν τα -υποσχεθέντα στον Τραμπ- τρισεκατομμύρια σε αμερικανικά όπλα, εργοστάσια και ενέργεια.
Το περίεργο και άκρως ειρωνικό της υπόθεσης είναι ότι η Ευρώπη έχει όλα τα φόντα να γίνει αμυντικά αυτόνομη -σε μεγάλο βαθμό έως και ανεξάρτητη- από το συντριπτικό ποσοστό των αμερικανικών όπλων. Και αυτό συμβαίνει ενώ η ΕΕ τα τελευταία χρόνια ξοδεύει τα δύο τρίτα του αμυντικού προϋπολογισμού της σε αμερικανικά οπλικά συστήματα, αφήνοντας μόνο το ένα τρίτο σε δικές της αμυντικές βιομηχανίες.
Η Ευρώπη διαθέτει αναμφισβήτητη προηγμένη τεχνολογία σε πολλούς τομείς, εξαιρετικούς επιστήμονες, αμυντικές βιομηχανίες με τεράστια πείρα, αναρίθμητες startup με εφαρμόσιμες ιδέες, σχέδια που απαιτούν περισσότερο μυαλό και συνεργασία παρά μεγάλα κεφάλαια. Αυτά που δεν διαθέτει ακόμα είναι ισχυρή θέληση και κατάλληλο μακροπρόθεσμο συνεργατικό προγραμματισμό.
Τα πράγματα σήμερα βαίνουν τελείως ανάποδα από ότι θα έπρεπε να είναι για το συμφέρον της Ευρώπης: Τα προηγμένα οπλικά συστήματα, και ιδιαίτερα αυτά με τα οποία θα διεξάγονται οι πόλεμοι τα επόμενα χρόνια, είναι κυρίως αμερικανικά.
Κάθε προσπάθεια των Ευρωπαίων να ανατραπεί αυτό το καθεστώς δεν απαιτεί μόνο περισσότερα κεφάλαια για έρευνα. Απαιτεί πολυεπίπεδη, ευρύτερη και συνεχή πολυμερή συνεργασία.
Μια τεράστια αντίφαση
H κίνηση Τραμπ να δεσμεύσει εκβιαστικά και άνευ ανταλλάγματος τρισεκατομμύρια ευρώ προς τις ΗΠΑ είναι κοντόφθαλμα υποσκαπτική και απομυζητική έως αρπακτική, διότι υπονομεύει ακριβώς την προσπάθεια της Ευρώπης να είναι αμυντικά πιο ανεξάρτητη. Αυτό από μόνο του συνιστά μια εξωφρενική αντίφαση.
Η φον ντερ Λάιεν έπεσε στην παγίδα και πυροβόλησε όχι στα πόδια αλλά στο κεφάλι της ευρωάμυνας, πριν ακόμα αυτή καλά-καλά γεννηθεί. Είναι πρακτικά αδύνατο να κατευθύνει η Ευρώπη τόσα πολλά κεφάλαια στις ΗΠΑ και ταυτόχρονα να χρηματοδοτήσει τα φιλόδοξα SAFE, reΑrm Europe κλπ.
Άλλωστε στον συγκεκριμένο τομέα η ΕΕ έχει κάνει άπειρες προσπάθειες και ως τώρα έχει αποτύχει παταγωδώς.
Όταν ο Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωνε τη συμφωνία του για τους δασμούς με την επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ήταν εκστασιασμένος: «Οι Ευρωπαίοι», είπε, «δεν θα επενδύσουν μόνο 600 δισεκατομμύρια δολάρια στις Ηνωμένες Πολιτείες και δεν θα αγοράσουν απλώς ενέργεια αξίας 750 δισεκατομμυρίων δολαρίων, αλλά θα παραγγείλουν επίσης στρατιωτικό εξοπλισμό αξίας εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων». Οι μετοχές των ευρωπαϊκών κατασκευαστών όπλων υποχώρησαν σημαντικά μετά τη δήλωση. Αν η Ευρώπη μεταφέρει τρισεκατομμύρια κεφαλαίων στις ΗΠΑ, τι θα απομείνει για να επενδύσει στο δικό της έδαφος;
Γεγονός είναι ότι παρά τις προσπάθειες των ευρωπαϊκών χωρών του ΝΑΤΟ να αυτονομηθούν περισσότερο από τις ΗΠΑ στην αμυντική πολιτική, ορισμένα οπλικά συστήματα αμερικανικής παραγωγής είναι, αν όχι άμεσα αναντικατάστατα, δύσκολα αναπληρούμενα ή υποκαθιστούμενα. Διότι σε κάποιους κρίσιμους αμυντικούς τομείς δεν υπάρχει σήμερα κάτι συγκρίσιμο στην ευρωπαϊκή αγορά. Θα μπορούσε να υπάρχει – όπως θα αναλύσουμε στη συνέχεια.
Αν θέλεις συγκεκριμένο οπλισμό βραχυπρόθεσμα, πιθανότατα δεν μπορείς να αποφύγεις τους Αμερικανούς. Αυτό φάνηκε τόσο στην Ουκρανία όσο και σε αυξανόμενες ευρωπαϊκές παραγγελίες F-35, ενώ η -ήδη προβληματική- γραμμή παραγωγής Eurofighter ίσως έκλεινε οριστικά αν δεν έπαιρνε την πρόσφατη παραγγελία από τους Τούρκους.

RAF Eurofighter EF-2000 Typhoon F2 © Chris Lofting / Wikimedia
Και τα ευρωπαϊκά μέλη της ατλαντικής συμμαχίας δεν έχουν χρόνο, αν η Ρωσία – όπως φοβούνται μυστικές υπηρεσίες και στρατιωτικές ηγεσίες – θα είναι σε θέση να επιτεθεί σε χώρα -ή χώρες- του ΝΑΤΟ ήδη από το 2029. Γι’ αυτό οι ευρωπαϊκοί στρατοί εξοπλίζονται με ταχύ ρυθμό – αναγκαστικά και με όπλα από τις ΗΠΑ. Το παράδειγμα του 20% της κατακτημένης Ουκρανίας δεν σβήνει από το χάρτη.
Έτσι, ο Γερμανός υπουργός Άμυνας Μπόρις Πιστόριους ανακοίνωσε στα μέσα Ιουλίου κατά τη συνάντησή του με τον Αμερικανό ομόλογό του Πιτ Χέγκσεθ ότι η Γερμανία εκδήλωσε ενδιαφέρον για το προηγμένο πυραυλικό σύστημα Typhon του αμερικανικού κατασκευαστή Lockheed Martin.
Πρόκειται για έναν εξαιρετικά προηγμένο game changer εκτοξευτή για διάφορους ισχυρότατους κατευθυνόμενους πυραύλους. Η εμβέλεια αυτών των οπλικών συστημάτων είναι πολύ μεγαλύτερη από αντίστοιχα ευρωπαϊκά. Το ίδιο ισχύει για δοκιμασμένα, ευρέως χρησιμοποιούμενα αμερικανικά τακτικά πυραυλικά συστήματα: Patriot, HIMARS, ATACMS, MLRS, κλπ, που έγιναν ευρύτερα γνωστά λόγω Ουκρανίας.
Όμως η Ευρώπη διαθέτει εξαιρετικούς πυραύλους, πχ. Cruise, όπως οι Taurus/Storm Shadow ή ο αντιαεροπορικός Μeteor της MBDA που δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από τους αμερικανικούς.

To μακράς εμβελείας, ισχυρότατο αμερικανικό πυραυλικό σύστημα εδάφους-εδάφους/εδάφους – άερος Typhon της LM © LM
Χαώδεις οι αποκλίσεις στον τομέα των μαχητικών
Το F-35, της Lockheed Martin, ως μαχητικό αεροσκάφος Stealth 5ης γενιάς, με τη δικτυοκεντρική του ψηφιακή τεχνολογία, παραμένει κορυφαίο και προσιτό. Οι Ευρωπαίοι δεν έχουν να προσφέρουν κάτι συγκρίσιμο. Τα Eurofighter, Rafale & Gripen είναι 4ης – 4,5 γενιάς και οι Ευρωπαίοι θα αργήσουν πολύ με το δικό τους 6ης γενιάς (χάθηκε η 5η λόγω F-35), ενώ οι Αμερικανοί έχουν προχωρήσει ήδη με το επόμενο F-47 της Boeing Defense, που θα είναι σκληρός ανταγωνιστής.
Μέχρι να έχουν στο μέλλον επιχειρησιακά έτοιμα τα δικά τους μελλοντικά μαχητικά 6ης γενιάς, όπως το γερμανο-γαλλικό-ισπανικό FCAS ή το βρετανο-ιταλο-ιαπωνικό πρόγραμμα GCAP (η διάσπαση ξανά σε όλο της το μεγαλείο), οι Ευρωπαίοι δεν μπορούν να περιμένουν και θα συνεχίσουν να παραγγέλνουν made in USA. Δεκατρείς ευρωπαϊκές χώρες έχουν παραγγείλει F-35 ή το χρησιμοποιούν ήδη.
Στα βαρέα μεταγωγικά ή επιθετικά ελικόπτερα η κατάσταση είναι καλύτερη. Η ευρωπαϊκή βιομηχανία διαθέτει το εξαιρετικό Airbus Α400Μ Αtlas που είναι συγκρίσιμο έως ανώτερο από τα αμερικανικά C-130, γεφυρώνοντας το κενό ανάμεσα στο τελευταίο (που έχει παλιώσει πλέον όσο κι αν εκμοντερνίζεται) και στο πολύ μεγαλύτερο, ακριβότερο και με τζετ κινητήρες αμερικανικό C-17. Όμως πολύ λίγα ευρωπαϊκά κράτη έχουν παραγγείλει το Α400Μ μέχρι σήμερα.

RAF Airbus A400M Atlas © Andrew Linnett / Wikimedia
Σε άλλα πεδία, όπως στα άρματα μάχης, τα στρατιωτικά οχήματα και το πυροβολικό, οι ευρωπαϊκές εταιρείες μπορούν να ανταγωνιστούν τους Αμερικανούς και να προσφέρουν καλύτερα προϊόντα, όπως το γερμανικό Leopard 2. Όμως εδώ τα συστήματα είναι πιο απλά, φτηνότερα και η τεχνολογία λιγότερο απαιτητική.
Η εξάρτηση της Ευρώπης μακραίνει και βαθαίνει
Οι στατιστικές δείχνουν πόσο μεγάλη είναι η εξάρτηση της Γηραιάς Ηπείρου από τις ΗΠΑ όσον αφορά την πολιτική εξοπλισμών – και πώς αυτή έχει επιδεινωθεί από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022 και ύστερα.
Ενώ οι ΗΠΑ κατείχαν μερίδιο 52% στις εισαγωγές όπλων των ευρωπαϊκών χωρών του ΝΑΤΟ την πενταετία 2015-2019, αυτό αυξήθηκε στο 64% την επόμενη πενταετία (2020-2024). Ενώ οι ΗΠΑ αντιστοιχούσαν στο 35% των παγκόσμιων εξαγωγών όπλων από το 2015 έως το 2019, το μερίδιό τους αυξήθηκε στο 43% την περίοδο 2020-2024.
ΗΠΑ: ένας εξαγωγικός αμυντικός γίγαντας
Μερίδιο των ΗΠΑ στις εισαγωγές εξοπλισμών των ευρωπαϊκών κρατών του ΝΑΤΟ σε ποσοστό:
• 2015 έως 2019: 52%
• 2020 έως 2024: 64%
Μερίδιο των μεγαλύτερων εξαγωγέων όπλων στις παγκόσμιες εξαγωγές το 2024 σε ποσοστό:
1. ΗΠΑ: 43,0%
2. Γαλλία: 9,6%
3. Ρωσία: 7,8%
4. Κίνα: 5,9%
5. Γερμανία: 5,6%
6. Ιταλία: 4,8%
7. Μεγάλη Βρετανία: 3,6%
8. Ισραήλ: 3,1%
9. Ισπανία: 3,0%
10. Νότια Κορέα: 2,2%
Άλλα κράτη: 12,0%
Αν λάβουμε την πολεμική αεροπορία ως χαρακτηριστικότερο παράδειγμα υψηλής τεχνολογίας , τότε σε ποσοστιαία βάση, η αναλογία σήμερα στην Ευρώπη είναι περίπου 50-50 μεταξύ των αμερικανικών και ευρωπαϊκών μαχητικών. Ωστόσο, η ισορροπία αυτή αλλάζει συνεχώς. Καθώς οι ευρωπαϊκές χώρες προχωρούν σε νέες παραγγελίες, είτε για αμερικανικά (κυρίως F-35) είτε για ευρωπαϊκά (κυρίως Eurofighter και Rafale) αεροσκάφη, ο αριθμός του κάθε τύπου θα μεταβάλλεται. Η τάση αυτή δείχνει ότι η ισορροπία θα παραμείνει κοντά σε αυτό το σημείο για τα επόμενα χρόνια.
Σημαντικό το ότι αρκετά ευρωπαϊκά οπλικά συστήματα χρήζουν απόσυρσης και αντικατάστασης με άλλα νεώτερης τεχνολογίας (πχ. γερμανικά και ιταλικά Τοrnado, F-4 Phantom στη δική μας ΠΑ). Kαι τη θέση τους παίρνουν συχνά αμερικανικά συστήματα, αλλάζοντας την ως άνω ισορροπία υπέρ των ΗΠΑ.
Και μπορεί συνολικά στην Ευρώπη σήμερα, το ισοζύγιο αμερικανικών και ευρωπαϊκών όπλων να παραμένει 50-50, αλλά: Τα πιο κρίσιμα συστήματα (μαχητικά αεροσκάφη, πυραυλικά, μεγάλα οπλισμένα UAV/drones, ραντάρ) προέρχονται σε μεγάλο βαθμό από τις ΗΠΑ. Ειδικά οι μικρότερες χώρες εξαρτώνται πολύ περισσότερο από τις ΗΠΑ σε όλα τα επίπεδα.
Στο ναυτικό τα πράγματα είναι πολύ καλύτερα για την Ευρώπη. Τα αμερικανικά σκάφη επιφανείας και υποβρύχια δεν έχουν καταφέρει να εκτοπίσουν τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά, που λόγω παράδοσης είναι εξίσου καλά αν όχι καλύτερα. Το ίδιο ισχύει και σε τομείς όπως τα μικρότερα drones και ο ηλεκτρονικός πόλεμος. Η τεχνολογία εξελίσσεται ραγδαία και η Ευρώπη μπορεί να παρακολουθήσει τις εξελίξεις σε αυτούς τους τομείς.
Ωστόσο αρκετά ευρωπαϊκά κράτη, ειδικά του πρώην ανατολικού μπλοκ, αντικαθιστούν ρωσικά συστήματα, όχι με ευρωπαϊκά, αλλά με αμερικανικά. Πχ. Πολωνία, Ρουμανία και Βουλγαρία.

Leopard 2 SG με έξτρα θωράκιση. Το καλύτερο άρμα μάχης είναι made in Germany © Wikimedia
Σε βαθύτερο επίπεδο
Αν μείνει κανείς μόνο σε αριθμούς ή σε συγκρίσεις οπλικών συστημάτων τότε θα βλέπει το δέντρο αλλά ίσως χάσει το δάσος.
O Τραμπ στη δεύτερη θητεία του, μπροστά στα συσσωρευμένα προβλήματα της αμερικανικής οικονομίας είχε δυο δρόμους για να επιλέξει: αυτόν της λιτότητας και τον άλλον της αρπαγής πόρων από τις άλλες χώρες, είτε αυτές είναι σύμμαχοι είτε ανταγωνιστές.
Με τον Τραμπ οι ΗΠΑ μεταβάλλονται ξεκάθαρα σε μια απομυζητική, αρπακτική παρά συμμαχική υπερδύναμη.
Απομυζητική, διότι αντί να βασίζεται σε συμμάχους, με πολυμέρεια και συνεργασία, προτιμά να ρουφά άπληστα πόρους εξίσου από φίλους και εχθρούς. Αντί να προστατεύει τη σταθερότητα και την ισορροπία προτιμά βραχυπρόθεσμα οφέλη με λεόντειες, εκβιαστικές μονομερείς συμφωνίες, όπως αυτή με την άτολμη φον ντερ Λάϊεν – ή αφήνοντας ηγέτες όπως ο Πούτιν και ο Ερντογάν (αμφότεροι φιλικοί προς Τραμπ) να απειλούν και να κατακτούν ευρωπαϊκά εδάφη.
Η βασική γραμμή της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής από τώρα και στο εξής είναι να αποσπάσει με κάθε μέσο, θεμιτό και αθέμιτο, πόρους (πλούτο και εισόδημα) από άλλες χώρες. Σ’ αυτή τη λογική εντάσσεται η απαίτηση του Τραμπ για επανεξοπλισμό της Ευρώπης (γνωρίζοντας ότι ήδη τα 2/3 των εξοπλιστικών δαπανών κατευθύνονται στις ΗΠΑ, θέλει να απομυζήσει και από το υπόλοιπο τρίτο), για αγορά ενέργειας (LNG) σε υψηλές τιμές και για επενδύσεις δισεκατομμυρίων ευρώ, δηλαδή δημιουργία θέσεων εργασίας στις ΗΠΑ.
«Αν δεν κάνετε αυτό που θέλω, τότε θα το πληρώσετε ακριβά» είναι το motto του Αμερικανού προέδρου. Στην Ουκρανία πριν λίγο καιρό έκανε το ίδιο για να συνεχίσει να στέλνει όπλα: Aπέσπασε εκβιαστικά πολυετή αποικιοκρατική συμφωνία για τις πολύτιμες γαίες και ορυκτά, αφού προετοίμασε το έδαφος ξεφτιλίζοντας δημόσια τον Ζελένσκι, ενώ η παροχή αμερικανικών όπλων θα πληρώνεται στο εξής από τους Ευρωπαίους.

Στο πολεμικό ναυτικό η ευρωπαϊκή άμυνα είναι πιο δυναμική. Naval Group FDI Belharra Frigate © ΝG /X.com
Τέτοιες «συμφωνίες» δεν γίνονταν ούτε επί αποικιοκρατίας περασμένων αιώνων, πόσο μάλλον όταν αυτές αποφασίζονται από εκλεγμένους ή διορισμένους επικεφαλής χωρίς την έγκριση των αντίστοιχων κοινοβουλίων (μένει να δούμε αν θα αντιδράσει το Κογκρέσο ή αν θα εγκρίνει το ευρωκοινοβούλιο).
Βασικό όπλο του Τραμπ οι δασμοί (τους επιβάλλει έτσι κι αλλιώς), η απειλή ότι θα αποσύρει αμερικανικές δυνάμεις από την Ευρώπη (το κάνει έτσι κι αλλιώς) και φυσικά η διαχρονικά ανώτερη ισχύς των ΗΠΑ σε βιομηχανικό, αμυντικό (διηπειρωτικό χτύπημα στο Ιράν με B-2), οικονομικό, τεχνολογικό και διπλωματικό επίπεδο.
Και τι κάνει η κατακερματισμένη Ευρωπαϊκή Ένωση, ειδικά μετά την αποδυνάμωση του Brexit, τον συνεχιζόμενο ρωσο-ουκρανικό πόλεμο-απειλή στα νοτιοανατολικά της σύνορα και τον ανολοκλήρωτο φιλόδοξο γαλλο-γερμανικό άξονα που δυσκολεύεται ακόμα να συνεννοηθεί; Δημιουργεί επιτροπές, οργανισμούς και προγράμματα τύπου SAFE, rearm, κλπ, με πολύ ευρηματικά αρκτικόλεξα που μακάρι αυτή τη φορά να λειτουργήσουν ως τελευταία ευκαιρία.
Αμερικανικές εταιρείες κατασκευάζουν το 63% των ευρωπαϊκών όπλων
Τη διετία 2022-2023 το 63% όλων των ευρωπαϊκών αμυντικών παραγγελιών δόθηκαν σε αμερικανικές εταιρείες. ‘Αλλο ένα 15% δόθηκε σε αντίστοιχους προμηθευτές εκτός ΕΕ, αφήνοντας στη Γηραιά Ήπειρο ένα ισχνό 22%.
Στον κρίσιμο τομέα της αμυντικής Έρευνας & Ανάπτυξης (R&D – Research and Development) η κατάσταση είναι πιο δραματική: H EΕ ξόδεψε την ίδια χρονική περίοδο (2022-2023) μόλις το 4,5% του συνόλου των αμυντικών δαπανών της για έρευνα, όταν το αντίστοιχο ποσοστό στις ΗΠΑ ήταν σχεδόν τετραπλάσιο: 16%. Σε χρηματικά ποσά οι αναλογίες είναι χειρότερες σε βάρος της Ευρώπης: 140 δισεκατομμύρια δολάρια για αμυντική έρευνα στις ΗΠΑ – μόλις 10 δισεκ. δολάρια στην ΕΕ. Ένα προς δεκατέσσερα.

O γαλλοβρετανικός πύραυλος Cruise (της MBDA) SCALP/Storm Shadow και ο αντίστοιχος γερμανικός Taurus με εμβέλεια 500 χλμ © Wikimedia
Κάθε πρόβλημα είναι και μια ευκαιρία
Όμως κάθε πρόβλημα είναι και μια ευκαιρία. Αν η ΕΕ το αξιοποιήσει θα βγει κερδισμένη. Αν συνεχίσει να σκύβει το κεφάλι σε εκβιασμούς και ωμές απειλές τότε είναι καταδικασμένη.
Το ταχύτερο δυνατόν πρέπει να αναλάβει η Ευρώπη πρωταγωνιστικό ρόλο στη διεθνή σκηνή, αναπληρώνοντας τις ΗΠΑ στους χώρους που εκείνη εγκαταλείπει, συνάπτοντας διεθνείς και περιφερειακές, πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες και αναβιώνοντας μια νέα παγκόσμια πολυπολική τάξη πραγμάτων.
Ευκαιρίες για εξωστρέφεια και «αλλαγή παιχνιδιού» υπάρχουν – εντός και εκτός ΕΕ. Η συμμετοχή της Ιαπωνίας στο ευρωμαχητικό 6ης γενιάς (GCAP) δείχνει το δρόμο.
Το αμυντικό σκέλος της Airbus -κλασικό παράδειγμα το στρατιωτικό μεταγωγικό Α400Μ- θα μπορούσε να εκτοπίσει αμερικανικές παραγγελίες στον τομέα των τακτικών μεταφορών. Τα ευρωπαϊκά ελικόπτερα είναι εξίσου καλά με τα αμερικανικά και τα Leopard ανώτερα από τα Abrams.
Η σημερινή τεχνολογία του πολέμου αλλάζει δραματικά. Το μέλλον φεύγει σιγά – σιγά από επιλογές/μονόδρομους, όπως το F-35, και μετακυλίεται σε συνδυασμούς προηγμένων drones, όπως δείχνουν τα παραδείγματα της Ουκρανίας και της Τουρκίας, δύο χωρών που δεν είναι καν μέλη της ευρωπαϊκής οικογένειας, δεν έχουν οικονομικά πλεονεκτήματα, μαστίζονται από διαφθορά, πληθωρισμό και αστάθεια, όμως έχουν κάνει αξιοθαύμαστα άλματα.
Το παράδειγμα της Ουκρανίας καλό θα ήταν να μην διδάσκεται μόνο στις εργασίες σπουδαστών στρατιωτικών σχολών ή στις διατριβές αξιωματικών, αλλά να γίνει lesson learned και πολυεπίπεδη πράξη. Από τη διαχρονικά υπολειτουργούσα ΕΑΒ μέχρι τους αναιμικούς «Αρχύτες».
Η Ελλάδα ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να εκμεταλλευτεί άμεσα τα νέα χρηματοδοτικά εργαλεία, προκειμένου να καλύψει γρήγορα το επικίνδυνο αμυντικό και τεχνολογικό κενό που εξελίσσεται με τις πρωτοβουλίες του εξ’ ανατολών γείτονα.
Έχει έναν επιπλέον λόγο να το κάνει από ότι οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι: Νιώθει καυτή την ανάσα της απειλής.