Η ημέρα της κρίσης στη Γαλλία, τα παζάρια Μακρόν και το πολιτικό αδιέξοδο

Ο ρόλος της ακροδεξιάς στη Γαλλία και ο επικρατέστερος υποψήφιος αντικαταστάτης του Μπαϊρού. Πεδίο αντιπαράθεσης οι περικοπές για το χρέος

Φρανσουά Μπαϊρού και Εμανουέλ Μακρόν © EPA/LUDOVIC MARIN

Οι διαβουλεύσεις για την επόμενη ημέρα στη Γαλλία είναι έντονες εν όψει της κρίσιμης ψηφοφορίας που έχει δρομολογηθεί στην Εθνοσυνέλευση τη Δευτέρα. Κεντρικό ερώτημα εάν θα βρεθεί κοινό έδαφος ανάμεσα στην κυβέρνηση μειοψηφίας του Φρανσουά Μπαϊρού και το αριστερό «Νέο Λαϊκό Μέτωπο», με την ακροδεξιά να υποδαυλίζει το κλίμα πόλωσης στη Γαλλία.

Κάτω από τη συγκεκριμένη συγκυρία, το ζητούμενο για το Παρίσι είναι να αποφύγει μια ακόμη εκλογική αντιπαράθεση που θα μπορούσε να ενδυναμώσει ακόμη πιο πολύ τα πολιτικά άκρα. Πηγές του πρακτορείου Bloomberg αποκάλυψαν μέσα στην εβδομάδα ότι, υπό την προϋπόθεση ότι θα καταρρεύσει η κυβέρνηση Μπαϊρού, ο Μακρόν θα ζητήσει από τα κοινοβουλευτικά κόμματα να ορίσουν νέο πρωθυπουργό.

Ο Μπαϊρού υπερασπίστηκε την απόφαση του να ζητήσει την ψήφο εμπιστοσύνης λόγω των ατελέσφορων διαπραγματεύσεων για τον προϋπολογισμό, τονίζοντας πως είναι απαραίτητο να υπάρξει πολιτική αφύπνιση για το μέγεθος των δημοσιονομικών προβλημάτων της χώρας. Την ανησυχία τους για το μέγεθος του δημοσίου χρέους της Γαλλίας, το οποίο έχει φτάσει στο 113% του ΑΕΠ, μετέφεραν επίσης οι αγορές τα προηγούμενα 24ώρα στο πλαίσιο μαζικών ρευστοποιήσεων από τις αγορές δημοσίου χρέους. Η απόδοση του 10ετούς κρατικού ομολόγου έχει αναρριχηθεί από το 2,9% πέρσι τον Σεπτέμβριο στο 3,5% την περασμένη εβδομάδα.

Τείχη στους συμβιβασμούς από την αντιπολίτευση στη Γαλλία

Από την κήρυξη πρόωρων κοινοβουλευτικών εκλογών το περασμένο Ιούνιο, ο πολιτικός κόσμος στη Γαλλία έχει βυθιστεί στην άβυσσο, με τα κόμματα της χώρας να αρνούνται πεισματικά να καταλήξουν σε συμβιβασμό για το διογκούμενο δημόσιο χρέος. Εάν η πρόθεση του προέδρου της χώρας, Εμανουέλ Μακρόν, ήταν να θέσει προ των ευθυνών τους πολίτες της Γαλλίας που ανέδειξαν το κόμμα της ακροδεξιάς Μαρί Λεπέν, «Εθνική Συσπείρωση», στις Ευρωεκλογές, τότε απέτυχε οικτρά. Αν και το κόμμα της Λεπέν δεν κατάφερε να σχηματίσει κυβέρνηση στη Γαλλία, απέκτησε 142 έδρες την Εθνοσυνέλευση αντί των 89 που είχε πριν τις πρόωρες εκλογές.

Παρά, δε, την καταδίκη της Λεπέν από το Ανώτατο Δικαστήριο για υπεξαίρεση δημοσίου χρήματος στα τέλη Μαρτίου, η ηγέτιδα της ακροδεξιάς στη Γαλλία και το επιτελείο της έχουν την πολιτική ισχύ για να μπλοκάρουν απαραίτητες περικοπές στις δημόσιες δαπάνες, να ασκήσουν ασφυκτικές πιέσεις για την κατάρρευση της κυβέρνησης μειοψηφίας του Φρανσουά Μπαϊρού και να μπλοκάρουν κάθε άλλη προσπάθεια του Μακρόν να δημιουργήσει ένα κλίμα σταθερότητας στη χώρα.

Λαμβανομένων υπόψη, επίσης, των 74 εδρών που κατοχύρωσε η «Ανυπότακτη Γαλλία» του ακροαριστερού Ζαν-Λουκ Μελανσόν, μπορεί να συμπεράνει κανείς ότι το γαλλικό κοινοβούλιο θα αποτελεί πηγή αβεβαιότητας μέσα στο επόμενο διάστημα όχι μόνον για τη χώρα αλλά και για την Ευρώπη. Από τις 577 έδρες που έχει η Εθνοσυνέλευση στη Γαλλία, χρειάζονται 289 έδρες για να σχηματιστεί κυβέρνηση πλειοψηφίας έναντι των 150 εδρών που κατέχει σήμερα ο Μπαϊρού.

Δίχως την πολιτική συμπαράσταση του «Νέου Λαϊκού Μετώπου», το οποίο κατέχει 178 έδρες, ο Μακρόν είναι πολιτικά εκτεθειμένος σε ένα περιβάλλον αστάθειας μέχρι τις επόμενες προεδρικές εκλογές που είναι δρομολογημένες για τον Απρίλιο του 2027. Είναι, ωστόσο, δύσκολο έως ανέφικτο να συναινέσει η αριστερά σε περικοπές 44 δισ. ευρώ που προτείνει ο Μπαϊρού για το 2026.

Πεδίο αντιπαράθεσης οι περικοπές στη Γαλλία

Θυμίζουμε πως οι περικοπές αυτές περιλαμβάνουν μέτρα όπως το πάγωμα των δημοσίων δαπανών, ένα «année blanche» (λευκή χρονιά) με δρακόντεια εξοικονόμηση σε κοινωνικές παροχές και τις συντάξεις, καθώς και την κατάργηση δύο αργιών. Προσπάθειες για το γεφύρωμα του χάσματος με την αριστερά γίνονται αυτήν την περίοδο. Προς αυτήν την κατεύθυνση φαίνεται να κινείται πρόταση της υπουργού για τον Προϋπολογισμό, Αμελί ντε Μοντσαλίν, για την άντληση ετήσιων εσόδων της τάξεως των δυο δισ. ευρώ από την καταπολέμηση της φορολογικής απάτης και την επιπλέον φορολόγηση των υψηλότερων εισοδηματικών στρωμάτων στη χώρα.

Με την άρνηση της γαλλικής Εθνοσυνέλευσης να δώσει την ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση Μπαϊρού να είναι το πιθανότερο σενάριο για τη Δευτέρα, το πολιτικό τοπίο στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης θα παραμείνει ρευστό. Ένας από τους πιθανούς αντικαταστάτες του Μπαϊρού εκτιμάται ότι θα είναι ο Σεμπαστιάν Λεκορνύ, υπουργός Ενόπλων Δυνάμεων της Γαλλίας από τον Μάιο του 2022. Είναι ο μοναδικός υπουργός από το κεντρώο κόμμα «Αναγέννηση» που έχει παραμείνει σε κυβερνητικό πόστο από τότε ο Μακρόν κέρδισε τις εκλογές για πρώτη φορά το 2017.

«Κατάφερε να επιβιώσει αρκετά καλά στον κόσμο του Μακρόν», αναφέρει ανεπίσημα αξιωματούχος του κοινοβουλίου στην ενημερωτική ιστοσελίδα Politico. «Έχει μάθει να επιβιώνει», συμπληρώνει. Ως υπουργός Ενόπλων Δυνάμεων, ο Λεκορνύ κατέχει μια ιδιαίτερα σημαντική θέση στην κυβέρνηση. Ο ρόλος του περιλαμβάνει τη διαχείριση της γαλλικής στρατιωτικής πολιτικής και των εξοπλιστικών προγραμμάτων, όπως η προμήθεια των φρεγατών FDI HN και των αεροσκαφών Rafale, τα οποία αποτελούν τη βάση της αμυντικής συνεργασίας με την Ελλάδα. Η θέση του τον καθιστά βασικό παράγοντα στη διαμόρφωση της αμυντικής στρατηγικής της Γαλλίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο Λεκορνύ διατηρεί, επίσης, στενούς δεσμούς με τον υπουργό Αμύνης της Γερμανίας, Μπόρις Πιστόριους, ο οποίος επίσης επιβίωσε πολιτικά από την πρόωρη εκλογική αναμέτρηση στη Γερμανία πέρσι τον Φεβρουάριο αλλά παραμένει ο δημοφιλέστερος πολιτικός στη χώρα του.

Η υπόλοιπη Ευρώπη δεν έχει παρά να ελπίζει σε μια ταχεία εκτόνωση της πολιτικής κρίσης στη Γαλλία καθώς καλείται να διατηρήσει ένα κοινό μέτωπο απέναντι στον προστατευτισμό του Τραμπ, την οπισθοδρόμηση των ΗΠΑ από τις δεσμεύσεις για τη συλλογική ασφάλεια στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ αλλά και την ανάγκη των κρατών να επισπεύσουν τη θωράκιση και τον συντονισμό της άμυνας τους. Ένα από τα πολιτικά ατού του Μακρόν είναι πως είναι υπέρμαχος της ευρωπαϊκής ενότητας απέναντι στη ρωσική επιθετικότητα.