Η Ευρώπη βρέθηκε αυτό το καλοκαίρι αντιμέτωπη με μια σειρά από γεγονότα που έφεραν στο φως την αδυναμία της να επιδείξει γεωπολιτικό βάρος. Όπως γράφει η Le Figaro, από τη σύνοδο της G7 και το ΝΑΤΟ, έως τη συμφωνία για τους αμερικανικούς δασμούς και την ασταθή στάση στο ουκρανικό μέτωπο, η Ένωση δείχνει όλο και περισσότερο ότι δεν μπορεί να καθορίσει την πορεία της.
Η εικόνα που κυκλοφόρησε από τον Λευκό Οίκο στις 27 Ιουλίου, με τον Ντόναλντ Τραμπ και την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν χαμογελαστούς να επικυρώνουν εμπορική συμφωνία στο γκολφ του πρώτου στη Σκωτία, συμβόλιζε αυτή την πραγματικότητα. Στην ευρωπαϊκή πλευρά, η Σαμπίνε Βέιγαντ, κορυφαία τεχνοκράτης της Κομισιόν, απέφυγε το «thumb up», εκφράζοντας με τη στάση της την αμηχανία μιας ηπείρου που έσπευσε να υπογράψει μια συμφωνία από ανάγκη σταθεροποίησης και όχι από θέση ισχύος. Όπως παραδέχτηκε αργότερα, «η τάξη στην οποία ευημερούσε η Ευρώπη έχει τελειώσει και δεν θα επιστρέψει». «Η ευρωπαϊκή πλευρά βρισκόταν υπό μέγιστη πίεση για να βρει μια γρήγορη λύση που θα σταθεροποιούσε τις διατλαντικές σχέσεις. Έχουμε έναν πόλεμο στην ήπειρο και είμαστε πλήρως εξαρτημένοι από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Τα κράτη μέλη δεν ήταν έτοιμα να αναλάβουν τον κίνδυνο μιας επιπλέον κλιμάκωσης», συνόψισε.
H Ευρώπη σε κίνδυνο γεωπολιτικής εξαφάνισης
Από τα φόρουμ στις Άλπεις έως τις δεξαμενές σκέψης στις Βρυξέλλες, η διάγνωση είναι κοινή: η Ευρώπη κινδυνεύει με γεωπολιτική εξαφάνιση. Ο πόλεμος στην Ουκρανία, οι υβριδικές απειλές του Πούτιν, η εμπορική πίεση του Τραμπ και η οικονομική ισχύς της Κίνας αφήνουν την ήπειρο χωρίς ισχυρή φωνή. Οι υπηρεσίες πληροφοριών ήδη προειδοποιούν ότι η Μόσχα θα δοκιμάσει την ενότητα της Δύσης τα επόμενα χρόνια.
Ο Ζακ Ντελόρ είχε μιλήσει από τη δεκαετία του ’80 για το δίλημμα «επιβίωση ή παρακμή». Σήμερα, αυτό φαντάζει πιο πιεστικό από ποτέ. Ο διπλωμάτης Ζερεμί Γκαλόν, που το 2018 αρνούνταν να πιστέψει πως η γενιά του θα δει την Ευρώπη να βγαίνει από την Ιστορία, διαπιστώνει πλέον ότι αυτό ακριβώς συμβαίνει: μια «τακτική παρακμή» που εκδηλώνεται με σπασμούς και ταπεινώσεις. Ενδεικτικό παράδειγμα, η συμφωνία του Τέρνμπερι: δεν πρόλαβε να στεγνώσει το μελάνι και ο Τραμπ απείλησε ξανά με νέους δασμούς, καταρρίπτοντας τον μύθο της σταθερότητας που επικαλέστηκε η Επιτροπή.
Η ψευδαίσθηση της ευρωπαϊκής ισχύος
Για τον Μάριο Ντράγκι, πρώην επικεφαλής της ΕΚΤ, το 2025 μένει στην Ιστορία ως η χρονιά που κατέρρευσε η ψευδαίσθηση ότι η Ευρώπη μπορούσε να αντλήσει γεωπολιτική ισχύ μόνο από το μέγεθος της αγοράς της. Ο «γεωπολιτικός νάνος και οικονομικός γίγαντας» έχει χάσει πλέον ακόμη και τη συνείδηση του βάρους του.
Ορισμένοι φιλοευρωπαίοι ηγέτες εκφράζουν απόγνωση. Ο Πασκάλ Λαμί μιλά για «βαρβαρότητα του κόσμου που απομακρύνει την Ευρώπη από την Ιστορία». Άλλοι προειδοποιούν ότι η Ένωση μπορεί να βιώσει μια ταπείνωση αντίστοιχη με εκείνη που υπέστη η Κίνα τον 19ο αιώνα με τις «άνισες συνθήκες».
Μόλις πριν έναν χρόνο, ο Ντράγκι είχε παραδώσει στην Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν μια εκτενή έκθεση 400 σελίδων για την ανταγωνιστικότητα, με 170 προτάσεις. Προειδοποιούσε για την επικίνδυνη απόσταση που χωρίζει πλέον την ΕΕ από τις ΗΠΑ. Ωστόσο, μόνο το 10% αυτών των προτάσεων υλοποιήθηκε. Η γραφειοκρατία στις Βρυξέλλες έμεινε αδύναμη απέναντι στην ανάγκη για απλοποίηση και άμεση δράση.
Ανέτοιμη για την επιστροφή Τραμπ
Παράλληλα, παρά τις διαβεβαιώσεις ότι ήταν «προετοιμασμένη», η ΕΕ αιφνιδιάστηκε από τη νέα θητεία του Τραμπ. Ενώ η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν έσπευσε να προτείνει αγορές LNG και μηδενικούς δασμούς, ο Μακρόν ζητούσε ανταπόδοση με τιμωρητικά μέτρα. Η ΕΕ ετοίμασε λίστες αντιποίνων, αλλά η διχόνοια ανάμεσα στα κράτη μέλη ακύρωσε κάθε σκληρή αντίδραση.
Η Κάγια Κάλας, επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας, το παραδέχτηκε με πικρία: «Είμαστε διχασμένοι. Χωρίς ενιαία φωνή, δεν έχουμε φωνή στην παγκόσμια σκηνή». Αυτή η σιωπή ενισχύει την κατηγορία ότι η Ευρώπη κρίνει με δύο μέτρα και δύο σταθμά: καταδικάζει τον Πούτιν στην Ουκρανία, αλλά μένει άφωνη απέναντι στις ενέργειες του Ισραήλ.
Η έλλειψη ηγεσίας είναι εμφανής τόσο στις Βρυξέλλες όσο και στις πρωτεύουσες. Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, που είχε παρουσιάσει την Επιτροπή της ως «γεωπολιτική», περιορίζεται σε δηλώσεις και επικοινωνιακές κινήσεις. Στην εμπορική συμφωνία με τις ΗΠΑ, υπέκυψε στις πιέσεις του Βερολίνου και της Ρώμης, παραμερίζοντας τη γραμμή Μακρόν που ήθελε πιο επιθετική στάση. Ένας Ευρωπαίος διπλωμάτης το συνόψισε: «Η ισορροπία δυνάμεων δεν ήταν εκεί».
Για τον Γκαλόν, αυτό αποδεικνύει ότι οι εθνικοί εγωισμοί υπερισχύουν της ενότητας. Ο Ντράγκι τονίζει ότι η Ευρώπη πρέπει να πάψει να είναι θεατής και να γίνει πρωταγωνιστής. Έχει ακόμη χαρτιά στα χέρια της: να υπερασπιστεί το πολυμερές σύστημα, να επενδύσει σε συμμαχίες με χώρες που μοιράζονται τις αξίες της και να ενισχύσει τον ρόλο της στο διεθνές εμπόριο.
Η ΕΕ επιχειρεί να πολλαπλασιάσει τις εμπορικές της συμφωνίες: με τις χώρες της Mercosur, με την Ινδία, με εταίρους όπως ο Καναδάς, η Ιαπωνία ή η Αυστραλία. Η ιδέα είναι να παρουσιαστεί ως ο βασικός πόλος ελεύθερου εμπορίου στον κόσμο, ενάντια στον εμπορικό εθνικισμό του Τραμπ ή τις αυτοκρατορικές βλέψεις Κίνας και Ρωσίας.
Η Βέιγαντ το συνοψίζει: «Η Ευρωπαϊκή Ένωση στηρίζεται στη δύναμη των συνεργασιών. Εναπόκειται σε εμάς να χτίσουμε την τάξη στην οποία θέλουμε να ζήσουμε».
Το νέο μέτωπο με την Google
Η ένταση με τις ΗΠΑ αυξάνεται και στο πεδίο της τεχνολογίας. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επέβαλε πρόστιμο σχεδόν τριών δισεκατομμυρίων ευρώ (3,5 δισεκατομμύρια δολάρια) στη θυγατρική της Alphabet. Κατηγορεί την Google για κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης της στην αγορά της διαδικτυακής διαφήμισης και για προνομιακή μεταχείριση των δικών της υπηρεσιών. Ο Τραμπ αντέδρασε, απειλώντας με έρευνες και νέους τιμωρητικούς δασμούς. Στην πλατφόρμα του Truth Social έγραψε: «Αυτό έρχεται να προστεθεί στα πολλά άλλα πρόστιμα και φόρους που έχουν επιβληθεί, ειδικά εναντίον της Google και άλλων αμερικανικών τεχνολογικών εταιρειών». «Πολύ άδικο – και οι Αμερικανοί φορολογούμενοι δεν θα το δεχτούν! Όπως έχω πει και πριν: Η κυβέρνησή μου δεν θα ανεχθεί τέτοια διακριτικά μέτρα». Η απειλή σηματοδοτεί ένα νέο επίπεδο κλιμάκωσης στις ήδη τεταμένες σχέσεις μεταξύ Ουάσιγκτον και Βρυξελλών σε θέματα εμπορίου.
Λόγω των δασμών που επέβαλε ο Τραμπ, η κίνηση αλληλογραφίας και δεμάτων προς τις ΗΠΑ έχει μειωθεί κατά περισσότερο από 80%. Ο Παγκόσμιος Ταχυδρομικός Οργανισμός, ένας ειδικός οργανισμός των Ηνωμένων Εθνών, ανακοίνωσε το Σάββατο ότι 88 ταχυδρομικοί φορείς από όλο τον κόσμο έχουν σταματήσει την αποστολή προς τις ΗΠΑ μετά την κατάργηση μιας εξαίρεσης για τα δέματα στα τέλη Αυγούστου.