Θολώνει το “αμερικανικό όνειρο” για ξένους εργαζόμενους, σοκ για μεγάλες επιχειρήσεις στις ΗΠΑ

Ο Τραμπ εντείνει τον προστατευτισμό και οι εταιρείες αγχώνονται. Οι επιχειρηματίες στις ΗΠΑ φοβούνται ένα καθεστώς κρατικού παρεμβατισμού

Ο Ντόναλντ Τραμπ έκανε ανακοινώσεις από το Οβάλ Γραφείο © EPA/AL DRAGO / POOL

Ένα ακόμη βήμα προς την περιχαράκωση των ΗΠΑ έκανε η κυβέρνηση των Ρεπουμπλικανών και ο πρόεδρός τους, Ντόναλντ Τραμπ. Μετά την επιβολή δασμών σε δεκάδες μικρές και μεγάλες χώρες και τη σκληρή αντιμεταναστευτική πολιτικής με εφόδους της ICE σε καταστήματα και επιχειρήσεις, ο Τραμπ υπέγραψε νέο διάταγμα στα τέλη της περασμένης εβδομάδας, που επιβάλλει τέλη 100.000 δολαρίων για τη βίζα εργασίας Η-1Β. Εργοδότες και εργαζόμενοι αιφνιδιάστηκαν, με τον πανικό που προκλήθηκε αρχικά να γίνεται αισθητός και στα αεροδρόμια. Όσοι κατέχουν την Η-1Β επιδίωξαν είτε να επιστρέψουν άμεσα στις ΗΠΑ είτε να ακυρώσουν την αποχώρησή τους.

Η ιδιαιτερότητα της συγκεκριμένης βίζας είναι ότι απευθύνεται σε αλλοδαπούς με υψηλή εξειδίκευση, όπου απαιτείται τουλάχιστον πτυχίο πανεπιστημίου. Πρόκειται για θέσεις που αφορούν, κυρίως, τους τομείς της τεχνολογίας, της επιστήμης ή της ιατρικής. Άμεσο αντίκτυπο έχει σε εργαζόμενους, κυρίως, από την Ινδία και την Κίνα, αλλά και στους εργοδότες τους, που εξαρτώνται από αυτούς. Οι Ινδοί απαρτίζουν σχεδόν το 6% των ιατρών στις ΗΠΑ, ενώ υψηλά στελέχη κατέχουν θέσεις στην Google, τη Microsoft και την IBM, όπως επισημαίνουν το BBC και το Bloomberg. Σύμφωνα με το βρετανικό ειδησεογραφικό δίκτυο, το 70% όσων συμμετέχουν στο πρόγραμμα Η-1Β είναι Ινδοί και το 12% είναι Κινέζοι.

Προστίθεται, ως εκ τούτου, ένας ακόμη πονοκέφαλος στον ιδιωτικό κλάδο των ΗΠΑ, που προσπαθεί να προσαρμοστεί σε ένα νέο, ευμετάβλητο και εσωστρεφές περιβάλλον. Το δόγμα του MAGA -Make America Great Again- έρχεται σε απευθείας σύγκρουση με την αντίληψη που καλλιεργήθηκε στη μεταπολεμική περίοδο και μετέπειτα στον Ψυχρό Πόλεμο, ότι οι ΗΠΑ είναι πόλος έλξης για τους πιο ταλαντούχους επιστήμονες, καλλιτέχνες, επιχειρηματίες και στελέχη όλου του κόσμου. Αν και συχνά η πραγματικότητα ήταν πολύ πιο περίπλοκη, η ιδέα του «αμερικανικού ονείρου» σχετιζόταν με οικονομικές ευκαιρίες, ελευθερία και δυνατότητα για κοινωνική άνοδο. Σήμερα, ωστόσο, οι ΗΠΑ διανύουν μια περίοδο μεγάλης αβεβαιότητας, με τις αποφάσεις της κυβέρνησης Τραμπ να προκαλούν χάος και σύγχυση.

Ασύμφορο το μέτρο: Πάνω από 10 δισ. οι δαπάνες για τις εταιρείες στις ΗΠΑ

Οι εταιρείες εκτιμάται πως θα επιβαρυνθούν με πρόσθετες δαπάνες 14 δισ. δολαρίων, σύμφωνα με τους Financial Times. Οι υπολογισμοί αυτοί βασίζονται στις 85.000 βίζες που χορηγήθηκαν πέρυσι από τις Υπηρεσίες Ιθαγένειας και Μετανάστευσης στις ΗΠΑ (USCIS). Δεν είναι βέβαιο, εν τω μεταξύ, έως ποιον βαθμό θα θιχτούν οι αιτήσεις για περίπου 400.000 βίζες που εκκρεμούν από πέρυσι, καθώς δεν έχουν εξετασθεί ακόμη. Ο Λευκός Οίκος έσπευσε να διευκρινίσει ότι επηρεάζονται μόνον οι νέοι αιτούντες, υποστηρίζοντας πως στόχος αυτού του μέτρου είναι να προστατευθούν οι Αμερικανοί εργαζόμενοι. Οικονομικοί αναλυτές αμφιβάλλουν εάν έτσι θα επωφεληθεί η χώρα, καθώς αρκετές εταιρείες δεν θα μπορούν να καλύψουν το κόστος της βίζας, παρά μόνον οι ισχυρότερες. Αρκετοί αλλοδαποί, δε, έχουν φοιτήσει σε αμερικανικά πανεπιστήμια, πληρώνοντας υψηλά δίδακτρα, με σκοπό μετά να εργαστούν στις ΗΠΑ.

Οι επιχειρηματίες στις ΗΠΑ φοβούνται ένα καθεστώς κρατικού παρεμβατισμού

Το σημερινό περιβάλλον δημιουργεί νέα μέτρα και σταθμά στην αμερικανική οικονομία, όχι μόνο λόγω του προστατευτισμού στο εμπόριο και της αντιμεταναστευτικής πολιτικής, που αγγίζει κάθε βαθμίδα εργαζομένων από το εξωτερικό. Ανώτατα στελέχη στις ΗΠΑ φοβούνται για τις παρεμβάσεις του Λευκού Οίκου σε θέματα εταιρικής διακυβέρνησης ή ακόμη και στην ανεξαρτησία της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed). Μετά την απόκτηση του 10% των μετοχών της Intel στα τέλη Αυγούστου, ο Τραμπ είχε δηλώσει ότι «ελπίζω να υπάρξουν κι άλλες περιπτώσεις σαν και αυτήν». Έθεσε ως όρο στην Nvidia και την Advanced MicroDevices την είσπραξη του 15% των εσόδων τους από τις πωλήσεις τσιπ στην Κίνα για να τους δώσει το πράσινο φως να δραστηριοποιούνται στη συγκεκριμένη οικονομία. Σύστησε, επίσης, στις εταιρείες να μη δημοσιεύουν τα τριμηνιαία αποτελέσματά τους, μια πρακτική που, όμως, ενισχύει τη διαφάνεια των εταιρειών απέναντι σε υποψήφιους επενδυτές. Το πιο ανησυχητικό είναι ότι ασκεί πιέσεις για την πρόωρη απομάκρυνση του Τζερόμ Πάουελ από το τιμόνι της Fed, αλλά και για την απαγγελία κατηγοριών στη Λίζα Κουκ, που είναι μέλος του διοικητικού συμβουλίου.

Τόσο μεγάλης κλίμακας παρεμβάσεις θα πλήξουν την αμερικανική οικονομία, ανοίγοντας ένα νέο κεφάλαιο «κρατικού παρεμβατισμού» από την πτέρυγα των υπερσυντηρητικών της χώρας, προειδοποιούν οικονομικοί αναλυτές. Ήδη καταγράφονται αύξηση της ανεργίας και εξασθένηση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης. Η στάση αυτή ξενίζει τη Wall Street και τα επιχειρηματικά λόμπι των ΗΠΑ. Κατά παράδοση, οι Ρεπουμπλικανοί κατηγορούν τους Δημοκρατικούς για την επιβολή ασφυκτικών κανόνων στις εταιρείες που καταπιέζουν την επιχειρηματική δραστηριότητα.

Στην ετήσια συνάντηση της επιχειρηματικής ελίτ των ΗΠΑ, που διοργανώνεται από το Πανεπιστήμιο του Γέιλ, έγινε λόγος για ένα «χαοτικό» περιβάλλον, που είναι δύσκολο να το διαχειριστεί κανείς, σύμφωνα με πηγές της Wall Street Journal. Συμμετείχαν μεγαλοστελέχη του μεταποιητικού κλάδου, αυτοκινητοβιομηχανιών, επενδυτικών και τεχνολογικών εταιρειών και ομίλων καταναλωτικών ειδών. Όταν ρωτήθηκαν αν οι δασμοί ήταν ωφέλιμοι ή επιβλαβείς για τις επιχειρήσεις τους, το 71% των ερωτηθέντων χαρακτήρισε τους φόρους ως επιβλαβείς. Μια άλλη ερώτηση επικεντρώθηκε στη νομιμότητα των δασμών. Περίπου τα τρία τέταρτα δήλωσαν ότι ήταν σωστή η δικαστική απόφαση που έκρινε παράνομους τους δασμούς. Το Ανώτατο Δικαστήριο θα εξετάσει την υπόθεση μέσα στους επόμενους μήνες. Πληροφορίες των Financial Times αποκαλύπτουν πως πιθανότατα τίθεται ξανά ζήτημα νομιμότητας για τα νέα κριτήρια για την έκδοση αδειών εργασίας Η-1Β, όπως συνέβη και με τους δασμούς.