Μία από τις προεκλογικές υποσχέσεις που είχε δώσει ο Ντόναλντ Τραμπ είναι πως θα μείωνε το κόστος διαβίωσης για τους Αμερικανούς πολίτες από την πρώτη κιόλας ημέρα της προεδρίας του. Περίπου έντεκα μήνες μετά την επίσημη έναρξη της δεύτερης θητείας του, ο Ρεπουμπλικανός δισεκατομμυριούχος πρόεδρος δεν έχει τηρήσει την υπόσχεσή του. Απεναντίας, ο πληθωρισμός αυξήθηκε στο 3% τον Σεπτέμβριο, ενώ οι μειώσεις των φόρων στο «μεγάλο, όμορφο νομοσχέδιο» φαίνεται να ωφελούν τους συνδαιτυμόνες του. Δεν είναι να απορεί κανείς πως οι ψηφοφόροι στις δημοτικές εκλογές της Νέας Υόρκης, αλλά τις κυβερνητικές εκλογές της Βιρτζίνια και του Νιού Τζέρσεϊ, εξέφρασαν την αγανάκτησή τους υπερψηφίζοντας το αντίπαλο κόμμα των Δημοκρατικών. Στην αναμέτρηση για τη δημαρχία της Νέας Υόρκης, μάλιστα, οι πολίτες έδωσαν πάνω από 50% στον Ζόχραν Μαμντάνι, ο οποίος εκπροσωπεί την αριστερή πτέρυγα των Δημοκρατικών.
Η κατάσταση της οικονομίας, η φορολογική πολιτική, το κόστος διαβίωσης και της στέγασης είναι πια τα βασικά θέματα που απασχολούν τη μεσαία τάξη στις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Από το «Κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων» της Γαλλίας στα τέλη του 2018 μέχρι την εκλογή του Μαμντάνι, του νεότερου δημάρχου στη Νέα Υόρκη, που τυγχάνει να είναι μουσουλμάνος, το μήνυμα αυτό είναι ξεκάθαρο. Αλλά αδυνατεί να το αφομοιώσει ένα μεγάλο κομμάτι της πολιτικής τάξης και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, βαθαίνοντας το χάσμα με την εκλογική βάση του. Ανάλογο είναι το χάσμα μεταξύ των δισεκατομμυριούχων και των υπόλοιπων πολιτών.
Στη Γαλλία, ο Μπερνάρ Αρνό, διευθύνων σύμβουλος του ομίλου πολυτελείας LVMH και ο πλουσιότερος άνθρωπος της Γαλλίας, καταδίκασε δημόσια μια πρόταση για την αύξηση της φορολογίας των πιο εύπορων της χώρας, υποστηρίζοντας πως κάτι τέτοιο θα ήταν καταστροφικό για την οικονομία. Παρομοίως, ο μεγαλοεπενδυτής Μπιλ Άκμαν, που ζει στη Νέα Υόρκη, δήλωσε πριν από τις δημοτικές εκλογές πως η Νέα Υόρκη θα καταστραφεί με δήμαρχο τον Μαμντάνι. Έπειτα τον συνεχάρη, αλλά οι θέσεις τους είναι εκ διαμέτρου αντίθετες. Έρευνα του Forbes αποκάλυψε πως μια ομάδα περίπου 26 δισεκατομμυριούχων, συμπεριλαμβανομένου του Άκμαν, δαπάνησαν πάνω από 22 εκατ. δολάρια για να στηρίξουν τους αντιπάλους του Μαμντάνι. Εκτός των άλλων, ο Μαμντάνι γεννήθηκε στην Ουγκάντα, μεγάλωσε στο Κέιπ Τάουν της Νότιας Αφρικής και μετακόμισε στη Νέα Υόρκη όταν ήταν 7 ετών. Είναι μια πορεία ζωής που, αναμφίβολα, θα προκαλεί αντιδράσεις στην υπερσυντηρητική Αμερική.
Αλλά η οικονομία παίζει κεντρικό ρόλο. Ο Μαμντάνι βγήκε νικητής επειδή η εισοδηματική ανισότητα έχει διευρυνθεί από την πανδημία και έπειτα στη Νέα Υόρκη, μια μητρόπολη που αποτελεί συνάμα την πολυπληθέστερη πόλη των ΗΠΑ. Σύμφωνα με το Fiscal Policy Institute, οι ανατιμήσεις στη στέγαση φτάνουν το 19% και στην ενέργεια αγγίζουν το 31% σε σχέση με το 2020. Για τους ενοικιαστές το κόστος στέγασης αυξήθηκε κατά 57% ταχύτερα συγκριτικά με την προσαρμογή των μισθών την περίοδο 2019-2023. Μία από τις περιπτώσεις που αναφέρει η Wall Street Journal σχετικά με τις δυσκολίες να αντεπεξέλθει κανείς στο κόστος διαβίωσης είναι αυτή της 35χρόνης Μάργκρετ Ρος-Μάρτιν, η οποία κερδίζει ως ανύπαντρη περίπου 185.000 δολάρια τον χρόνο. Αναγκάζεται, ωστόσο, να ζήσει μια μετρημένη ζωή.
Οι προτάσεις του Μαμντάνι για δωρεάν παιδικούς σταθμούς, δωρεάν μετακίνηση με δημοτικά λεωφορεία, πάγωμα των ενοικίων και δημοτικά παντοπωλεία είχαν θετικό αντίκτυπο σε μια πόλη που ναι μεν θεωρείται το επίκεντρο του παγκόσμιου καπιταλισμού, αλλά ωφελεί όλο και λιγότερους. Ο νεαρός δήμαρχος δεν διστάζει να εκφράσει αυτήν τη δυσαρέσκεια, ούτε να κονταροχτυπηθεί με τον Τραμπ, ο οποίος τον έχει χαρακτηρίσει «κομμουνιστή» και απείλησε πως θα κατακρατήσει ομοσπονδιακή χρηματοδότηση για τη Νέα Υόρκη.
«Ντόναλντ Τραμπ, επειδή ξέρω ότι μας παρακολουθείς, έχω τρεις λέξεις για σένα: δυνάμωσε την ένταση», είπε ο Μαμντάνι. Πρόσθεσε, δε, ότι «αν υπάρχει κάποιος που μπορεί να δείξει σε ένα έθνος προδομένο από τον Ντόναλντ Τραμπ πώς να τον νικήσει, τότε είναι η πόλη που του έδωσε ζωή». Ο Τραμπ ξεκίνησε την καριέρα του στα ακίνητα από τη Νέα Υόρκη. Έγινε πρόεδρος στην εταιρεία του πατέρα του, Φρεντ Τραμπ, στις αρχές της δεκαετίας του ’70, και τη μετονόμασε σε The Trump Organization. Διεύρυνε το χαρτοφυλάκιο της εταιρείας με την εξαγορά ουρανοξυστών, ξενοδοχείων, καζίνο και γηπέδων γκολφ.
Παραδόξως, οι λόγοι που χάρισαν στον Τραμπ μια δεύτερη εκλογική νίκη στις περσινές προεδρικές εκλογές και άνοιξαν τον δρόμο σε μια νέα θητεία είναι οι ίδιοι που βλάπτουν σήμερα το κόμμα των Ρεπουμπλικανών. Οι υψηλές τιμές στα τρόφιμα, τις μεταφορές και τη στέγαση δοκιμάζουν τις αντοχές των πολιτών. Ναι μεν οι ανατιμήσεις έχουν επιβραδυνθεί σε σχέση με το 2022, αλλά ο πληθωρισμός έχει αυξηθεί, εν μέρει λόγω των δασμών του Τραμπ. Νέα προβλήματα έχουν επίσης ανακύψει, ενισχύοντας την απογοήτευση των ψηφοφόρων, συμπεριλαμβανομένης της επιβράδυνσης του ρυθμού προσλήψεων και του παγώματος της χρηματοδότησης ορισμένων ομοσπονδιακών υπηρεσιών, λόγω της παρατεταμένης διαμάχης στο Κογκρέσο για τις δημόσιες δαπάνες. Είναι πολλοί πια οι Αμερικανοί που δεν έχουν πρόσβαση στην αγορά εργασίας ή στέγασης. Το μήνυμα του Μαμντάνι για μια Νέα Υόρκη που θα πρέπει να είναι προσιτή σε όλους βρήκε απήχηση στα νοικοκυριά, που θα μπορούσαν να ζήσουν με μεγάλες ανέσεις σε άλλες περιοχές των ΗΠΑ. Σύμφωνα με δημοσκόπηση της SSRS, το 53% των νοικοκυριών με ετήσια εισοδήματα από 100.000 δολαρίων μέχρι 299.999 δολαρίων ψήφισαν τον Μαμντάνι.