Για δεκαετίες, το Made in Germany ήταν συνώνυμο της ευημερίας της Γερμανίας. Μια εξαιρετικά εξειδικευμένη βιομηχανία, με αιχμή του δόρατος τα αυτοκίνητα, τα μηχανήματα και τα premium προϊόντα, τροφοδοτούσε εύπορους πελάτες σε όλο τον κόσμο, ενώ η χρήση φθηνότερων προϊόντων από την Ασία και την Ανατολική Ευρώπη αύξησε την ανταγωνιστικότητα, καθιστώντας τη Γερμανία «παγκόσμιο πρωταθλητή εξαγωγών» ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1980, αναφέρει η Süddeutsche Zeitung.
Σήμερα, τα θεμέλια αυτής της επιτυχίας τρίζουν. Η «προσγείωση» είναι ανώμαλη, καθώς τα θεμέλια της γερμανικής ευημερίας καταρρέουν. Η Κίνα, άλλοτε βασικός πελάτης και πηγή φθηνών ενδιάμεσων αγαθών, έχει μετατραπεί σε σκληρό ανταγωνιστή, κυριαρχώντας σε κρίσιμους τομείς υψηλής τεχνολογίας, όπως η ηλεκτροκίνηση, οι μπαταρίες και οι ημιαγωγοί. Ταυτόχρονα, οι Ηνωμένες Πολιτείες, που επί δεκαετίες αποτελούσαν ασφαλές λιμάνι για τα γερμανικά προϊόντα, κινούνται και πάλι προς τον προστατευτισμό. Το μοντέλο που τροφοδότησε γενιές ευημερίας μοιάζει πλέον να φτάνει στο τέλος του κύκλου του.
Ευρώπη: Ο πραγματικός πυλώνας του Made in Germany
Πίσω από τη διεθνή λάμψη, η Γερμανία είχε πάντα ως βασικό οικονομικό στήριγμα την Ευρώπη. Το 2024, περίπου τα δύο τρίτα των γερμανικών εξαγωγών -κυρίως μηχανήματα, αυτοκίνητα και χημικά προϊόντα- κατευθύνθηκαν σε ευρωπαϊκές χώρες. Η γεωγραφική εγγύτητα, οι χαμηλότερες μεταφορικές δαπάνες και τα συμβατά νομικά συστήματα έκαναν το εμπόριο «ιδιαίτερα συμφέρουσα υπόθεση», σημειώνει ο Holger Görg του IfW.
Όπως αναφέρει η SZ, καθοριστικός παράγοντας υπήρξε η πολιτική ολοκλήρωση της δεκαετίας του ’90. Η ίδρυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 1993, η δημιουργία της ενιαίας αγοράς και η εισαγωγή του ευρώ το 2002, μείωσε σημαντικά τα κόστη συναλλαγών και εξάλειψε τον συναλλαγματικό κίνδυνο, ενώ η μεγάλη διεύρυνση του 2004 προς την Ανατολική Ευρώπη πρόσφερε νέες αγορές και ενσωμάτωσε τις γειτονικές χώρες στις γερμανικές αλυσίδες αξίας.
Τα αποτελέσματα είναι ορατά στα στοιχεία μεταξύ των δέκα κορυφαίων εξαγωγικών αγορών της Γερμανίας, οκτώ είναι ευρωπαϊκές. Η Πολωνία έχει αναρριχηθεί στην τέταρτη θέση, ξεπερνώντας ακόμη και την Κίνα, ενώ η Μεγάλη Βρετανία, παρά το Brexit, παραμένει σημαντικός εταίρος. Η Ευρώπη αποτελεί έτσι όχι απλώς αγορά, αλλά πραγματικό θεμέλιο της γερμανικής οικονομικής σταθερότητας.
Οι 10 κορυφαίες εξαγωγικές αγορές της Γερμανίας το 2024
| Χώρα | Αξία εξαγωγικών αγαθών | |
| 1. | ΗΠΑ | 176 δισ. δολάρια |
| 2. | Γαλλία | 126 δισ. δολάρια |
| 3. | Ολλανδία | 119 δισ. δολάρια |
| 4. | Πολωνία | 101 δισ. δολάρια |
| 5. | Κίνα | 98 δισ. δολάρια |
| 6. | Μ. Βρετανία | Κατά προσέγγιση |
| 7. | Ιταλία | 47 δισ. δολάρια |
| 8. | Αυστρία | 47 δισ. δολάρια |
| 9. | Ελβετία | 76 δισ. δολάρια |
| 10. | Βέλγιο | Κατά προσέγγιση |
Η Ασία από μοχλός ανάπτυξης έγινε απειλή για τη Γερμανία
Η ένταξη της Κίνας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου το 2001 άνοιξε μια νέα εποχή για την εξαγωγική στρατηγική της Γερμανίας. Τα μηχανήματα της χώρας και αυτοκίνητα πλημμύρισαν την κινεζική αγορά, ενώ παράλληλα εισέρρεαν φθηνά ενδιάμεσα προϊόντα στη Γερμανία. Η αμοιβαία ωφέλεια φαινόταν προφανής, τουλάχιστον για αρκετά χρόνια.
Ωστόσο, η Κίνα εξελίχθηκε γρήγορα σε τεχνολογικό κολοσσό και πλέον ανταγωνίζεται ευθέως τις γερμανικές εταιρείες σε κρίσιμους τομείς. Οι γερμανικοί όμιλοι αυτοκινήτων χάνουν μερίδια αγοράς στην Κίνα, ενώ κινεζικά ηλεκτρικά οχήματα εισβάλλουν στην ευρωπαϊκή αγορά. Το 2024, η Γερμανία εμφάνισε το μεγαλύτερο εμπορικό της έλλειμμα με οποιαδήποτε χώρα, φτάνοντας τα 67 δισ. ευρώ έναντι της Κίνας. Παράλληλα, άλλες ασιατικές χώρες -Ταϊβάν, Μαλαισία, Νότια Κορέα και Ινδία- έγιναν αναντικατάστατοι κρίκοι στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού. Η χώρα, κάποτε εξαγωγικός γίγαντας, βρέθηκε πλέον να είναι κυρίως πελάτης.
Παράλληλα, η Γερμανία είχε σταθερά ενισχύσει τους ενεργειακούς και πρώτων υλών δεσμούς της με τη Ρωσία, στηρίζοντας μεγάλο μέρος του οικονομικού της μοντέλου στο φθηνό ρωσικό φυσικό αέριο. Η εξάρτηση αυτή άρχισε να εμφανίζει ρωγμές ήδη από το 2014, με την προσάρτηση της Κριμαίας και τις κυρώσεις που ακολούθησαν, οι οποίες δημιούργησαν κλίμα αβεβαιότητας για τους Γερμανούς εξαγωγείς. Με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, όμως, οι αυταπάτες κατέρρευσαν οριστικά. Η κρίση αποκάλυψε τη βαθιά δομική αδυναμία του γερμανικού μοντέλου: Την υπέρμετρη εξάρτηση από λίγους κρίσιμους εξωτερικούς προμηθευτές -ιδίως στον τομέα της ενέργειας-, καθώς και την ευπάθεια του μοντέλου σε γεωπολιτικές αναταραχές που πλήττουν τις εξαγωγές και το ελεύθερο εμπόριο.
Γερμανικές εισαγωγές 2024: Εμπορικό ισοζύγιο ανά χώρα
| Χώρα | Εμπορικό έλλειμμα (δισ. δολάρια) |
| Καζακστάν | 1,38 δισ. |
| Μαλαισία | 4,19 δισ. |
| Ταϊβάν | 4,26 δισ. |
| Τσεχία | 7,73 δισ. |
| Μπαγκλαντές | 7,76 δισ. |
| Βιετνάμ | 11,54 |
| Ιρλανδία | 14,5 δισ. |
| Νορβηγία | 15,95 δισ. |
| Κίνα | 67 δισ. |
ΗΠΑ: Ο παραδοσιακός σύμμαχος γίνεται απρόβλεπτος
Οι Ηνωμένες Πολιτείες υπήρξαν για δεκαετίες η σημαντικότερη αγορά της Γερμανίας εκτός Ευρώπης. Με την επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, όμως, επανήλθαν δασμοί, απειλές και πολιτική αβεβαιότητα. Παρά την αρχική ανθεκτικότητα των γερμανικών εξαγωγών, ο κίνδυνος κλιμάκωσης παραμένει υψηλός, καθώς ο Τραμπ στρέφεται ιδιαίτερα στο μεγάλο εμπορικό πλεόνασμα της Γερμανίας έναντι των ΗΠΑ -το μεγαλύτερο στον κόσμο. Η διατλαντική σχέση, κάποτε σταθερός μοχλός ανάπτυξης, μετατρέπεται σε ρευστό και αβέβαιο πεδίο.
Πού πούλησε η Γερμανία, ισοζύγιο εξωτερικού εμπορίου το 2024
| Χώρα | Εξαγωγικό πλεόνασμα |
| ΗΠΑ | 66,91 δισ. ευρώ |
| Γαλλία | 48,22 δισ. ευρώ |
| Μ. Βρετανία | 44,14 δισ. ευρώ |
| Αυστρία | 24,49 δισ. ευρώ |
| Ολλανδία | 16,29 δισ. ευρώ |
| Πολωνία | 16,15 δισ. ευρώ |
| Ελβετία | 15,38 δισ. ευρώ |
| Ισπανία | 14,29 δισ. ευρώ |
| Ιταλία | 11,04 δισ. ευρώ |
| Βέλγιο | 10,54 δισ. ευρώ |
Ifo: Βουλιάζει η επιχειρηματική εμπιστοσύνη
Παρά την αυξανόμενη πίεση από το εξωτερικό και την εντεινόμενη αβεβαιότητα στο εσωτερικό, η γερμανική οικονομία παρέμεινε στάσιμη το τρίτο τρίμηνο σε σχέση με το προηγούμενο. Οι εξαγωγές και οι δαπάνες των νοικοκυριών επιβάρυναν το ΑΕΠ, ενώ ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών του Ifo κατέγραψε απροσδόκητη πτώση τον Νοέμβριο, στο 90,6 από 91,6, αντί για τη σταθερότητα που προέβλεπαν οι αναλυτές. Παρά τη μικρή βελτίωση στις τρέχουσες συνθήκες, ο μεταποιητικός τομέας δέχεται ισχυρό πλήγμα. Οι νέες παραγγελίες μειώνονται, η ιδιωτική κατανάλωση κινείται υποτονικά και οι δημόσιες επενδύσεις, αν και σημαντικές, ακόμη δεν αποδίδουν.
Όπως τονίζει ο επικεφαλής οικονομολόγος του ινστιτούτου, Κλέμενς Φουέστ, οι επιχειρήσεις «βλέπουν» το παρόν σχετικά θετικά, αλλά ανησυχούν έντονα για το μέλλον.
Παρά το ζοφερό περιβάλλον, η γερμανική κυβέρνηση έχει στη διάθεσή της ένα ισχυρό εργαλείο, το πακέτο των 500 δισ. ευρώ για υποδομές και άμυνα. Όμως η επίδραση παραμένει αργή και αποσπασματική. Όπως σημειώνουν οι αναλυτές, η δημοσιονομική πολιτική θυμίζει μπουκάλι κέτσαπ: για πολύ καιρό τίποτα δεν αλλάζει, μέχρι που μια ξαφνική ώθηση αναζωογονεί την οικονομία – χωρίς όμως να θεραπεύει τα βαθύτερα διαρθρωτικά προβλήματα.
Το μεγάλο στοίχημα της επόμενης δεκαετίας
Σύμφωνα με ειδικούς που μίλησαν στη Süddeutsche Zeitung, η Γερμανία δεν μπορεί να επιστρέψει στο προηγούμενο μοντέλο. Η χώρα πρέπει να περιορίσει την εξάρτηση από ισχυρούς και συχνά πολιτικά εύθραυστους προμηθευτές, να επαναφέρει κρίσιμες παραγωγές στην Ευρώπη και να χτίσει ένα νέο εξαγωγικό υπόδειγμα – με λιγότερο βάρος σε αυτοκίνητα και μηχανήματα, και μεγαλύτερη έμφαση στην Τεχνητή Νοημοσύνη, στις πράσινες τεχνολογίες και στην έξυπνη βιομηχανία.
Η διατήρηση της παραγωγικότητας και της τεχνολογικής υπεροχής αποτελεί το μεγάλο στοίχημα. Όπως και μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Γερμανία βρίσκεται ξανά σε κρίσιμο σταυροδρόμι. Τότε κατάφερε να επανεφεύρει τον εαυτό της και να χτίσει μία νέα οικονομία. Το ίδιο στοίχημα βρίσκεται μπροστά της σήμερα αν καταφέρει ξανά να προσαρμοστεί, θα καθορίσει όχι μόνο τη θέση της στον παγκόσμιο χάρτη, αλλά και την ευημερία των επόμενων γενεών.