Σε ισχύ οι δασμοί Τραμπ ύψους 50% για εισαγωγές χάλυβα & αλουμινίου

Ο δασμός για εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου από το Ηνωμένο Βασίλειο θα παραμείνει στο 25% έως τουλάχιστον τις 9 Ιουλίου

Ο Αμερικανός Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ © EPA/JIM LO SCALZO

Οι Ηνωμένες Πολιτείες διπλασίασαν τους δασμούς στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου στο 50%, προχωρώντας παρά τις αντιδράσεις βασικών εμπορικών εταίρων, σε ένα μέτρο που, σύμφωνα με τον Ντόναλντ Τραμπ, στοχεύει στην αναβίωση της αμερικανικής βιομηχανίας. Αφού αρχικά επέβαλε και στη συνέχεια απέσυρε δασμούς σε μεγάλο μέρος του κόσμου, ο Τραμπ εστίασε εκ νέου την περασμένη εβδομάδα στις παγκόσμιες αγορές χάλυβα και αλουμινίου – και στην κυριαρχία της Κίνας.

Ο Τραμπ υπέγραψε την Τρίτη εκτελεστικό διάταγμα που επικυρώνει την κίνηση. Οι υψηλότεροι δασμοί «θα αντιμετωπίσουν πιο αποτελεσματικά τις ξένες χώρες που συνεχίζουν να ξεφορτώνονται στην αμερικανική αγορά χάλυβα και αλουμίνιο σε χαμηλές τιμές και σε υπερβάλλουσες ποσότητες, υπονομεύοντας έτσι την ανταγωνιστικότητα των αντίστοιχων αμερικανικών βιομηχανιών», αναφέρεται στο διάταγμα.

Η αύξηση ισχύει για όλους τους εμπορικούς εταίρους εκτός από τη Βρετανία, η οποία είναι η μόνη χώρα μέχρι στιγμής που έχει συνάψει προκαταρκτική εμπορική συμφωνία με τις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια μιας 90ήμερης αναστολής ενός ευρύτερου πλαισίου δασμών που έχει προωθήσει ο Τραμπ. Ο δασμός για εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου από το Ηνωμένο Βασίλειο – το οποίο δεν βρίσκεται στους κορυφαίους εξαγωγείς των μετάλλων αυτών προς τις ΗΠΑ – θα παραμείνει στο 25% έως τουλάχιστον τις 9 Ιουλίου.

Περίπου το ένα τέταρτο του χάλυβα που χρησιμοποιείται στις ΗΠΑ είναι εισαγόμενο και τα στοιχεία δείχνουν ότι οι αυξημένοι δασμοί θα πλήξουν ιδιαίτερα σκληρά τους πιο στενούς εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ – τον Καναδά και το Μεξικό – που κατατάσσονται στην πρώτη και τρίτη θέση αντίστοιχα όσον αφορά τις εξαγωγές χάλυβα προς τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Το γραφείο του Καναδού πρωθυπουργού Μαρκ Κάρνεϊ δήλωσε ότι ο Καναδάς βρίσκεται «σε εντατικές και σε εξέλιξη διαπραγματεύσεις για την άρση αυτών και άλλων δασμών».

Ο υπουργός Οικονομίας του Μεξικού, Μαρσέλο Εμπράρδ, επανέλαβε ότι οι δασμοί είναι μη βιώσιμοι και άδικοι, ιδιαίτερα δεδομένου ότι το Μεξικό εισάγει περισσότερο χάλυβα από τις ΗΠΑ απ’ ό,τι εξάγει προς αυτές. «Δεν έχει κανένα νόημα οι Ηνωμένες Πολιτείες να επιβάλλουν δασμό σε ένα προϊόν στο οποίο έχουν πλεόνασμα», δήλωσε, προσθέτοντας ότι το Μεξικό θα επιδιώξει εξαίρεση από την αύξηση των δασμών την Παρασκευή.

Λίγες ημέρες αφότου ανακοίνωσε την έγκρισή του για την αμφιλεγόμενη εξαγορά της US Steel από την ιαπωνική Nippon Steel, ο Τραμπ αποκάλυψε τα σχέδιά του για την ταχεία αύξηση των δασμών στον εισαγόμενο χάλυβα και αλουμίνιο. «Οι βιομηχανίες χάλυβα και αλουμινίου μας επιστρέφουν πιο δυνατές από ποτέ», έγραψε ο Τραμπ. «Αυτή θα είναι άλλη μία ΜΕΓΑΛΗ ένεση καλών ειδήσεων για τους υπέροχους εργαζόμενους στον χάλυβα και το αλουμίνιο».

Ανώτατοι αξιωματούχοι της ΕΕ ελπίζουν ότι το μπλοκ μπορεί ακόμη να εξασφαλίσει εξαίρεση από τους αυξημένους δασμούς στον χάλυβα, με μια κρίσιμη συνάντηση να έχει προγραμματιστεί την Πέμπτη στο Παρίσι μεταξύ του Ευρωπαίου Επιτρόπου Εμπορίου, Μαρός Σέφτσοβιτς, και του Αμερικανού εκπροσώπου εμπορίου, Τζέιμσον Γκριρ. Παρόλο που ένας δασμός 50% θεωρείται καταστροφικός για τους εξαγωγείς, πηγές στις Βρυξέλλες αναφέρουν ότι είναι απίθανο η ΕΕ να προβεί άμεσα σε αντίποινα, λόγω της ευαίσθητης φύσης των διαπραγματεύσεων που βρίσκονται σε εξέλιξη σχετικά με άλλους δασμούς που έχει επιβάλει ο Τραμπ τους τελευταίους μήνες. Η ΕΕ έχει τη δυνατότητα να προχωρήσει στην επιβολή πακέτου αντιμέτρων ύψους 21 δισ. ευρώ σε εξαγωγές από τις ΗΠΑ, το οποίο είχε συμφωνηθεί ήδη από τον Απρίλιο ως απάντηση στους αρχικούς δασμούς του Τραμπ σε χάλυβα και αλουμίνιο.

Αξίζει να σημειωθεί ότι με τον Τραμπ, η ΕΕ έχει έναν κοινό αντίπαλο: την υπερπροσφορά χάλυβα από την Κίνα, η οποία θεωρείται ένας από τους βασικότερους παράγοντες της κρίσης που πλήττει τη χαλυβουργία στην Ευρώπη. Η πτώση της ζήτησης έχει οδηγήσει σε μαζικές απώλειες θέσεων εργασίας σε μερικούς από τους μεγαλύτερους παραγωγούς, μεταξύ των οποίων και η γερμανική ThyssenKrupp Steel.