Η πρόσφατη απόφαση της Βουλής της Λιβύης (υπό τον στρατάρχη Χαφτάρ) να συστήσει τεχνική επιτροπή για τη μελέτη και πιθανή έγκριση του τουρκολιβυκού μνημονίου (οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών) προκαλεί έντονη ανησυχία στην Αθήνα, καθώς ενδέχεται να νομιμοποιήσει μια συμφωνία που παραβιάζει το Διεθνές Δίκαιο και αγνοεί την ύπαρξη ελληνικών νησιών, όπως η Κρήτη, καθώς και ευρύτερων ελληνικών συμφερόντων.
Το μνημόνιο υπεγράφη τον Νοέμβριο του 2019 μεταξύ Τουρκίας και της τότε κυβέρνησης Εθνικής Συμφωνίας (GNA) της Λιβύης, με σκοπό την οριοθέτηση Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) στην Ανατολική Μεσόγειο. Θεωρήθηκε παράνομο, καθώς παραβιάζει το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS) και αγνοεί την ύπαρξη ελληνικών νησιών. Η συμφωνία δεν είχε εγκριθεί από το λιβυκό κοινοβούλιο, γεγονός που αποτέλεσε βασικό επιχείρημα για την ακυρότητά της. Το Εφετείο της Λιβύης την ακύρωσε τον Νοέμβριο του 2019, ενώ η Βουλή του Τομπρούκ (του Χαφτάρ) είχε επίσης θεωρήσει το μνημόνιο παράνομο.
Πολιτική στροφή της Λιβύης προς ενίσχυση των σχέσεων με την Τουρκία
Η Βουλή της Λιβύης, που μέχρι πρόσφατα τηρούσε αρνητική στάση απέναντι στο μνημόνιο, φαίνεται να αλλάζει πορεία. Η απόφασή της να συστήσει τεχνική επιτροπή για νέα μελέτη και πιθανή έγκριση της συμφωνίας, σημαίνει ενδεχομένως μια σημαντική πολιτική στροφή, που προκαλεί έντονες ανησυχίες στην Ελλάδα και όχι μόνο. Η αλλαγή αυτή δεν είναι άσχετη με τακτικές διπλωματικές επαφές και επισκέψεις υψηλού επιπέδου ανάμεσα στην Τουρκία και την Ανατολική Λιβύη.
Τον Απρίλιο 2025, ο γιος του στρατάρχη Χαλίφα Χαφτάρ, ταξίαρχος Σαντάμ Χαφτάρ, επισκέφθηκε την Άγκυρα με πρόσκληση του αρχηγού των τουρκικών χερσαίων δυνάμεων και εξέτασε από κοντά τουρκικά drones Bayraktar και άλλα αμυντικά συστήματα. Προφανώς, η Τουρκία καλλιεργούσε επιμελώς το τελευταίο διάστημα τις σχέσεις με τον Χαφτάρ για αμοιβαίο όφελος και στον αμυντικό τομέα, ενώ ως τώρα φαινόταν να στηρίζει μόνο την κυβέρνηση της Τρίπολης.
Παράλληλα, ο άλλος γιος του, Μπελκασέμ Χαφτάρ, είχε επισκεφθεί την Τουρκία ως γενικός διευθυντής του Ταμείου Ανάπτυξης της Λιβύης, για συνεργασία στον ενεργειακό τομέα. Η Λιβύη αποτελεί βασικό στόχο της Τουρκίας για γεωτρήσεις και ενεργειακή συνεργασία, ενισχύοντας τη στρατηγική παρουσία της γείτονος στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η ανησυχία της Αθήνας και οι διπλωματικές διεργασίες
Η Ελλάδα, όπως ήταν αναμενόμενο, εκφράζει έντονη δυσφορία και ανησυχία για την πιθανή αναγνώριση του τουρκολιβυκού μνημονίου από τη Βουλή των Αντιπροσώπων της Ανατολικής Λιβύης. Το Υπουργείο Εξωτερικών δηλώνει ότι η συμφωνία παραβιάζει το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας, αγνοεί την ύπαρξη των ελληνικών νησιών και δεν έχει καμία νομική ισχύ, καθώς δεν έχει εγκριθεί από το λιβυκό κοινοβούλιο.
Παρά τις επίσημες τοποθετήσεις η Αθήνα δεν έχει επιδείξει τα τελευταία χρόνια την αναγκαία προσοχή στη Λιβύη, έχοντας μάλλον επαναπαυθεί σε προηγούμενες συμφωνίες. Οι σχέσεις μας με τον Χαφτάρ φαίνεται ότι είχαν ατονήσει, ενώ και οι σχέσεις με την κυβέρνηση της Τρίπολης παραμένουν μάλλον τυπικές. Ο υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης, σχεδίαζε επίσκεψη στην Τρίπολη, αναγνωρίζοντας τη σημασία της Λιβύης, τόσο λόγω του τουρκολιβυκού μνημονίου όσο και λόγω του αυξανόμενου προβλήματος των μεταναστευτικών ροών προς την Κρήτη. Ωστόσο, η άναρχη πολιτική κατάσταση στην πρωτεύουσα (συνεχείς συγκρούσεις ενόπλων) έχει καθυστερήσει την επίσκεψη.
Το διαμορφούμενο διπλωματικό τοπίο
Η πιθανή έγκριση του μνημονίου από τη Βουλή που πρόσκειται στον Χαφτάρ, θα μπορούσε να νομιμοποιήσει μια συμφωνία που μέχρι σήμερα θεωρείται νομικά άκυρη, αλλάζοντας τις ισορροπίες στην Ανατολική Μεσόγειο και ενισχύοντας την τουρκική επιρροή σε μια περιοχή όπου ο ανταγωνισμός για τους ενεργειακούς πόρους είναι σκληρός.
Η στροφή της Ανατολικής Λιβύης, που μέχρι πρότινος θεωρείτο σύμμαχος της Ελλάδας στον περιορισμό της τουρκικής επιρροής, δημιουργεί νέα δεδομένα και περιπλέκει ακόμη περισσότερο τις διαπραγματεύσεις για την οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών.
Η ελληνική διπλωματία πρέπει να αναλάβει πρωτοβουλίες
Οι παραπάνω εξελίξεις συνιστούν πιθανότατα μια σημαντική ανατροπή στις ελληνο-λιβυκές σχέσεις, με ευρύτερες προεκτάσεις για την ασφάλεια, την ενέργεια και τις διεθνείς σχέσεις στην Ανατολική Μεσόγειο. Οι εξελίξεις αυτές, αν συνεχιστούν αμετάβλητες:
- Ενισχύουν την τουρκική γεωπολιτική παρουσία και διεκδίκηση στην περιοχή
- Αμφισβητούν τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα και το Δίκαιο της Θάλασσας
- Δημιουργούν νέο πεδίο αντιπαράθεσης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις
- Προκαλούν ανακατάταξη των στρατηγικών συμμαχιών στη Λιβύη, με την Ανατολική Λιβύη να προσεγγίζει την Άγκυρα.
- Ενισχύουν την ανάγκη για δυναμικότερη διπλωματική και νομική αντίδραση από την Ελλάδα και τους διεθνείς συμμάχους της.
Η κατάσταση παραμένει ρευστή και δυναμική. Οι επόμενες κινήσεις της Βουλής της Λιβύης, υπό τον Χαφτάρ, της τουρκικής κυβέρνησης αλλά και της ελληνικής διπλωματίας θα είναι καθοριστικές όσον αφορά τις ισορροπίες που θα διαμορφωθούν στην ευρύτερη περιοχή.
Η πραγματική δύναμη του Χαφτάρ είναι φυσικά το πετρέλαιο
Ο στρατάρχης Χαλίφα Χαφτάρ, επικεφαλής του Λιβυκού Εθνικού Στρατού (LNA), ελέγχει τις κύριες πετρελαϊκές υποδομές της Λιβύης για πάνω από 7 χρόνια. Ο έλεγχος της ροής του πετρελαίου του επιτρέπει να παράγει τουλάχιστον 1 εκατ. βαρέλια ημερησίως, με εκτιμώμενα έσοδα 500 εκατ. δολάρια τον μήνα. Αυτά τα έσοδα χρηματοδοτούν τον στρατό του και ενισχύουν την πολιτική του επιρροή.
Η παράνομη πώληση λιβυκού πετρελαίου -μέσω μεσαζόντων- κυρίως από τα λιμάνια Hariga και Ras Lanuf, έχει προκαλέσει σημαντική απώλεια κρατικών εσόδων για τη Λιβύη. Το 2020, η παραγωγή μειώθηκε κατά 95% λόγω του αποκλεισμού των πετρελαϊκών υποδομών από τις δυνάμεις του Χαφτάρ. Αν και ο Εθνικός Οργανισμός Πετρελαίου (NOC – National Oil Corporation) εδρεύει στην Τρίπολη, ο Χαφτάρ έχει δημιουργήσει παράλληλες δομές για τον έλεγχο και την πώληση πετρελαίου, παρακάμπτοντας την επίσημη διαδικασία.
Οι ενέργειες του Χαφτάρ έχουν προκαλέσει διεθνή προβληματισμό, με τις ΗΠΑ και την ΕΕ να εκφράζουν ανησυχίες για την παράνομη εξαγωγή πετρελαίου και τις πιθανές κυρώσεις. Ωστόσο, η αντίδραση των διεθνών οργανισμών παραμένει περιορισμένη. Σε παράνομη διακίνηση, όμως, επιδίδεται και η αντίπαλη κυβέρνηση με έδρα την Τρίπολη, προκειμένου να καλύψει τα δικά της έξοδα, για τα οποία δεν επαρκεί -ως φαίνεται- ο έλεγχος του επίσημου κρατικού πετρελαϊκού οργανισμού (ΝΟC).
Επιτροπές της ΕΕ και του ΟΗΕ, επιφορτισμένες με την αποστολή να ελέγξουν τις παράνομες πρακτικές, έχουν εν πολλοίς αποτύχει έως σήμερα, διότι το λαθρεμπόριο γίνεται κυρίως με την άτυπη κάλυψη των δύο κυβερνήσεων, που τροφοδοτούν με τον τρόπο αυτό τα έξοδά τους και τα υψηλά έξοδα διατήρησης δύο χωριστών στρατών. Οι επιπτώσεις από αυτήν τη συνεχιζόμενη παράνομη διακίνηση είναι σημαντικές. Η Λιβύη χάνει ετησίως κρατικά έσοδα ύψους περίπου 5 δισ. δολαρίων, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας. Το αποτέλεσμα είναι ο λαός να στερείται βασικών κοινωνικών υπηρεσιών, όπως σε υποδομές, υγεία και παιδεία. Η πρόσφατη ίδρυση πολλών ιδιωτικών πετρελαϊκών εταιρειών στη Λιβύη επιτείνει το πρόβλημα.