Κίνα: Κρίσιμη στροφή από τις εξαγωγές στην εγχώρια κατανάλωση λόγω δασμών

Πιέσεις και αντιθέσεις στο 5ετές πλάνο της Κίνας ώστε να στρίψει στο μοντέλο ενίσχυσης της εσωτερικής ζήτησης απέναντι στους δασμούς Τραμπ

Ο πρόεδρος της Κίνας Σι Τζινπίνγκ © EPA/MARK R. CRISTINO/POOL

Εντείνονται οι εκκλήσεις για ενίσχυση του ρόλου των νοικοκυριών στην οικονομία της Κίνας. Σύμβουλοι της κινεζικής κυβέρνησης αυξάνουν τις πιέσεις ώστε η συμβολή του τομέα των νοικοκυριών στην ευρύτερη οικονομική ανάπτυξη να τεθεί ως ύψιστη προτεραιότητα στο επερχόμενο 5ετές αναπτυξιακό πλάνο του Πεκίνου, καθώς οι εμπορικές εντάσεις και οι αποπληθωριστικές πιέσεις απειλούν τις προοπτικές της οικονομίας.

Ενδεικτικό της κατάστασης είναι η κατάρρευση 28,3% των εξαγωγών κοντέινερ από την Κίνα στις ΗΠΑ τον Ιούνιο, σε ετήσια βάση, καθώς οι υψηλότεροι δασμοί ενέτειναν την απότομη πτώση των εξαγωγών που είχε ξεκινήσει τον Μάιο, σύμφωνα με την εταιρεία τεχνολογίας εφοδιαστικής αλυσίδας Descartes. Το μερίδιο της Κίνας στις εισαγωγές των ΗΠΑ βούλιαξε στο 28,8% τον Ιούνιο, έναντι υψηλού 40% τον Ιούλιο του 2024

Συνολικά, οι εισαγωγές εμπορευματοκιβωτίων στις ΗΠΑ μειώθηκαν κατά 3,5% σε σχέση με τον Ιούνιο του 2024, αγγίζοντας τα 2,2 εκατομμύρια ισοδύναμα εμπορευματοκιβώτια των 20 ποδών (TEUs). Οι εισαγωγές από την Κίνα διαμορφώθηκαν στα 639.300 TEUs, σύμφωνα με την ανάλυση της Descartes βάσει στοιχείων φορτωτικών εγγράφων από τις αμερικανικές τελωνειακές αρχές.

Δυναμική αλλαγών με προτάσεις για το 15ο πενταετές πλάνο της Κίνας

Υπό αυτό το καυτό πρίσμα του πολέμου των δασμών Τραμπ η ηγεσία της Κίνας συλλέγει αυτή την περίοδο προτάσεις για το 15ο πενταετές πλάνο , ένα εκτενές στρατηγικό έγγραφο που θα καθορίσει τις οικονομικές και κοινωνικές προτεραιότητες έως το 2030. Το σχέδιο αναμένεται να εγκριθεί από το Κομμουνιστικό Κόμμα τον Δεκέμβριο και να λάβει την επικύρωση του Κοινοβουλίου τον Μάρτιο.

Σύμφωνα με δηλώσεις πολιτικών συμβούλων στο Reuters, αν και εκτιμούν ότι το έγγραφο θα αναδείξει την κατανάλωση των νοικοκυριών σε κορυφαίο στρατηγικό στόχο σε επίπεδο αρχών, δεν αναμένεται να προσδιοριστεί κάποιος ποσοτικός στόχος.

Η κατανάλωση των νοικοκυριών αντιστοιχεί σήμερα μόλις στο 40% του ΑΕΠ. Ορισμένοι σύμβουλοι προτείνουν να τεθεί ως στόχος η άνοδος αυτού του ποσοστού στο 50% κατά την επόμενη δεκαετία, μέσα από δύο πενταετείς κύκλους.

Οικονομολόγοι εδώ και χρόνια καλούν το Πεκίνο να στραφεί σε ένα μοντέλο ανάπτυξης που θα βασίζεται περισσότερο στην κατανάλωση και λιγότερο στην επενδυτική δραστηριότητα με μοχλό το χρέος ή στις εξαγωγές.

Παρότι η Κίνα έχει μέχρι στιγμής αντέξει τις πιέσεις από τους υψηλότερους δασμούς των ΗΠΑ, η ανησυχία για υπερπαραγωγική ικανότητα, αποπληθωρισμό στη βιομηχανία και η συνεπαγόμενη πίεση στην απασχόληση και τα εισοδήματα εντείνουν την ανάγκη για αλλαγή στρατηγικής σε πιο μακροπρόθεσμη βάση.

«Η εξάρτηση από την εξωτερική ζήτηση μάς καθιστά ευάλωτους σε παγκόσμιους κλυδωνισμούς», ανέφερε ένας από τους συμβούλους, μιλώντας υπό καθεστώς ανωνυμίας λόγω της ευαισθησίας του θέματος.
«Πρέπει να ενισχύσουμε την εσωτερική κατανάλωση ως βασικό μοχλό ανάπτυξης και οικονομικού μετασχηματισμού», πρόσθεσε, εκφράζοντας παρόμοιες θέσεις με δύο ακόμη συμβούλους που μίλησαν στο Reuters.

Ένας τέταρτος σύμβουλος ωστόσο δήλωσε ότι οι δικές του προτάσεις δεν περιλαμβάνουν αυτόν τον στόχο, καθώς «δεν είναι κάτι που μπορεί να επιτευχθεί εύκολα χωρίς τις κατάλληλες πολιτικές και μεταρρυθμίσεις».

Νέα επείγουσα ανάγκη απέναντι στους δασμούς Τραμπ

Οι εκκλήσεις για ενίσχυση του ρόλου της ιδιωτικής κατανάλωσης δεν είναι καινούριες.

Παρά τις επανειλημμένες υποσχέσεις του Πεκίνου για διαρθρωτικές αλλαγές την τελευταία δεκαετία, το μερίδιο της κατανάλωσης των νοικοκυριών στο ΑΕΠ παραμένει περίπου στα ίδια επίπεδα με το 2005 – και σαφώς χαμηλότερο από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ, που διαμορφώνεται στο 54%.

Το πρόβλημα, σύμφωνα με αναλυτές, είναι ότι η Κίνα θα πρέπει να μεταφέρει πόρους από τον επιχειρηματικό και κρατικό τομέα προς τα νοικοκυριά, με τρόπους που ενδέχεται να επιβραδύνουν την ανάπτυξη.

Η Ιαπωνία, όταν εισήλθε στη μακρόχρονη περίοδο οικονομικής στασιμότητας, είχε μερίδιο κατανάλωσης των νοικοκυριών στο 50% του ΑΕΠ το 1991, το οποίο αυξήθηκε μόλις στο 58% μέχρι το 2013, προτού υποχωρήσει και πάλι στο 55%.

Κι όλα αυτά την ώρα που ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανήγγειλε την Κυριακή μέσω Truth Social, ότι οι πρώτες ενημερωτικές επιστολές του για τους «ανταποδοτικούς», τιμωρητικούς δασμούς, που ίσως επιβάλει σε άλλες χώρες θα αρχίσουν να επιδίδονται στις κυβερνήσεις τους από τις 19:00 σήμερα ώρα Ελλάδας. Αμέσως μετά, απείλησε όσες χώρες ευθυγραμμίζονται με «τις αντιαμερικανικές πολιτικές» της συμμαχίας BRICS θα υποστούν «επιπρόσθετο δασμό 10%».

«Δεν θα υπάρξουν εξαιρέσεις σε αυτή την πολιτική», συμπλήρωσε. Η συμμαχία αυτή, στην οποία αρχικά συμμετείχαν η Βραζιλία, η Ρωσία, η Ινδία και η Κίνα όταν συστήθηκε το 2009, πρόσθεσε κατόπιν τη Νότια Αφρική και πέρυσι την Αίγυπτο, την Αιθιοπία, την Ινδονησία, το Ιράν, τη Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και την Ινδονησία.

Εσωτερικές αντιπαραθέσεις και συγκρατημένες κινήσεις

Η Κίνα προσαρμόζεται. Στην ενδιάμεση αποτίμηση της εφαρμογής του 14ου πενταετούς πλάνου για το 2023, η κινεζική ηγεσία εξέφρασε απογοήτευση για τους «ανεπαρκείς μηχανισμούς» ενίσχυσης της κατανάλωσης.

Ωστόσο, οι περισσότερες πολιτικές προτάσεις για το 15ο 5ετές πλάνο, σύμφωνα με τους συμβούλους, παραμένουν ίδιες με εκείνες που είχαν διατυπωθεί στο παρελθόν. Περιλαμβάνουν:

  • Ενίσχυση του κοινωνικού κράτους
  • Χαλάρωση του εσωτερικού συστήματος “διαβατηρίων” (hukou), που συντηρεί τις ανισότητες μεταξύ πόλεων και υπαίθρου
  • Φορολογικές μεταρρυθμίσεις για αναδιανομή εισοδήματος προς τα χαμηλότερα στρώματα, που παρουσιάζουν και μεγαλύτερη ροπή προς κατανάλωση

Νεότερες προτάσεις περιλαμβάνουν τη χρήση κρατικών περιουσιακών στοιχείων για την ενίσχυση των συνταξιοδοτικών ταμείων, καθώς και παρεμβάσεις για τη σταθεροποίηση της εύθραυστης χρηματιστηριακής αγοράς και του κλάδου ακινήτων που παραπαίει, με στόχο την αύξηση των επενδυτικών αποδόσεων των νοικοκυριών.

«Πρέπει να αυξήσουμε τα εισοδήματα των νοικοκυριών και να ενισχύσουμε τις μεταβιβάσεις προς τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα — αλλά βλέπουμε περικοπές στους μισθούς», δήλωσε ένας δεύτερος σύμβουλος.

Ο ίδιος πρόσθεσε ότι το ζήτημα της εγχώριας ζήτησης αποκτά αυξημένη σημασία στο νέο πενταετές πλάνο, με αντικείμενο συζήτησης το κατά πόσο πρέπει να τεθεί συγκεκριμένος στόχος για την κατανάλωση.

Ο Γιανγκ Γουεϊμίν, αντιπρόεδρος του Κέντρου για τις Διεθνείς Οικονομικές Ανταλλαγές της Κίνας, δήλωσε τον περασμένο μήνα ότι η χώρα θα πρέπει να αυξήσει την κατανάλωση των νοικοκυριών σε πάνω από 50% του ΑΕΠ έως το 2035.

Λεπτές ισορροπίες και αντιφάσεις

Σύμφωνα με τους συμβούλους, ο στόχος του 14ου πλάνου να διατηρηθεί σταθερό το μερίδιο της μεταποίησης στο ΑΕΠ αναμένεται να διατηρηθεί και στην επόμενη πενταετία.

Οι κρατικά κατευθυνόμενες επενδύσεις έχουν καταστήσει τη μεταποίηση βασικό κινητήριο μοχλό ανάπτυξης. Ωστόσο, διαμορφώνεται πλέον το επιχείρημα ότι η περαιτέρω επένδυση σε έναν ήδη υπερτροφικό βιομηχανικό τομέα —που ευθύνεται για το ένα τρίτο της παγκόσμιας παραγωγής— οδηγεί σε φθίνουσες αποδόσεις.

Την περασμένη εβδομάδα, ένα κορυφαίο περιοδικό του Κομμουνιστικού Κόμματος ζήτησε να τεθεί φρένο στους πόλεμους τιμών μεταξύ επιχειρήσεων, αναγνωρίζοντας το πρόβλημα της υπερπαραγωγής και του αποπληθωρισμού.

Ο Πενγκ Σεν, πρόεδρος της Εταιρείας Οικονομικών Μεταρρυθμίσεων της Κίνας, δήλωσε σε ανάρτησή του στον λογαριασμό WeChat του ομίλου Changan Avenue Reading Club —μιας ανεπίσημης δεξαμενής σκέψης με στήριξη από υψηλόβαθμους αξιωματούχους— ότι η χαμηλή κατανάλωση πλήττει τα κέρδη της μεταποίησης και απειλεί την απασχόληση.

Ο ίδιος δήλωσε τον Μάρτιο ότι η Κίνα θα πρέπει να αυξήσει το τελικό επίπεδο κατανάλωσης (δηλαδή το σύνολο των δαπανών νοικοκυριών και κυβέρνησης) στο 70% του ΑΕΠ έως το 2035 — από 56,6% το 2024.

Ο αντίλογος στον καταναλωτικό προσανατολισμό

Δεν συμφωνούν όμως όλοι οι Κινέζοι οικονομολόγοι με τη μετάβαση σε μοντέλο βασισμένο στην κατανάλωση.

Σε άρθρο του τον Ιούνιο στο οικονομικό μέσο Yicai, ο κυβερνητικός οικονομολόγος Γιού Γιονγκντίνγκ υποστήριξε ότι η εν λόγω προσέγγιση είναι «θεωρητικά λανθασμένη» και ασύμβατη με τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη.

«Χωρίς επενδύσεις, δεν υπάρχει ανάπτυξη – και χωρίς ανάπτυξη, δεν μπορεί να υπάρξει βιώσιμη κατανάλωση», έγραψε χαρακτηριστικά.

Όπως και στο προηγούμενο πενταετές πλάνο, η Κίνα δεν αναμένεται να θέσει συγκεκριμένο στόχο για τον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ, σημειώνουν οι σύμβουλοι. Ο στόχος για φέτος παραμένει στο “περίπου 5%”, ίδιος με αυτόν του 2024.

Ωστόσο, παραμένει και η φιλόδοξη δέσμευση που είχε ανακοινωθεί το 2021 για διπλασιασμό του μεγέθους της οικονομίας έως το 2035. Αυτό, σύμφωνα με αναλυτές, ίσως σημαίνει περαιτέρω καθυστέρηση των δύσκολων αλλά αναγκαίων μεταρρυθμίσεων που απαιτούνται για μια ουσιαστική στροφή προς την κατανάλωση.

«Η ανάπτυξη αυτή την περίοδο δεν μπορεί να πέσει κάτω από 4%», δήλωσε ένας τρίτος σύμβουλος. «Δεν θα δεχθούμε τίποτα λιγότερο».

Η μακροπρόθεσμη είναι η προσέγγιση του Πεκίνου

Με τις επιπτώσεις της επιβολής δασμών στο διεθνές εμπόριο να παραμένουν απρόβλεπτες, με τα κόστη των εταιριών ν’ αυξάνονται, αλλά και την αστάθεια στις αγορές να κλιμακώνεται, η σύγκλιση των εντάσεων και των ταραχών κατά τη φετινή χρονιά επισκιάζει την προοπτική της παγκόσμιας οικονομίας, αποτελώντας μία ουσιαστική δοκιμασία για την αντοχή των οικονομιών σε παγκόσμιο επίπεδο. Ωστόσο, η κινεζική οικονομία αναδύεται ως μία σημαντική εξαίρεση, στο γενικότερο παγκόσμιο περιβάλλον οικονομικής αστάθειας.

Με ετήσια αύξηση του κινεζικού ΑΕΠ στο 5,3% κατά το πρώτο εξάμηνο του 2025, αλλά και με εκτιμώμενη συνεισφορά 30% στην παγκόσμια οικονομία, η Κίνα αποτελεί ένα σημαντικό κέντρο για την παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη. Από την άλλη μεριά, αρκετές αναπτυγμένες οικονομικά χώρες δίνουν μάχη προκειμένου να καταγράψουν ετήσια ανάπτυξη σε ποσοστό 2%.

Η ανθεκτικότητα της κινεζικής οικονομίας δεν μπορεί ν’ αποδοθεί στην τύχη. Είναι αποτέλεσμα της μακροπρόθεσμης προσέγγισης του Πεκίνου σε αυτό, που η κινεζική ηγεσία ονομάζει “αλλαγές που δεν είναι ορατές μέσα σε έναν αιώνα”. Αρκετοί βέβαια αναλυτές λένε ότι αυτές οι επιδόσεις για τα δεδομένα τις κινεζικές οικονομίας που είχε ρυθμούς 8%-10% για χρόνια, δείχνουν ότι οι προσαρμογές στο νέο παγκόσμιο ανταγωνιστικό περιβάλλον αναδύουν ισχυρές προκλήσεις.