Την επιστροφή σε μια πιο επιθετική εμπορική στρατηγική επιβεβαίωσε ο Ντόναλντ Τραμπ, αφού όπως ανακοίνωσε, από την 1η Αυγούστου 2025 θα επιβληθούν γενικευμένοι δασμοί ύψους 25% σε όλες τις εισαγωγές προϊόντων από την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα.
Η ανακοίνωση έγινε μέσω της πλατφόρμας Truth Social, με τον Τραμπ να δημοσιεύει στιγμιότυπα επιστολών που, όπως αναφέρει, απέστειλε προσωπικά στον πρωθυπουργό της Ιαπωνίας Ισίμπα Σιγκερού και στον πρόεδρο της Νότιας Κορέας Λι Τζε-μιούνγκ. Στις επιστολές αυτές, ενημερώνει για την επιβολή των νέων δασμών, διευκρινίζοντας ότι τα μέτρα αυτά είναι ανεξάρτητα από άλλους ειδικούς δασμούς που ισχύουν ή θα επιβληθούν σε επιμέρους τομείς και προϊόντα.
Η νέα αυτή κλιμάκωση εντάσσεται στην ευρύτερη οικονομική ατζέντα του Τραμπ, ο οποίος έχει επανειλημμένως υποστηρίξει πως οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να επαναδιαπραγματευτούν το εμπορικό τους πλαίσιο με παραδοσιακούς συμμάχους και εταίρους, ώστε να εξασφαλιστεί – όπως λέει – ένα πιο δίκαιο και «πατριωτικό» εμπορικό ισοζύγιο.
Στο κείμενο των επιστολών, ο Τραμπ διατυπώνει με αυστηρό ύφος τη θέση του ότι οι δύο χώρες επωφελούνται «δυσανάλογα» από την πρόσβαση στην αμερικανική αγορά, χωρίς – κατά τον ίδιο – να ανταποδίδουν επαρκώς την εμπορική και στρατηγική στήριξη των ΗΠΑ. Επιπλέον, αναφέρεται ρητά ότι κάθε προσπάθεια «παράκαμψης» των δασμών μέσω της πρακτικής της αναμεταφόρτωσης (transshipping) – δηλαδή της αποστολής προϊόντων πρώτα σε τρίτη χώρα και από εκεί στις ΗΠΑ – θα επισύρει την επιβολή ακόμη υψηλότερων δασμών, προειδοποιώντας ουσιαστικά για αυξημένο έλεγχο στις εφοδιαστικές αλυσίδες και στους ενδιάμεσους προορισμούς.
Η επιλογή των δύο συγκεκριμένων χωρών είναι στρατηγική αλλά και συμβολική. Ιαπωνία και Νότια Κορέα θεωρούνται παραδοσιακοί σύμμαχοι των ΗΠΑ στην περιοχή της Ανατολικής Ασίας, τόσο στο στρατιωτικό όσο και στο διπλωματικό πεδίο, ειδικά έναντι της Κίνας και της Βόρειας Κορέας. Ωστόσο, από την πρώτη του θητεία, ο Τραμπ είχε δείξει ότι δεν θεωρεί την αμυντική συνεργασία επαρκές αντάλλαγμα για την εμπορική «ανισορροπία» που, όπως ισχυρίζεται, υπάρχει στις σχέσεις ΗΠΑ-Ασίας. Ήδη από το 2018 είχε επιβάλει δασμούς σε ατσάλι και αλουμίνιο από συμμάχους, προκαλώντας ένταση με χώρες όπως ο Καναδάς, η Γερμανία και η Ιαπωνία.
Η νέα απόφαση αναμένεται να έχει σοβαρές επιπτώσεις στο διμερές εμπόριο. Το 2024, οι εισαγωγές των ΗΠΑ από την Ιαπωνία ξεπέρασαν τα 140 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ οι εισαγωγές από τη Νότια Κορέα ανήλθαν σε περίπου 100 δισεκατομμύρια. Αν και δεν είναι σαφές ακόμη ποια προϊόντα θα πληγούν περισσότερο, αναμένεται ισχυρό πλήγμα στους τομείς της αυτοκινητοβιομηχανίας, των ηλεκτρονικών, της ναυπηγικής και της χημικής βιομηχανίας – δηλαδή στους βασικούς πυλώνες των ασιατικών οικονομιών.
Η πρώτη αντίδραση από την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα ήταν συγκρατημένη, με κυβερνητικούς εκπροσώπους να δηλώνουν ότι «μελετούν τις επιστολές και τα νέα μέτρα» και ότι «παραμένουν προσηλωμένοι σε έναν ανοιχτό και δίκαιο διάλογο με τις ΗΠΑ». Ωστόσο, ήδη στο εσωτερικό των δύο χωρών πληθαίνουν οι φωνές που θεωρούν την κίνηση αυτή ως προσβολή και δείγμα αποδυνάμωσης της στρατηγικής συμμαχίας με την Ουάσιγκτον.
Ειδικοί σε θέματα διεθνούς εμπορίου εκφράζουν ανησυχία ότι οι νέοι δασμοί ενδέχεται να αποτελέσουν την αρχή μιας νέας εμπορικής σύγκρουσης, όχι μόνο με την Ασία, αλλά και με άλλες χώρες που πιθανώς να βρεθούν στη δίνη του επόμενου προστατευτιστικού κύματος. Επιπλέον, εντείνονται οι φόβοι για αλυσιδωτές επιπτώσεις στο παγκόσμιο εμπόριο, αυξήσεις τιμών και πιέσεις στον πληθωρισμό στις ΗΠΑ και αλλού.