Σήμερα, Παρασκευή 6 Ιουνίου, διεξάγεται η καθοριστική δίκη στο ΣτΕ που θα κρίνει την επαναφορά ή όχι του 13ου και 14ου μισθού στο Δημόσιο. Η δίκη έχει πιλοτικό χαρακτήρα και ξεκίνησε έπειτα από αγωγή εκπαιδευτικού κατά του Δημοσίου. Ο ενάγων διεκδικεί για τα έτη 2023 και 2024 συνολικό ποσό 6.278 ευρώ ως δώρα, υποστηρίζοντας πως η χώρα πλέον δεν βρίσκεται υπό δημοσιονομικούς περιορισμούς, ούτε αντιμετωπίζει κίνδυνο χρεοκοπίας, συνθήκες που στο παρελθόν οδήγησαν στην κατάργηση των δώρων.
Σύμφωνα με την εισήγηση του εισηγητή δικαστή, το «παράθυρο» για επαναφορά των δώρων βασίζεται στην ερμηνεία που θα δώσει το ΣτΕ στην κοινοτική οδηγία για τον κατώτατο μισθό. Η οδηγία αυτή προβλέπει εξίσωση των κατώτατων αποδοχών μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, χωρίς όμως τις εξαιρέσεις που έχει διατηρήσει η κυβέρνηση για τα δώρα στους δημοσίους υπαλλήλους.
Σε περίπτωση που το δικαστήριο δεν κάνει δεκτή την επιστροφή των δώρων βάσει του ισχύοντος μισθολογίου του Δημοσίου, ο εκπαιδευτικός ζητά την καταβολή των σχετικών ποσών μέσω της εξίσωσης κατώτατων αμοιβών δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, όπως προβλέπεται στον νόμο 5163/2024 που ενσωματώνει τη σχετική ευρωπαϊκή οδηγία.
Το ενδεχόμενο επαναφοράς του 13ου και 14ου μισθού στους δημοσίους υπαλλήλους βρίσκει νομικό έρεισμα στη σκέψη 16 της εισήγησης του Συμβουλίου της Επικρατείας, η οποία ανοίγει «παράθυρο» για την ανατροπή της υφιστάμενης κατάστασης.
Η απόφαση του ΣτΕ θα πρέπει να στηριχθεί σε τρεις κρίσιμους άξονες
Σύμφωνα με την εισήγηση, η απόφαση θα πρέπει να στηριχθεί σε τρεις κρίσιμους άξονες:
Χρονική συνάρτηση με την ευρωπαϊκή οδηγία: Πρώτον, θα εξεταστεί αν η περίοδος στην οποία αναφέρεται η αγωγή για τη διεκδίκηση των δώρων καλύπτει ολικά ή μερικά το διάστημα μετά τη λήξη της προθεσμίας ενσωμάτωσης της ευρωπαϊκής οδηγίας (15 Νοεμβρίου 2024).
Ερμηνεία της οδηγίας περί κατώτατων μισθών: Δεύτερον, ζητείται η ερμηνεία του κατά πόσο οι ορισμοί που τίθενται στην οδηγία συνεπάγονται την υποχρεωτική εξομοίωση των μισθών μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, εστιάζοντας κυρίως στο αν η εξομοίωση αφορά αποκλειστικά τους κατώτατους μισθούς. Παράλληλα, το ΣτΕ καλείται να προσδιορίσει τι συνιστά “κατώτατο μισθό” σε επίπεδο ΕΕ, πώς αυτός συγκροτείται και ποια περιθώρια έχουν τα κράτη-μέλη για να διαμορφώνουν διαφορετικές μισθολογικές πολιτικές ανά κατηγορία εργαζομένων.
Σύγκριση μισθολογικών καθεστώτων: Τρίτον, το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο θα διερευνήσει πώς έχει διαμορφωθεί η μισθολογική πολιτική για τους πολιτικούς δημοσίους υπαλλήλους διαχρονικά και ειδικά υπό το καθεστώς του ν. 4354/2015, σε σύγκριση με εκείνη των ιδιωτικών υπαλλήλων που αμείβονται βάσει του Εργατικού Δικαίου.
Ένα από τα βασικά επιχειρήματα του Δημοσίου για την απόρριψη της προσφυγής και την αποτροπή της επαναφοράς των δώρων Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας στους δημοσίους υπαλλήλους είναι η μονιμότητα.
Σύμφωνα με την υποστήριξη της πλευράς του Δημοσίου, οι εργαζόμενοι στον δημόσιο τομέα τελούν υπό διαφορετικές εργασιακές συνθήκες σε σχέση με τους ιδιωτικούς υπαλλήλους, ιδίως όσον αφορά την πρόσληψη, την υπηρεσιακή εξέλιξη, τη μονιμότητα και τη λύση της εργασιακής σχέσης. Με βάση αυτή τη διαφοροποίηση, το κράτος θεωρεί ότι είναι θεμιτό και νομικά επιτρεπτό να μην προβλέπονται για τους δημοσίους υπαλλήλους τα επιδόματα εορτών και αδείας που ισχύουν στον ιδιωτικό τομέα.