Απότομα έχουν προσγειωθεί οι μεγάλοι ευρωπαϊκοί όμιλοι Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) που έκαναν απόβαση στις Ηνωμένες Πολιτείες. Από την περίοδο της προεδρίας Μπάιντεν, όταν όλα έδειχναν ότι η αμερικανική αγορά θα γινόταν το Eldorado της πράσινης μετάβασης, ιδίως στον τομέα της υπεράκτιας αιολικής ενέργειας, μέχρι σήμερα, η απόσταση είναι τεράστια. Όπως επισημαίνει η γαλλική εφημερίδα «Les Echos», οι ίδιοι παίκτες που βρέθηκαν σε πλεονεκτική θέση τώρα εγκαταλείπουν το ένα έργο μετά το άλλο, απομειώνουν περιουσιακά στοιχεία και αναδιπλώνουν στρατηγικές. Την ώρα που TotalEnergies και Orsted «μαζεύουν» το χαρτοφυλάκιό τους και φεύγουν, υπάρχουν και οι εταιρείες που τοποθετήθηκαν σωστά, επειδή έβαλαν μόνο το ένα πόδι στις ΑΠΕ. Η Cenergy θέτει τις ΗΠΑ στο επίκεντρο του στρατηγικού της ενδιαφέροντος, καθώς η υπό κατασκευή μονάδα καλωδίων απευθύνεται στην ευρύτερη ενεργειακή αγορά και όχι μόνο στις Ανανεώσιμες. Υπενθυμίζεται ότι ο όμιλος προχώρησε στην εξαγορά οικοπέδου στη Βαλτιμόρη του Μέριλαντ, με συνολική δαπάνη 28 εκατ. ευρώ, το οποίο θα αποτελέσει τη βάση για τη δημιουργία μιας νέας παραγωγικής μονάδας. Το εργοστάσιο αυτό θα λειτουργήσει ως κόμβος για την κατασκευή καλωδιακών προϊόντων.
Στη θυγατρική του ομίλου Βιοχάλκο υποστηρίζουν πως οι Ηνωμένες Πολιτείες εισέρχονται σε φάση ανανέωσης των ενεργειακών τους υποδομών, με έμφαση τόσο στην ενίσχυση του ηλεκτρικού δικτύου, όσο και στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Η εξέλιξη αυτή δημιουργεί αυξανόμενη ζήτηση για καλώδια υψηλής τάσης και διασυνδέσεις, τομείς στους οποίους η Cenergy διαθέτει ισχυρό πλεονέκτημα. Το εργοστάσιο στο Μέριλαντ, το οποίο αναμένεται να ξεκινήσει τη λειτουργία του το 2027, αποτελεί καθοριστικό βήμα για την είσοδο του ομίλου στην αγορά χερσαίων καλωδίων των Ηνωμένων Πολιτειών, ενώ παράλληλα ενισχύει το αποτύπωμα της εταιρείας στη Βόρεια Αμερική.
Ο ελληνικός όμιλος φαίνεται πως έχει βρει το αντίδοτο απέναντι στις αλυσιδωτές ακυρώσεις ομοσπονδιακών αδειών στον τομέα της αιολικής ενέργειας και στην προς τα κάτω αναθεώρηση των φορολογικών πιστώσεων για τις ΑΠΕ, στο πλαίσιο του νέου δημοσιονομικού νόμου που ο Ντόναλντ Τραμπ παρουσίασε ως «big beautiful bill». Πάντως, το περιβάλλον γίνεται ακόμη πιο ασφυκτικό λόγω των υψηλών επιτοκίων και του αυξημένου κόστους κατασκευής, ενώ την ίδια στιγμή η παγκόσμια ζήτηση για φυσικό αέριο και πετρέλαιο συνεχίζει να ανεβαίνει, αναγκάζοντας πολλές εταιρείες να επαναξιολογήσουν τις προτεραιότητές τους και να αναδιαμορφώσουν τα χαρτοφυλάκιά τους.
Διαβάστε περισσότερα στο energygame.gr