Σε ολονύχτιο θρίλερ εξελίχθηκε η Σύνοδος των υπουργών Περιβάλλοντος της ΕΕ, με αντικείμενο την επίτευξη συμφωνίας όσον αφορά την αναθεώρηση του Ευρωπαϊκού Κλιματικού Νόμου και τη θέση ενδιάμεσου στόχου μείωσης των εκπομπών CO2 κατά 90% (σε σχέση με τα επίπεδα του 1990) έως το 2040. Το συμβιβαστικό κείμενο της δανέζικης προεδρίας δεν κατόρθωσε να συγκεράσει τις διαφωνίες μεταξύ του μπλοκ των κλιματικά «υπερφιλόδοξων» χωρών -με επικεφαλής τη Γερμανία- και των χωρών που ζητούσαν μια πιο ρεαλιστική πράσινη μετάβαση με δικλίδες ασφαλείας για τους καταναλωτές και τους κρίσιμους τομείς των οικονομιών τους, όπως η Ιταλία και η Ελλάδα. Έτσι, έπειτα από 15 ώρες διαπραγματεύσεων η Σύνοδος διακόπηκε και θα συνεχιστεί το πρωί της Τετάρτης 5 Νοεμβρίου, σε μια έσχατη προσπάθεια να αρθεί το αδιέξοδο, να βγει «λευκός καπνός» και η Ευρωπαϊκή Ένωση να εμφανιστεί με ενιαίο μέτωπο στην COP 30 στο Μπελέμ της Βραζιλίας, οι εργασίες της οποίας ξεκινούν αύριο, Πέμπτη 6 Νοεμβρίου.
Σύμφωνα με πληροφορίες που επικαλείται το Euractiv, η Κομισιόν -υπό τον Ολλανδό Επίτροπο Περιβάλλοντος, Βόπκε Χούστρα- και ο πρόεδρος του Συμβουλίου των υπουργών Περιβάλλοντος, Λαρς Άαγκαρντ, προσπάθησαν να εξασφαλίσουν συμφωνία προτείνοντας μεταξύ άλλων την αύξηση της συνεισφοράς των λεγόμενων «διεθνών πιστώσεων άνθρακα» στην επίτευξη του στόχου της ΕΕ (και των επιμέρους εθνικών στόχων). Ενώ οι Βρυξέλλες έκαναν λόγο για συνεισφορά της τάξης των 3 ποσοστιαίων μονάδων, χώρες όπως η Ιταλία και η Πολωνία ζήτησαν μεγαλύτερο ποσοστό χρήσης των διεθνών πιστώσεων -έως και 10%- και έναρξη χρήσης τους νωρίτερα από το 2036, που προέβλεπε το κείμενο της δανέζικης προεδρίας.
Οι διεθνείς πιστώσεις άνθρακα (international carbon credits) αφορούν εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου (ή απορροφήσεις/αφαιρέσεις άνθρακα) που επιτυγχάνονται εκτός του εδάφους της ΕΕ και οι οποίες μπορούν να αγοραστούν ή να «μετρηθούν», ώστε, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, να λαμβάνονται υπόψη στον στόχο μείωσης εκπομπών της ΕΕ.
Παπασταύρου: Οι δύο «κόκκινες γραμμές» της Ελλάδας
Κατά την παρέμβασή του στη Σύνοδο, ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Σταύρος Παπασταύρου, παραδέχθηκε ότι η εξεύρεση του σημείου ισορροπίας μεταξύ της φιλοδοξίας και του ρεαλισμού στην πράσινη μετάβαση είναι εξαιρετικά δύσκολη άσκηση, ιδίως αν ληφθούν υπόψη τα διαφορετικά σημεία αφετηρίας και οι διαφορετικές διαδρομές των 27 χωρών της ΕΕ προς τον απώτερο στόχο της κλιματικής ουδετερότητας. «Αν και έχουν γίνει σημαντικές βελτιώσεις στο σχέδιο του κειμένου συμπερασμάτων, τις οποίες καλοδεχόμαστε, η Ελλάδα θεωρεί ότι δεν έχει βρεθεί ακόμη η χρυσή τομή μεταξύ φιλοδοξίας και ρεαλισμού», είπε ο κ. Παπασταύρου, που παρουσίασε στη συνέχεια τις δύο «κόκκινες γραμμές» της Ελλάδας
1.Η θεσμοθέτηση συγκεκριμένης ρήτρας αναθεώρησης (του στόχου για το 2040) και η πρόβλεψη ενισχυμένων ευελιξιών. «Αντιμετωπίζουμε με σκεπτικισμό την προοπτική να μπούμε σε μια πορεία έως το 2040 χωρίς πύλη εξόδου, η οποία πρέπει να είναι σαφής και με καλή σήμανση, όπως ακριβώς οι έξοδοι κινδύνου στα κτίρια», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Παπασταύρου.
2,Η θεσμοθέτηση ξεχωριστής διαδικασίας για την αξιολόγηση της προόδου κάθε χώρας (country specific assessment). «Μπορεί να υπάρχουν αναφορές στις ιδιαιτερότητες κάθε χώρας στο κείμενο, αλλά αν δεν υπάρχει ξεχωριστή αξιολόγηση για την κάθε χώρα, πώς μπορούν να ληφθούν υπόψη;», διερωτήθηκε ο κ. Παπασταύρου. Ο ίδιος υπογράμμισε τέλος ότι η απανθρακοποίηση πρέπει να γίνει με οικονομικά αποδοτικό τρόπο και να ξεκινήσει από τους κλάδους της οικονομίας που είναι πιο «ευεπίφοροι» στη διαδικασία αυτήν και όχι από τους κλάδους όπου η απανθρακοποίηση συνοδεύεται ακόμα από μεγάλη δυσκολία και υψηλά κόστη, όπως είναι η ναυτιλία.
Υπενθυμίζεται ότι προσερχόμενος στη Σύνοδο, ο κ. Παπασταύρου είχε δηλώσει ότι «οι αποφάσεις που καλούμαστε να λάβουμε στο Έκτακτο Συμβούλιο Υπουργών Περιβάλλοντος θα επηρεάσουν τη ζωή όλων μας για τα επόμενα δεκαπέντε χρόνια. Αφορούν τον νέο ευρωπαϊκό στόχο μείωσης εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου για το 2040. Με άμεσο αντίκτυπο στα αγαθά, στις υπηρεσίες, στην καθημερινότητα, στην ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και της βιομηχανίας. Στηρίζουμε τη μείωση των εκπομπών, χωρίς όμως αποκλεισμούς και ανισότητες και χωρίς να θυσιάσουμε την κοινωνική και περιφερειακή συνοχή της Ευρώπης και την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας».
Διαβάστε περισσότερα στο energygame.gr