Σχεδόν 7,5 ευρώ το τρίμηνο είναι η πρόσθετη επιβάρυνση που προκύπτει για το μέσο νοικοκυριό από την προτεινόμενη αναπροσαρμογή στα τιμολόγια νερού της ΕΥΔΑΠ. Το ποσό αυτό δεν συνδέεται με αύξηση στην τιμή του νερού ανά κυβικό μέτρο –η οποία παραμένει αμετάβλητη σε όλες τις κλίμακες κατανάλωσης– αλλά αποκλειστικά με τις αλλαγές στα πάγια τέλη ύδρευσης και αποχέτευσης.
Συγκεκριμένα, το πάγιο ύδρευσης διπλασιάζεται από 1 σε 2 ευρώ τον μήνα, ενώ θεσπίζεται για πρώτη φορά μηνιαίο πάγιο 1 ευρώ στην αποχέτευση. Με τον τρόπο αυτό, η πρόσθετη μηνιαία επιβάρυνση για το μέσο νοικοκυριό διαμορφώνεται σε 2 ευρώ σε σχέση με το ισχύον καθεστώς. Σε τριμηνιαία βάση, η καθαρή αύξηση ανέρχεται σε 6 ευρώ προ ΦΠΑ. Μαζί με το ΦΠΑ προκύπτει αύξηση 2,48 ευρώ το μήνα ή 7,44 ευρώ ανά τριμηνιαίο λογαριασμό. Σε ετήσια βάση, η πρόσθετη επιβάρυνση διαμορφώνεται στα 24 ευρώ προ ΦΠΑ, καθώς το σύνολο των παγίων ανέρχεται στα 36 ευρώ τον χρόνο, έναντι 12 ευρώ που ισχύουν σήμερα.
Η αναπροσαρμογή αυτή προτείνεται για πρώτη φορά έπειτα από 17 χρόνια σταθερών τιμολογίων και συνδέεται με τη χρηματοδότηση ενός εκτεταμένου επενδυτικού προγράμματος σε ύδρευση και αποχέτευση, σε μια περίοδο κατά την οποία η Αττική δοκιμάζεται από παρατεταμένη λειψυδρία και τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης. Με βάση τα στοιχεία της ΕΥΔΑΠ, η εταιρεία εξυπηρετεί περίπου 2,4 εκατ. παροχές ύδρευσης και περί τα 2 εκατ. παροχές αποχέτευσης. Υπό αυτά τα δεδομένα, εκτιμάται ότι η σχεδιαζόμενη αναπροσαρμογή των τιμολογίων θα ενισχύσει τα ετήσια έσοδα της εταιρείας κατά περισσότερα από 70 εκατ. ευρώ, χωρίς ΦΠΑ, ενώ σε ορίζοντα πενταετίας τα συνολικά έσοδα αναμένεται να ξεπεράσουν τα 400 εκατ. ευρώ συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ. Όπως επισημαίνεται, οι προτεινόμενες αυξήσεις εντάσσονται στο πλαίσιο του επιτρεπόμενου εσόδου, δηλαδή του ρυθμιζόμενου μηχανισμού που εγκρίνεται από τη ΡΑΑΕΥ και προσδιορίζει το ανώτατο επίπεδο εσόδων που μπορεί να ανακτήσει η εταιρεία μέσω των τιμολογίων της.
Από τις πάγιες χρεώσεις ύδρευσης και αποχέτευσης εξαιρούνται οι δικαιούχοι κοινωνικού τιμολογίου, οι πολύτεκνοι και οι υπερήλικες άνω των 75 ετών με ετήσιο εισόδημα έως 8.000 ευρώ. Σύμφωνα με τα στοιχεία της εταιρείας, η εξαίρεση αυτή αφορά περιορισμένο αριθμό παροχών, που εκτιμάται σε περίπου 6.000.
Ο διευθύνων σύμβουλος της ΕΥΔΑΠ, Χάρης Σαχίνης, υπογράμμισε ότι τα παραπάνω μεγέθη αποτελούν μέρος της εισήγησης και όχι τελική απόφαση, επισημαίνοντας ότι το ύψος των τιμολογίων και των σχετικών εσόδων θα καθοριστεί από τη Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων. Όπως ανέφερε στο πλαίσιο ενημέρωσης δημοσιογράφων, «η εταιρεία αναμένει τις τελικές αποφάσεις του ρυθμιστή, εκφράζοντας παράλληλα την επιθυμία, εφόσον ολοκληρωθεί εγκαίρως η διαδικασία, η εφαρμογή της νέας τιμολογιακής πολιτικής να ξεκινήσει από τις αρχές Ιανουαρίου του 2026».
Πώς και γιατί προέκυψε τώρα η πρόταση για τα τιμολόγια
Η πρόταση της ΕΥΔΑΠ για αναπροσαρμογή των τιμολογίων δεν προέκυψε αιφνιδιαστικά ούτε αποσπασματικά. Όπως αποτυπώνεται στο ρυθμιστικό υλικό που έχει κατατεθεί στη ΡΑΑΕΥ, συνδέεται άμεσα με την εφαρμογή, για πρώτη φορά, του νέου ρυθμιστικού πλαισίου για τις υπηρεσίες ύδατος, το οποίο τέθηκε σε ισχύ το 2024 και εισάγει συγκεκριμένους κανόνες κοστολόγησης και ανάκτησης κόστους. Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΥΔΑΠ καλείται να υποβάλει εισήγηση για το επιτρεπόμενο έσοδο της πρώτης ρυθμιστικής περιόδου 2025–2029, βάσει λειτουργικών ανταποδοτικών δαπανών, αποσβέσεων παγίων και εύλογης απόδοσης επί της ρυθμιζόμενης περιουσιακής βάσης, με την τελική απόφαση να ανήκει στη ΡΑΑΕΥ.
Σύμφωνα με τη διοίκηση της εταιρείας, το νέο αυτό μοντέλο έρχεται να αντικαταστήσει ένα καθεστώς στο οποίο τα τιμολόγια παρέμεναν ουσιαστικά αμετάβλητα από το 2008, παρά τις αυξήσεις στο ενεργειακό κόστος, τον πληθωρισμό και τη σταδιακή γήρανση των υποδομών. Παράλληλα, η πρόταση κατατίθεται σε μια περίοδο κατά την οποία το υδροδοτικό σύστημα της Αττικής βρίσκεται υπό αυξημένη πίεση, καθώς η παρατεταμένη ανομβρία των τελευταίων ετών έχει οδηγήσει σε σωρευτικό έλλειμμα υδατικών αποθεμάτων, γεγονός που καθιστά αναγκαία την επιτάχυνση έργων ενίσχυσης και ανθεκτικότητας.
Κεντρικό στοιχείο της φιλοσοφίας της πρότασης, όπως παρουσιάζεται στα συνοδευτικά έγγραφα και στις απαντήσεις προς τους δημοσιογράφους, είναι ο διαχωρισμός μεταξύ κατανάλωσης και υποδομών. Η ΕΥΔΑΠ υποστηρίζει ότι το κόστος που επιχειρείται να ανακτηθεί αφορά πρωτίστως τη λειτουργία και συντήρηση ενός εκτεταμένου συστήματος υποδομών – ταμιευτήρες, υδραγωγεία, δίκτυα ύδρευσης και αποχέτευσης, εγκαταστάσεις επεξεργασίας – το οποίο πρέπει να παραμένει σε πλήρη επιχειρησιακή ετοιμότητα ανεξαρτήτως του όγκου κατανάλωσης. Με αυτή τη λογική, η αναπροσαρμογή προτείνεται να περάσει μέσω των παγίων χρεώσεων και όχι μέσω αύξησης της τιμής του νερού ανά κυβικό μέτρο, η οποία παραμένει αμετάβλητη σε όλες τις κλίμακες για τα οικιακά τιμολόγια.
Στο ίδιο πλαίσιο, η διοίκηση επισημαίνει ότι η ελληνική τιμολογιακή δομή χαρακτηρίζεται ήδη από έντονη κλιμάκωση, με τις υψηλές καταναλώσεις να τιμολογούνται πολλαπλάσια σε σχέση με τις χαμηλές, σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Η επιλογή να μη μεταβληθούν οι χρεώσεις κατανάλωσης παρουσιάζεται ως τρόπος διατήρησης της υφιστάμενης κοινωνικής πολιτικής, ενώ μέσω των παγίων καθίσταται δυνατή η πλήρης απαλλαγή ευάλωτων ομάδων από οποιαδήποτε επιβάρυνση.
Το νερό της Αθήνας παραμένει το φθηνότερο στην Ευρώπη
Το επιχείρημα ότι η Αθήνα διατηρεί το φθηνότερο τιμολόγιο νερού στην Ευρώπη αποτυπώνεται και στο συγκριτικό διάγραμμα που περιλαμβάνεται στην παρουσίαση της ΕΥΔΑΠ. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Global Water Intelligence, το μηνιαίο κόστος ύδρευσης και αποχέτευσης για τυπική κατανάλωση 15 κυβικών μέτρων, χωρίς φόρους, τοποθετεί την Αθήνα στην τελευταία θέση μεταξύ των ευρωπαϊκών πρωτευουσών που περιλαμβάνονται στη σύγκριση.
Ακόμη και με το προτεινόμενο νέο τιμολόγιο, το συνολικό κόστος διαμορφώνεται στα 17,4 ευρώ τον μήνα, παραμένοντας χαμηλότερο από πόλεις όπως η Βουδαπέστη, η Μαδρίτη και το Ταλίν, αλλά και πολύ χαμηλότερο από μητροπολιτικά κέντρα της Δυτικής Ευρώπης, όπως το Παρίσι, το Βερολίνο, οι Βρυξέλλες και το Άμστερνταμ, όπου το μηνιαίο κόστος υπερβαίνει κατά πολύ τα 50 και σε ορισμένες περιπτώσεις τα 70 ευρώ. Όπως ανέφερε ο Χάρης Σαχίνης, «με 35 σεντς αγοράζεις ένα κυβικό μέτρο νερού – ποσότητα που αντιστοιχεί σε χιλιάδες μπουκαλάκια εμφιαλωμένου».

Σε αντίθεση με τα οικιακά τιμολόγια, στις λοιπές κατηγορίες καταναλωτών προβλέπονται αυξήσεις που αφορούν άμεσα την τιμή του νερού ανά κυβικό μέτρο. Στα βιομηχανικά και επαγγελματικά τιμολόγια, η χρέωση για κατανάλωση έως 1.000 κυβικά μέτρα τον μήνα αυξάνεται από 0,83 σε 1,10 ευρώ ανά κυβικό μέτρο, καταγράφοντας αύξηση 32,5%, ενώ για κατανάλωση άνω των 1.000 κυβικών μέτρων η τιμή αναπροσαρμόζεται από 0,98 σε 1,30 ευρώ ανά κυβικό μέτρο, δηλαδή κατά 32,7%.
Οι ίδιες αναπροσαρμογές εφαρμόζονται και στα τιμολόγια που αφορούν το Δημόσιο, τους δήμους και τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου. Αντίστοιχα, στο ειδικό τιμολόγιο ενίσχυσης δικτύων Δήμων και Κοινοτήτων, η χρέωση αυξάνεται από 0,48 σε 0,65 ευρώ ανά κυβικό μέτρο, σημειώνοντας αύξηση 35,4%.
«Είμαστε σε κόκκινο συναγερμό»: η λειψυδρία αλλάζει τα δεδομένα
Κρίσιμος παράγοντας πίσω από την πρόταση για τα τιμολόγια είναι η επιδείνωση της υδρολογικής εικόνας της Αττικής. Όπως ανέφερε ο διευθύνων σύμβουλος της ΕΥΔΑΠ, Χάρης Σαχίνης, από τον Οκτώβριο του 2023 το υδροδοτικό σύστημα βρισκόταν σε καθεστώς αυξημένης επιτήρησης, ενώ από τον Οκτώβριο του 2024 έχει περάσει σε «κόκκινο».
«Το ότι έβρεξε λίγες ημέρες δεν μας λύνει το πρόβλημα. Πρέπει να είμαστε σε εγρήγορση», σημείωσε χαρακτηριστικά, επισημαίνοντας ότι τα τελευταία χρόνια έχει καταγραφεί σωρευτικό έλλειμμα της τάξης των 250 εκατ. κυβικών μέτρων νερού. Όπως εξήγησε, στόχος της εταιρείας είναι να περιοριστεί το έλλειμμα αυτό, με την επανένταξη έως και 150 εκατ. κυβικών μέτρων στο σύστημα, μέσω συνδυασμού παρεμβάσεων, εφόσον το επιτρέψουν και οι υδρολογικές συνθήκες.
Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΥΔΑΠ έχει ενεργοποιήσει ένα πλέγμα έργων ενίσχυσης της υδροδοτικής ασφάλειας, που περιλαμβάνει γεωτρήσεις, παρεμβάσεις στο εξωτερικό υδροδοτικό σύστημα, μείωση διαρροών σε κρίσιμους αγωγούς, καθώς και μεγάλα έργα υποδομής, όπως ο Ευήνος, που –όπως σημείωσε η διοίκηση– θωρακίζει την Αττική σε βάθος δεκαετιών. Παράλληλα, προχωρούν έργα αντικατάστασης και αναβάθμισης αγωγών, αξιοποίηση νέων πηγών και παρεμβάσεις σε σημεία του δικτύου με αυξημένες απώλειες.
Η κήρυξη της Αττικής σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης επέτρεψε την επιτάχυνση αυτών των παρεμβάσεων, με την ΕΥΔΑΠ να αναλαμβάνει, κατόπιν σχετικών αποφάσεων του Δημοσίου, τον ρόλο φορέα υλοποίησης για σειρά έργων στρατηγικής σημασίας, τα οποία εντάσσονται σε δεκαετές πρόγραμμα συνολικά 167 έργων για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας του υδροδοτικού συστήματος.
Το επενδυτικό πρόγραμμα των 2,5 δισ. ευρώ και τα 167 έργα
Η τιμολογιακή πρόταση συνδέεται άμεσα με ένα δεκαετές επενδυτικό πρόγραμμα ύψους 2,5 δισ. ευρώ, το οποίο περιλαμβάνει συνολικά 167 έργα σε όλη την Αττική. Σύμφωνα με τα στοιχεία της εταιρείας, περίπου 1,6 δισ. ευρώ κατευθύνονται σε εγκαταστάσεις και δίκτυα αποχέτευσης, ενώ 729 εκατ. ευρώ αφορούν έργα ύδρευσης. Επιπλέον, προβλέπονται επενδύσεις 193 εκατ. ευρώ για ενεργειακή και ψηφιακή αναβάθμιση.
Περίπου 1 δισ. ευρώ του συνολικού προγράμματος αφορά δράσεις που σχετίζονται άμεσα με την αντιμετώπιση της λειψυδρίας, μέσω εκσυγχρονισμού δικτύων, μείωσης απωλειών και ανάκτησης νερού. Η απορρόφηση των κονδυλίων αυξάνεται απότομα από το 2025 και μετά, με τη διοίκηση να εκτιμά ότι θα είναι εξαπλάσια σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια και έως και 20 φορές υψηλότερη σε σύγκριση με την περίοδο 2017–2019.