Με συνεχιζόμενη ανάπτυξη πορεύεται η ΜΕΒΓΑΛ, με πλειοψηφούντες μετόχους την οικογένεια Χατζάκου και μειοψηφούντα τον Σπύρο Θεοδωρόπουλο. Η επιχείρηση με έδρα τα Κουφάλια της Θεσσαλονίκης γνωρίζει διαρκή ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια, ιδίως μετά την πώληση του ποσοστού του ομίλου Vivartia στην οικογένεια Χατζάκου και τον Σπύρο Θεοδωρόπουλο το 2021, έχοντας αφήσει πίσω της τις προκλήσεις του παρελθόντος.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η εταιρεία βασίζει μεγάλο μέρος της ανάπτυξής της στις εξαγωγές. Το 2024 ποσό 82 εκατομμυρίων ευρώ επί του συνολικού τζίρου προήλθε από τον εξαγωγικό τομέα και 113 εκατομμύρια ευρώ από την εγχώρια αγορά. Για το 2025 εκτιμάται ότι οι πωλήσεις θα είναι πιθανότατα μοιρασμένες στα επίπεδα του 50-50 από εξαγωγές και Ελλάδα. Στόχος είναι από το 2026 και ύστερα οι πωλήσεις στο εξωτερικό να υπερβούν σημαντικά εκείνες του εσωτερικού, με βάση και τις υφιστάμενες συμφωνίες που έχει συνάψει η εταιρεία με πελάτες της εκτός συνόρων για τα επόμενα χρόνια.
Μοχλός ανάπτυξης το γιαούρτι, με προοπτικές για τα επόμενα χρόνια
Κύριο πεδίο ανάπτυξης αποτελεί το γιαούρτι, όπου η ζήτηση έχει αυξηθεί κατακόρυφα. Ταυτόχρονα, καταγράφεται η τάση που όλο και περισσότεροι καταναλωτές ζητούν το ελληνικό γιαούρτι, έναντι άλλων γιαουρτιών που συναντώνται στις χώρες του εξωτερικού και έχουν εντελώς -συνήθως πιο υδαρή μορφή- σε σχέση με το προϊόν που παράγεται στη χώρα μας. Ταυτόχρονα, η ισχυρή τουριστική κίνηση που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια λειτουργεί ως μοχλός ανάπτυξης για το ελληνικό γιαούρτι, καθώς πολλοί επισκέπτες το δοκιμάζουν και στη συνέχεια το ζητούν και στη χώρα τους. Η ζήτηση αυτή θα μπορούσε μελλοντικά να οδηγήσει σε νέες επενδύσεις στον τομέα του γιαουρτιού. Θυμίζουμε εδώ ότι αρχική σκέψη των μετόχων της εταιρείας ήταν να δημιουργήσουν νέο εργοστάσιο παραγωγής γιαουρτιού, ωστόσο η απόφαση οδηγήθηκε στην εγκατάσταση νέας γραμμής παραγωγής, η οποία ετέθη σε λειτουργία φέτος.
Θυμίζουμε ότι ήδη στη φέτα στη διάρκεια του 2024 η ΜΕΒΓΑΛ έθεσε σε λειτορυγία το νέο εργοστάσιο παραγωγής, επενδύοντας περί τα 20 εκατομμύρια ευρώ. Συνολικά,στη διάρκεια της διετίας 2023 και 2024 η εταιρεία υλοποίησε επενδύσεις 26,9 εκατομμυρίων ευρώ.
Αύξηση τζίρου – Σταθερότητα στην κερδοφορία
Σε ό,τι αφορά την πορεία του 2024, σύμφωνα με τις επίσημες οικονομικές καταστάσεις της εταιρείας, καταγράφηκε αύξηση στον κύκλο εργασιών και βελτίωση της κερδοφορίας, παρά τις προκλήσεις του οικονομικού περιβάλλοντος. Τα ενοποιημένα οικονομικά στοιχεία του Ομίλου, που περιλαμβάνουν και τις συνδεδεμένες εταιρείες, αποτυπώνουν μια σταθερή αναπτυξιακή πορεία και ενίσχυση της λειτουργικής αποδοτικότητας. Συγκεκριμένα, ο κύκλος εργασιών του Ομίλου διαμορφώθηκε σε 195,6 εκατ. ευρώ, αυξημένος κατά 13,4 εκατ. ευρώ ή 7,36% σε σχέση με το 2023, όταν είχε ανέλθει σε 182,2 εκατ. ευρώ. Η επίδοση αυτή κρίνεται θετική, ιδίως υπό το πρίσμα των διακυμάνσεων στο κόστος πρώτων υλών και της διαρκούς πίεσης στο διαθέσιμο εισόδημα των καταναλωτών.
Το μεικτό περιθώριο κέρδους παρουσίασε κάμψη στο 22,07%, από 23,42% το 2023, γεγονός που αποδίδεται στο αυξημένο κόστος αποθεμάτων. Σημαντική διαφοροποίηση καταγράφηκε στα λειτουργικά έξοδα. Τα έξοδα λειτουργίας της Εταιρείας μειώθηκαν κατά 7,16%, στα 30,99 εκατ. ευρώ, κυρίως λόγω περιορισμού στις προβλέψεις. Αντιθέτως, τα αντίστοιχα έξοδα του Ομίλου αυξήθηκαν κατά 5,26%, φτάνοντας τα 31 εκατ. ευρώ.
Ισχυρή ήταν η εικόνα σε επίπεδο λειτουργικής κερδοφορίας EBITDA, με την εταιρεία να σημειώνει 20,14 εκατ. ευρώ, έναντι 15,5 εκατ. ευρώ το 2023. Αντίστοιχα, το EBITDA του Ομίλου διαμορφώθηκε στα 20,13 εκατ. ευρώ, έναντι 19,5 εκατ. ευρώ την προηγούμενη χρήση.
Τα χρηματοοικονομικά έξοδα υποχώρησαν κατά 9,16%, ενισχύοντας την καθαρή κερδοφορία. Έτσι, σε επίπεδο προ φόρων κερδών η εταιρεία κατέγραψε 10,29 εκατ. ευρώ, έναντι 6,39 εκατ. ευρώ το 2023, ενώ ο Όμιλος παρουσίασε ελαφρά υποχώρηση στα 10,26 εκατ. ευρώ από 10,36 εκατ. ευρώ.
Τα καθαρά αποτελέσματα μετά από φόρους διαμορφώθηκαν σε 8,36 εκατ. ευρώ για την εταιρεία και 8,33 εκατ. ευρώ για τον όμιλο, επιβεβαιώνοντας τη σταθερότητα της κερδοφορίας. Σε ό,τι αφορά τα συνολικά διαθέσιμα κεφάλαια στο ταμείο και στις τράπεζες, στο τέλος του 2024 ανήλθαν στα 1,92 εκατομμύρια ευρώ, από 2,19 εκατομμύρια ευρώ. Ο συνολικός δανεισμός στο τέλος της περασμένης χρήσης ήταν 60,68 εκατομμύρια ευρώ.
Ποσοστό ανάπτυξης μεγαλύτερο από την ανάπτυξη της αγοράς
Η ΜΕΒΓΑΛ ενίσχυσε περαιτέρω τη θέση της στον κλάδο των γαλακτοκομικών προϊόντων κατά τη διάρκεια του 2024, επιτυγχάνοντας ρυθμούς ανάπτυξης που υπερβαίνουν τον μέσο όρο της αγοράς. Συγκεκριμένα, ενώ η ελληνική αγορά γαλακτοκομικών παρουσίασε αύξηση 4% σε ετήσια βάση, η ΜΕΒΓΑΛ κατέγραψε ανάπτυξη 7%, ενισχύοντας σημαντικά το μερίδιό της στον κλάδο. Η επίδοση αυτή αποδίδεται στη στρατηγική τοποθέτηση της εταιρείας, στις επενδύσεις στην ποιότητα και στην καινοτομία, καθώς και στην αποτελεσματικότητα των εμπορικών και λειτουργικών της αποφάσεων.
Ιδιαίτερα θετική εικόνα παρουσίασαν και οι εξαγωγικές δραστηριότητες της εταιρείας, επιβεβαιώνοντας την ισχυρή εξωστρέφεια και τη συστηματική επέκταση σε διεθνείς αγορές. Οι εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 15,8% σε αξία και κατά 24,1% σε όγκο, αναδεικνύοντας τη ζήτηση για τα ελληνικά γαλακτοκομικά προϊόντα και ειδικά για την αυθεντική φέτα και τα γιαούρτια της ΜΕΒΓΑΛ σε αγορές-στόχους του εξωτερικού.