Τα τελευταία χρόνια καταγράφεται ολοένα και πιο έντονα η μετατόπιση των Ελλήνων καταναλωτών προς οικονομικότερες επιλογές ένδυσης και προϊόντα με καλή σχέση ποιότητας – τιμής. Η τάση αυτή αποτυπώνεται ξεκάθαρα στη ραγδαία ανάπτυξη αλυσίδων discount μόδας, όπως η Pepco και η Sinsay.
Σε συνθήκες παρατεταμένης ακρίβειας, συμπίεσης του διαθέσιμου εισοδήματος και αυξημένης οικονομικής αβεβαιότητας, τα νοικοκυριά επαναπροσδιορίζουν τις προτεραιότητές τους, δίνοντας πλέον μεγαλύτερη έμφαση στην τιμή, την ποιότητα και την ευκολία πρόσβασης, παρά στην αναγνωρισιμότητα του brand.
Ενδεικτική είναι η πορεία της πολωνικής Pepco, η οποία συνεχίζει με αμείωτους ρυθμούς τη διεύρυνση του δικτύου της στην Ελλάδα. Την Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου εγκαινίασε το 54ο κατάστημά της πανελλαδικά και το τρίτο στη Λάρισα, λίγες ημέρες μετά το άνοιγμα του 53ου καταστήματος στη Χαλκίδα μέσα στην ίδια εβδομάδα.
Πλέον, η Pepco αριθμεί 54 ενεργά καταστήματα στη χώρα, με τον ρυθμό ανάπτυξης να παραμένει ιδιαίτερα δυναμικός, επιβεβαιώνοντας ότι το μοντέλο της χαμηλού κόστους βρίσκει ισχυρή απήχηση στο ελληνικό καταναλωτικό κοινό. Σύμφωνα με τον σχεδιασμό της εταιρείας, ο στόχος είναι η προσθήκη περίπου 15 νέων καταστημάτων ετησίως.
«Λειτουργούμε ως discount αλυσίδα, αλλά ταυτόχρονα προσφέρουμε αξία για τα χρήματα που δαπανά ο καταναλωτής», επισημαίνει ο Expansion Manager της Pepco στην Ελλάδα, εξηγώντας τη φιλοσοφία του επιχειρηματικού μοντέλου. Όπως τονίζει, η απήχηση δεν περιορίζεται μόνο στις χαμηλές τιμές, αλλά ενισχύεται από το γεγονός ότι οι καταναλωτές διαπιστώνουν στην πράξη πως τα προϊόντα ανταποκρίνονται στις προσδοκίες τους. Αυτός ο συνδυασμός είναι που συμβάλλει στη δημιουργία σταθερής πελατειακής βάσης και όχι απλώς σε ευκαιριακές αγορές.
Παρόμοια εικόνα παρουσιάζει και η Sinsay, θυγατρική του πολωνικού ομίλου LPP, η οποία διαθέτει πλέον περίπου 50 καταστήματα στην ελληνική αγορά και συνεχίζει να αναπτύσσεται με γρήγορους ρυθμούς. Παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι και οι δύο αλυσίδες έχουν καταφέρει να αποσπάσουν μερίδιο από παραδοσιακούς παίκτες του κλάδου ένδυσης, αξιοποιώντας τόσο τη μεταβολή της καταναλωτικής συμπεριφοράς όσο και την ευελιξία τους να δραστηριοποιούνται σε αγορές όπου μεγάλα διεθνή brands εμφανίζουν περιορισμένη παρουσία, όπως σε περιοχές της περιφέρειας.
Καθοριστικό ρόλο σε αυτή την πορεία παίζει και η γεωγραφική στρατηγική. Οι αλυσίδες discount δεν στοχεύουν κατ’ ανάγκη στα πλέον ακριβά και προβεβλημένα εμπορικά σημεία των μεγάλων αστικών κέντρων, αλλά επενδύουν σε επαρχιακές αγορές ή σε καταστήματα εκτός των κεντρικών εμπορικών δρόμων, όπου τα λειτουργικά κόστη και τα ενοίκια είναι χαμηλότερα. Η πρόσφατη είσοδος της Pepco στη Χαλκίδα, μια αγορά με έντονη εμπορική δραστηριότητα, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της στρατηγικής.
Ταυτόχρονα, η αναπτυξιακή πορεία επεκτείνεται πλέον και στη νησιωτική Ελλάδα. Αν και στο παρελθόν οι συγκεκριμένες αλυσίδες εμφανίζονταν επιφυλακτικές λόγω των ιδιαιτεροτήτων των νησιωτικών αγορών, το σκηνικό αλλάζει.
Η Pepco, για παράδειγμα, σχεδιάζει το άνοιγμα του πρώτου της καταστήματος σε νησί, στη Ζάκυνθο, με χρονικό ορίζοντα –εφόσον δεν υπάρξουν απρόοπτα– τον Μάρτιο του επόμενου έτους. Παράλληλα, στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος βρίσκονται και μεγαλύτερα νησιά, όπως η Κρήτη, η Ρόδος και η Μυτιλήνη, αν και η εξεύρεση κατάλληλων εμπορικών χώρων εξακολουθεί να αποτελεί πρόκληση.
Η δυναμική αυτή ενισχύει τις προβλέψεις ότι το δίκτυο της Pepco θα μπορούσε τα επόμενα χρόνια να υπερβεί τα 100 καταστήματα, εφόσον διευρυνθούν τα κριτήρια επιλογής ακινήτων και υπάρξουν επαρκείς ευκαιρίες ανάπτυξης. Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα αγορών παρόμοιου μεγέθους με την ελληνική, όπως η Ουγγαρία, όπου η αλυσίδα διατηρεί περίπου 250 καταστήματα, αναδεικνύοντας το θεωρητικό περιθώριο περαιτέρω επέκτασης.
Συνολικά, η ενίσχυση της παρουσίας των Pepco και Sinsay δεν αποτελεί ένα μεμονωμένο φαινόμενο, αλλά αντικατοπτρίζει μια βαθύτερη μεταβολή στις καταναλωτικές συνήθειες. Ο Έλληνας καταναλωτής εμφανίζεται πλέον πιο συνειδητοποιημένος, συγκρίνει περισσότερο και αναζητά επιλογές που προσφέρουν ουσιαστική αξία σε σχέση με την τιμή.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, οι αλυσίδες οικονομικής μόδας δεν καλύπτουν απλώς μια ανάγκη, αλλά φαίνεται ότι ήδη συμβάλλουν στη διαμόρφωση ενός νέου τοπίου στο λιανεμπόριο ένδυσης.
Αναδημοσίευση από Απογευματινή