Η νέα εμπορική συμφωνία μεταξύ της ΕΕ και των ΗΠΑ σηματοδοτεί μια ιστορική καμπή στις διατλαντικές σχέσεις, αφού για πρώτη φορά η Ευρώπη αποδέχεται την επιβολή αυξημένων δασμών από τις ΗΠΑ στα ευρωπαϊκά βιομηχανικά προϊόντα, εγκαταλείποντας την πάγιά της θέση για ελεύθερο εμπόριο και αμοιβαία μείωση δασμών. Η συμφωνία αυτή, η οποία συνοδεύεται από πρόσθετες δεσμεύσεις για ευρωπαϊκές επενδύσεις και εισαγωγές αμερικανικών προϊόντων, προκαλεί έντονες αντιδράσεις, τόσο σε πολιτικό, όσο και σε οικονομικό επίπεδο.
Μέσα από επτά ερωτήσεις και απαντήσεις, η Handelsblatt αναλύει σε βάθος τους όρους της συμφωνίας, αναδεικνύει τα γεωπολιτικά και οικονομικά κίνητρα πίσω από αυτήν και εξετάζει ποιοι κλάδοι και ποιες χώρες ενδέχεται να ωφεληθούν ή να ζημιωθούν.
- Ποιοι είναι οι κερδισμένοι της συμφωνίας;
Ο μεγαλύτερος κερδισμένος είναι ο πρόεδρος των ΗΠΑ και αυτοαποκαλούμενος «μετρ των συμφωνιών», Ντόναλντ Τραμπ. Επέβαλε δασμούς 15% σε σχεδόν όλες τις ευρωπαϊκές βιομηχανικές εξαγωγές -χωρίς αντίδραση από την ΕΕ. Πολιτικά, επιδεικνύει έτσι ισχύ: η κυβέρνηση των ΗΠΑ εισπράττει, η Ευρώπη υποχωρεί, όπως έκαναν προηγουμένως και οι Ιάπωνες.
Η ΕΕ αναμένει ότι τα αμερικανικά έσοδα από δασμούς σε εισαγωγές από την ΕΕ θα αυξηθούν στα 80 δισ. ευρώ ετησίως -ένας δεκαπλασιασμός σε σύγκριση με τα μέχρι τώρα έσοδα των 7 έως 8 δισ. ευρώ. Με τα έσοδα αυτά ο Τραμπ θέλει να χρηματοδοτήσει φορολογικές ελαφρύνσεις, τουλάχιστον εν μέρει. Σχετικά με τις οικονομικές συνέπειες, οι οικονομολόγοι διαφωνούν. Πολλοί αναμένουν αυξανόμενες τιμές και υψηλότερο κόστος παραγωγής στις ΗΠΑ. Άλλοι υποστηρίζουν ότι οι δασμοί θα μπορούσαν να συμβάλουν στην επαναφορά της βιομηχανικής παραγωγής στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Στο παράδειγμα της αμερικανικής αυτοκινητοβιομηχανίας φαίνεται πόσο αμφιλεγόμενα είναι τα διαπραγματευτικά αποτελέσματα του Τραμπ: Αφενός, οι εισαγωγές από τις δύο σημαντικότερες ανταγωνιστικές χώρες, τη Γερμανία και την Ιαπωνία, γίνονται ακριβότερες, χάνοντας έτσι την ανταγωνιστικότητά τους. Επιπλέον, η ΕΕ σκοπεύει μεσοπρόθεσμα να μειώσει τον δικό της δασμό στα αυτοκίνητα από 10% στο 0% και στο μέλλον θα πρέπει να αποδεχτεί τα αμερικανικά πρότυπα, για παράδειγμα στα crash tests.
Αφετέρου, ο Τραμπ επιβαρύνει τις αμερικανικές αυτοκινητοβιομηχανίες, όπως η General Motors, η Ford και η Tesla, με υψηλούς δασμούς σε πρώτες ύλες, όπως ο χάλυβας, το αλουμίνιο και τα ανταλλακτικά αυτοκινήτων. Αυτό θα μπορούσε να αντισταθμίσει εν μέρει τα ανταγωνιστικά μειονεκτήματα για τους προμηθευτές σε Ευρώπη και Ιαπωνία.
Είναι σαφές, ωστόσο, ότι ο Τραμπ εκπλήρωσε μια κεντρική προεκλογική του υπόσχεση. Και απέδειξε ότι μπορεί να χειριστεί την ΕΕ όπως έναν ενοικιαστή στον Πύργο Τραμπ -αυξάνοντας τα τέλη, απειλώντας και απομυζώντας μέχρι και το τελευταίο σεντ. Ενώ η ΕΕ αρχικά δεν ήθελε σε καμία περίπτωση να αποδεχτεί έναν βασικό δασμό 10%, τώρα έχει συμφωνήσει σε 15%.
- Ποιοι είναι οι χαμένοι;
Η συμφωνία γίνεται εις βάρος των Ευρωπαίων εργαζομένων και των Αμερικανών καταναλωτών. Μια μετατόπιση της παραγωγής στις ΗΠΑ, για την αποφυγή των υψηλότερων αμερικανικών δασμών, θα μπορούσε να γίνει εις βάρος της Ευρώπης ως τόπου παραγωγής.
Οι αυτοκινητοβιομηχανίες έχουν ήδη υποσχεθεί στον Τραμπ επενδύσεις δισεκατομμυρίων στις ΗΠΑ. Στην Κομισιόν υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι φοβούνται ότι αυτό θα μπορούσε μεσοπρόθεσμα να οδηγήσει σε περαιτέρω μετατοπίσεις της παραγωγής και απώλειες θέσεων εργασίας στην Ευρώπη.
Ο πρόεδρος της Επιτροπής Εμπορίου, Bernd Lange (SPD), ασκεί κριτική λέγοντας ότι η ΕΕ έκανε παραχωρήσεις «που είναι δύσκολο να γίνουν ανεκτές». Ενώ οι ΗΠΑ τετραπλασίασαν τους δασμούς τους στα προϊόντα της ΕΕ, οι Ευρωπαίοι μείωσαν ως αντάλλαγμα τους δασμούς τους στα αμερικανικά προϊόντα στο μηδέν. Οι πρόσθετες επενδύσεις της ΕΕ και οι αγορές όπλων στις ΗΠΑ είναι «αντίθετες με τα ευρωπαϊκά συμφέροντα». Αρνητικές συνέπειες αναμένεται να έχει η εμπορική συμφωνία μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ και για τη φαρμακοβιομηχανία. Διότι τα φαρμακευτικά προϊόντα αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος του εξαγωγικού πλεονάσματος της ΕΕ. «Οι ΗΠΑ είναι ο σημαντικότερος εμπορικός μας εταίρος. Αυτή η συμφωνία επισφραγίζει τώρα επιβαρύνσεις δισεκατομμυρίων για τη Γερμανία ως φαρμακευτικό κέντρο», λέει ο Han Steutel, πρόεδρος της Ένωσης Ερευνητικών Φαρμακευτικών Εταιρειών (VFA).
Η Jasmina Kirchhoff, οικονομολόγος στο Ινστιτούτο της Γερμανικής Οικονομίας, προειδοποίησε ότι ο δασμολογικός συντελεστής του 15% πλήττει αισθητά τον γερμανικό φαρμακευτικό κλάδο, αλλά και τις αμερικανικές εταιρείες. «Αυτοί οι δασμοί λειτουργούν σαν αύξηση φόρου», είπε -και οι ασθενείς θα μπορούσαν επίσης να επηρεαστούν. Οι τιμές των φαρμάκων στις ΗΠΑ θα μπορούσαν να αυξηθούν, ακόμη και η διαθεσιμότητα των φαρμάκων θα μπορούσε να μειωθεί.
Η Κομισιόν τονίζει, σαν να πρόκειται για παρηγοριά, ότι οι Αμερικανοί καταναλωτές θα πληρώσουν το μεγαλύτερο μέρος των δασμών. Οι οικονομολόγοι πράγματι εκτιμούν ότι ένα σημαντικό μέρος της πρόσθετης επιβάρυνσης θα μπορούσε να μετακυλιστεί στους καταναλωτές των ΗΠΑ μέσω αυξήσεων τιμών ή μειώσεων ποιότητας.
- Υπάρχουν κερδισμένοι και από την πλευρά της ΕΕ;
Για τον ευρωπαϊκό κατασκευαστή αεροσκαφών Airbus, η συμφωνία φέρνει πλεονεκτήματα: Για τα αεροσκάφη, στο μέλλον θα ισχύει μηδενικός δασμολογικός συντελεστής και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Ένας υψηλόβαθμος αξιωματούχος της ΕΕ δήλωσε: «Αυτό μπορεί να μοιάζει με υποσημείωση, αλλά αφορά έναν εμπορικό όγκο περίπου 72 δισ. δολαρίων». Αν και από τη συμφωνία επωφελείται και η Boeing, η Airbus και οι Ευρωπαίοι προμηθευτές επωφελούνται επιπλέον από τη συμφωνηθείσα δασμολογική απαλλαγή για τα εξαρτήματα αεροσκαφών. Η Airbus παράγει αεροσκάφη της σειράς A320 και A321 και στις ΗΠΑ, και εισάγει για τον σκοπό αυτό βασικά εξαρτήματα από την Ευρώπη.
Οι Eυρωπαίοι καταναλωτές θα μπορούσαν επίσης να επωφεληθούν, για παράδειγμα μέσω χαμηλότερων τιμών για SUV και pickup, που κατασκευάζονται στην Αμερική -εφόσον οι εταιρείες μετακυλήσουν την προγραμματισμένη μείωση των δασμών. Οι καταναλωτές της ΕΕ αναμένεται επίσης να έχουν περισσότερες επιλογές σε ορισμένα αμερικανικά τρόφιμα, όπως ψάρια, τυριά, ξηρούς καρπούς και άλλα γαλακτοκομικά προϊόντα, για τα οποία η ΕΕ προτίθεται να μειώσει τους δασμούς της. Η ΕΕ θα ήθελε επίσης να εισάγει κρέας βίσονα από τις ΗΠΑ στο μέλλον. Ωστόσο, η Κομισιόν τονίζει ότι δεν άνοιξε την αγορά για άλλα γεωργικά προϊόντα. «Ευαίσθητα γεωργικά προϊόντα, όπως το βόειο κρέας, το ρύζι, η αιθανόλη, η ζάχαρη ή τα πουλερικά, δεν περιλαμβάνονται καθόλου σε αυτήν τη συμφωνία», δήλωσε υψηλόβαθμη αξιωματούχος της ΕΕ.
Ορισμένοι κλάδοι της ΕΕ θα μπορούσαν, παρά τους τώρα υψηλότερους δασμούς των ΗΠΑ, να επωφεληθούν εάν για ανταγωνιστές όπως η Κίνα ισχύει ακόμη υψηλότερος δασμός, όπως ελπίζει η Κομισιόν. «Η οικονομική αξιολόγηση αυτής της συμφωνίας θα φανεί μόνο σε σχέση με άλλους», δήλωσε η αξιωματούχος της ΕΕ. «Με βάση την τρέχουσα κατάσταση, αναμένουμε ότι στη συντριπτική πλειονότητα των εμπορικών εταίρων θα επιβληθούν υψηλότεροι δασμοί».
- Τι άλλες παραχωρήσεις κάνει η ΕΕ;
Η ΕΕ δεν προτίθεται μόνο να αποδεχτεί τον δασμό του 15%. Έχει επίσης δεσμευτεί να δαπανά ετησίως επιπλέον 250 δισ. δολάρια για ενεργειακά προϊόντα των ΗΠΑ, όπως πετρέλαιο, LNG και πυρηνικές ράβδους καυσίμου. Λόγω της προγραμματισμένης απαγόρευσης της ρωσικής ενέργειας, αναμένεται αντίστοιχη αύξηση των εισαγωγών από τις ΗΠΑ, σύμφωνα με την Κομισιόν. Η ΕΕ θέλει επίσης να εισάγει από τις ΗΠΑ ημιαγωγούς υψηλής απόδοσης για την Τεχνητή Νοημοσύνη, όπου οι Αμερικανοί προμηθευτές είναι ούτως ή άλλως ηγέτες.
Επιπλέον, οι ευρωπαϊκές εταιρείες υποτίθεται ότι θα επενδύσουν 600 δισ. δολάρια στις ΗΠΑ. Το αν αυτό θα συμβεί, ωστόσο, εξαρτάται από τις ίδιες τις εταιρείες. Αυτό δεν είναι κάτι που μπορεί να εγγυηθεί η ΕΕ, δήλωσε αξιωματούχος της ΕΕ στη Handelsblatt. Ο οικονομολόγος Gabriel Felbermayr φοβάται ότι εδώ θα μπορούσε να προκύψει νέα διαμάχη, με αποτέλεσμα έναν «νέο γύρο δασμών από τις ΗΠΑ». Επίσης, μεταξύ της κυβέρνησης Τραμπ και της Ιαπωνίας ήδη παρατηρούνται διαφορές σε αυτό το σημείο.
- Ποια ερωτήματα παραμένουν ανοιχτά;
Παραμένει ασαφές πώς ακριβώς θα μετρώνται και θα επαληθεύονται οι επενδύσεις. Επίσης, οι τομεακές εξαιρέσεις -για παράδειγμα για αλκοολούχα ποτά, φαρμακευτικά προϊόντα ή κρασί- δεν έχουν οριστικοποιηθεί. Διότι η συμφωνία δεν είναι μια νομικά δεσμευτική συνθήκη, αλλά μια πολιτική δήλωση προθέσεων. Σημαντικές λεπτομέρειες πρόκειται να ρυθμιστούν τους επόμενους μήνες σε μια νομικά δεσμευτική συμφωνία.
Η ΕΕ προτίθεται να μειώσει τους δασμούς της μόνο όταν η τελική διεθνής συμφωνία διαπραγματευτεί -κάτι που θα μπορούσε να διαρκέσει μήνες. Μέχρι τότε, ισχύουν οι υφιστάμενοι δασμοί της ΕΕ στα αυτοκίνητα, ύψους 10%, ενώ από την πλευρά των ΗΠΑ, από την 1η Αυγούστου, θα ισχύει δασμός 15%, σύμφωνα με την Kομισιόν. Ο Τραμπ θέλει να επιβάλει νέους δασμούς σε φαρμακευτικά προϊόντα και ημιαγωγούς ήδη από τον Αύγουστο. Η ΕΕ έχει μια «πολιτική δέσμευση» ότι ο δασμολογικός συντελεστής γι’ αυτήν θα περιοριστεί στο 15%. Ωστόσο, η δέσμευση αυτή δεν είναι δεσμευτική, τόνισαν υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της Κομισιόν.
Επίσης, για τον χάλυβα και το αλουμίνιο προς το παρόν ισχύουν οι δασμοί του Τραμπ ύψους 50%. Μεσοπρόθεσμα αυτοί θα μειωθούν μέσω μιας συμπληρωματικής συμφωνίας, σύμφωνα με την Επιτροπή. «Οι λεπτομέρειες, όμως, δεν έχουν ακόμη διευκρινιστεί».
- Διαπραγματεύτηκε άσχημα η ΕΕ;
Ο πρωθυπουργός της Γαλλίας, Φρανσουά Μπαϊρού, μίλησε για μια «μαύρη μέρα», επειδή η ΕΕ «υποτάχθηκε». Επίσης, Γερμανοί εκπρόσωποι της βιομηχανίας άσκησαν κριτική. Ο επίτροπος Εμπορίου, Μάρος Σέφκοβιτς, από την πλευρά του, υπερασπίστηκε τον εαυτό του, λέγοντας ότι οι ευρωπαϊκές οικονομικές ενώσεις είχαν ζητήσει να αποφευχθεί μια κλιμάκωση με κάθε κόστος. Πράγματι, η Κομισιόν βρισκόταν υπό μεγάλη πίεση από τα κράτη-μέλη, κυρίως από τη Γερμανία, να επιτύχει μια γρήγορη συμφωνία. Αντίστοιχα ικανοποιημένος εμφανίζεται τώρα ο καγκελάριος της Γερμανίας, Φρίντριχ Μερτς. Αποφεύχθηκε, όπως είπε, μια επικίνδυνη κλιμάκωση.
- Θα μπορούσε ο Τραμπ να επιβάλει νέους δασμούς;
Η Φον ντερ Λάιεν και ο Μερτς υπερασπίζονται τον συμβιβασμό για τους δασμούς, με το επιχείρημα ότι προσφέρει στις ευρωπαϊκές εταιρείες ασφάλεια προγραμματισμού. Η εμπειρία με τον Τραμπ, ωστόσο, διδάσκει το αντίθετο: ο απρόβλεπτος πρόεδρος των ΗΠΑ θα μπορούσε ανά πάσα στιγμή να ανακοινώσει περαιτέρω δασμούς ή να αλλάξει μονομερώς τη συμφωνία. «Περιμένω σταθερά ότι η πολιτική των ΗΠΑ θα παραμείνει ευμετάβλητη και η αβεβαιότητα για την οικονομία θα συνεχίσει να αυξάνεται», δήλωσε στη Handelsblatt ο επικεφαλής της Evonik, Christian Kullmann.
Επίσης, η Ένωση Μηχανολόγων Μηχανικών VDMA μίλησε μόνο για βραχυπρόθεσμη ασφάλεια προγραμματισμού και προειδοποίησε να μη θεωρηθεί η συμφωνία ως «νέα κανονικότητα». Αυτή η ασύμμετρη συμφωνία αντικατοπτρίζει τις τρέχουσες σχέσεις ισχύος και εξαρτήσεις, εξήγησε ο πρόεδρος της VDMA, Bertram Kawlath.
Το πόσο συναισθηματικά προσεγγίζει ο Τραμπ τις διαπραγματεύσεις,το κατέστησε σαφές για άλλη μια φορά τη Δευτέρα. Στην ερώτηση γιατί το Ηνωμένο Βασίλειο έλαβε καλύτερη εμπορική συμφωνία από την ΕΕ, είπε: «Έχουμε μια πολύ ιδιαίτερη σχέση με αυτήν τη χώρα», προσθέτοντας ότι η μητέρα του γεννήθηκε εκεί και ότι αυτό «πάντα έχει μια επίδραση». Βραχυπρόθεσμα ο Τραμπ θα μπορούσε να δηλώσει ικανοποιημένος και να παρουσιάσει τη συμφωνία ως επιτυχία. Μακροπρόθεσμα, όμως, με τον Τραμπ δεν υπάρχουν εγγυήσεις.
Οι συνέπειες του deal ΗΠΑ-ΕΕ στην ευρωπαϊκή οικονομία
Το Ινστιτούτο Παγκόσμιας Οικονομίας του Κιέλου (IfW), καθώς και το Ινστιτούτο Ifo του Μονάχου υπολόγισαν για την Handelsblatt τις βραχυπρόθεσμες επιπτώσεις στο ΑΕΠ. Σύμφωνα με αυτούς, οι γενικοί δασμοί ύψους 15% και οι δασμοί 50% στον χάλυβα και το αλουμίνιο οδηγούν, σύμφωνα με το IfW, σε μείωση του ΑΕΠ στη Γερμανία κατά 0,15% εντός ενός έτους. Αυτό θα σήμαινε μια απώλεια περίπου 6,5 δισ. ευρώ. Για την ΕΕ συνολικά, η μείωση ανέρχεται στο 0,1%. Η Γαλλία επηρεάζεται ελαφρύτερα με απώλεια ΑΕΠ 0,01% και η Ιταλία με μείον 0,02%.
Το Ινστιτούτο Ifo εξέτασε ένα ελαφρώς μακρύτερο χρονικό διάστημα, τη μεσοπρόθεσμη περίοδο. Καταλήγει σε μείωση του γερμανικού ΑΕΠ κατά 0,2%. Αυτό θα αντιστοιχούσε σε περίπου 8,6 δισ. ευρώ σε χαμένη οικονομική απόδοση. Η προστιθέμενη αξία της βιομηχανίας θα μειωθεί μεσοπρόθεσμα κατά 1,5%, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Ifo. Οι γερμανικές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ θα καταρρεύσουν κατά 16%. Αν και ορισμένα αγαθά θα ανακατευθυνθούν σε άλλες χώρες, οι συνολικές γερμανικές εξαγωγές αναμένεται να μειωθούν κατά περίπου 1,4%.