Τι φέρνουν οι δασμοί Τραμπ για το ελληνικό, ισπανικό & ιταλικό ελαιόλαδο

Κίνδυνος για τις εξαγωγές ελαιολάδου στις ΗΠΑ, κερδίζουν έδαφος Τουρκία, Μαρόκο, Τυνησία. Τι λέει στο powergame.gr ο Διευθυντής του ΣΕΒΙΤΕΛ

Ελαιόλαδο © Freepik

Το ελαιόλαδο, ένα από τα πιο εμβληματικά αγροτικά προϊόντα της Μεσογείου, κατέχει ισχυρή θέση στην αγορά των ΗΠΑ, με τη χώρα να εισάγει περίπου το 95% του ελαιολάδου που καταναλώνει. Ιταλία, Ισπανία και Ελλάδα καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος της αμερικανικής κατανάλωσης, εξάγοντας χιλιάδες τόνους κάθε χρόνο. Ωστόσο, το πολύτιμο αυτό εξαγωγικό ρεύμα απειλείται από τους νέους δασμούς Τραμπ ύψους 15% στα ευρωπαϊκά προϊόντα, με τον αγροτικό τομέα της ΕΕ να βρίσκεται επί ποδός «πολέμου», για να υπερασπιστεί το μερίδιο αγοράς του και να προσαρμοστεί γρήγορα στη νέα πραγματικότητα.

Το μέτρο προκαλεί αβεβαιότητα στον κλάδο, υπονομεύει την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών παραγωγών και πιθανά θα ενισχύσει τρίτες χώρες, όπως η Τουρκία και το Μαρόκο, οι οποίες επιβαρύνονται με χαμηλότερους δασμούς.  Οι συνολικές ελληνικές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ, ανήλθαν συνολικά σε περίπου 2,6 δισ. ευρώ, με τις ΗΠΑ να αποτελούν τον πέμπτο σημαντικότερο πελάτη της χώρας. Εξ αυτών, τα 745 εκατ., προέρχονται από τα αγροδιατροφικά προϊόντα. Το μεγαλύτερο ποσοστό ανήκει στις επιτραπέζιες ελιές και ακολουθούν το ροδάκινο, τα γαλακτοκομικά, το ελαιόλαδο και το κρασί.

ΕΛΑΙΟΛΑΔΟ

Ελαιόλαδο © ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΤΖΕΚΑΣ/EUROKINISSI

Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρείχε στο powergame.gr o Διευθυντής του ΣΕΒΙΤΕΛ, Γιώργος Μητράκος, η αγορά των ΗΠΑ αποτελεί τον μεγαλύτερο εισαγωγέα ελαιολάδου παγκοσμίως και, παρότι δεν είναι η κύρια εξαγωγική αγορά για το ελληνικό προϊόν, παραμένει εξαιρετικά σημαντική.

Συγκεκριμένα, οι εξαγωγές ελληνικού ελαιολάδου προς τις Ηνωμένες Πολιτείες κυμαίνονται μεταξύ 10.000 και 12.000 τόνων, που αντιστοιχούν περίπου στο 3-5% του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών, με συνολική αξία 75 έως 85 εκατομμύρια ευρώ. Η πορεία είναι σταθερά ανοδική από το 2010 και μετά, ενώ όλο και περισσότερες ελληνικές επιχειρήσεις επεκτείνουν την παρουσία τους στην αμερικανική αγορά. Όλα αυτά γεννούν εύλογες ανησυχίες στον κλάδο, και μένει να φανεί στην πράξη ποιος θα είναι ο τελικός αντίκτυπος των νέων δασμών για το ελληνικό ελαιόλαδο.

Ο κ. Μητράκος, προσθέτει ότι η επιβολή δασμών ύψους 15% από τις ΗΠΑ αποτελεί, υπό τις παρούσες συνθήκες, το ηπιότερο από τα ενδεχόμενα σενάρια για το ελληνικό ελαιόλαδο. Η επιβολή υψηλότερου δασμού, της τάξεως του 30%, θα είχε καταστροφικές συνέπειες για τον κλάδο, ενώ το τελικά εφαρμοσθέν ποσοστό θα γίνει προσπάθεια να αντιμετωπισθεί από τις ελληνικές επιχειρήσεις.

Επισημαίνει επίσης, ότι η συναλλαγματική ισοτιμία δολαρίου-ευρώ είναι αυτή τη στιγμή λιγότερο ευνοϊκή για τις ελληνικές εξαγωγές, ενώ δεν μπορεί να αποκλειστεί και το ενδεχόμενο πληθωριστικών πιέσεων στην αμερικανική αγορά λόγω των νέων δασμών. Ιδιαίτερη σημασία σύμφωνα με τον ίδιο, αποκτά και η στάση που θα τηρηθεί έναντι τρίτων ανταγωνιστικών χωρών εκτός ΕΕ, όπως η Τουρκία και, σε δεύτερο βαθμό, η Τυνησία. Οι δύο αυτές χώρες έχουν ενισχύσει σημαντικά την παραγωγή τους και παρουσιάζουν αυξημένες εξαγωγές προς τις ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια. Ειδικά η Τουρκία, στην οποία έχει επιβληθεί δασμός μόλις 10%, αποκτά ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι των ευρωπαϊκών ελαιολάδων, ενώ η Τυνησία επιβαρύνεται με δασμούς 25%.

ΕΛΙΑ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟ

Μάζεμα ελιάς και παραγωγή ελαιόλαδου © ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΤΖΕΚΑΣ/EUROKINISSI

Αναντικατάστατη για το ισπανικό ελαιόλαδο η αμερικανική αγορά

Περνώντας στην άλλη πλευρά της Μεσογείου, η Ισπανική Ένωση Βιομηχανίας και Εξαγωγικού Εμπορίου Ελαιολάδου (ASOLIVA) με ανακοίνωσή της εξέφρασε τη λύπη της για τους δασμούς ύψους 15%. Όπως αναφέρεται, ελλείψει λεπτομερειών σχετικά με τους όρους της συμφωνίας, το μέτρο αυτό προκαλεί στρέβλωση της διεθνούς αγοράς εις βάρος των ευρωπαϊκών, και ιδίως των ισπανικών, αγορών, και ειδικότερα του τομέα του ελαιολάδου, για τον οποίο οι ΗΠΑ αποτελούν στρατηγική αγορά.
Σε δηλώσεις του στο Olimerca, ο αναπληρωτής διευθυντής της ASOLIVA, Ραφαέλ Πίκο, τόνισε ότι «οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι μια αναντικατάστατη αγορά για τον ισπανικό τομέα του ελαιολάδου, καθώς είναι ο μεγαλύτερος εισαγωγέας του προϊόντος μας, και γι’ αυτόν τον λόγο το 15% αυτό αντιπροσωπεύει μια απώλεια ανταγωνιστικότητας έναντι άλλων χωρών παραγωγής εκτός ΕΕ».

Η επιβολή αυτών των δασμών στο ισπανικό ελαιόλαδο θα προκαλέσει αύξηση των τιμών στα ράφια, την οποία θα επωμιστεί ο Αμερικανός καταναλωτής. Στην πραγματικότητα, οι ΗΠΑ παράγουν λιγότερο από το 3% του ελαιολάδου που καταναλώνουν, οπότε εισάγουν ετησίως περίπου 430.000 τόνους ελαιόλαδο, εκ των οποίων οι 180.000 τόνοι εξάγονται απευθείας από την Ισπανία και άλλοι 150.000 τόνοι εξάγονται έμμεσα μέσω Ιταλίας.

Ελαιόλαδο © deoleo.com

Ελαιόλαδο © deoleo.com

Η επιβολή των δασμών αυτών στο ισπανικό ελαιόλαδο θα οδηγήσει σε αύξηση των τιμών στα ράφια, επιβάρυνση που θα επωμιστεί ο Αμερικανός καταναλωτής. Η ASOLIVA τονίζει, πως αν και είναι αλήθεια ότι ο καταναλωτής των ΗΠΑ είναι πολύ ευαισθητοποιημένος όσον αφορά τα οφέλη του ελαιολάδου για την υγεία και ιστορικά είναι διατεθειμένος να πληρώσει περισσότερο για ένα τέτοιο προϊόν, είναι πιθανό ότι η αύξηση της τιμής του ισπανικού ελαιολάδου να τον οδηγήσει να επιλέξει ελαιόλαδα από χώρες όπως το Μαρόκο ή η Τουρκία, που έχουν δασμούς της τάξης του 10%, ή ακόμη και άλλα φυτικά έλαια όπως σογιέλαιο, κραμβέλαιο, ηλιέλαιο κ.ά.

Χωρίς αμφιβολία, πρόκειται για μια πολύ κακή είδηση για έναν τομέα που τα τελευταία χρόνια έχει πραγματοποιήσει μεγάλες επενδύσεις σε υποδομές, εμπορία και προώθηση του ισπανικού ελαιολάδου σε μια ηγετική αγορά για την Ισπανία. Τώρα αυτή η απόφαση μπορεί να οδηγήσει σε οικονομική φθορά ολόκληρης της αλυσίδας, ενός τομέα που έχει οικονομική αξία 6 δισ. ευρώ και αντιστοιχεί στο 12% των εξαγωγών τροφίμων της Ισπανίας.

Βλέπει το πρόβλημα, αλλά δηλώνει ανθεκτική η Ιταλία

Οι πρώτες εκτιμήσεις της Ιταλικής Ένωσης Βιομηχανίας Ελαιολάδου (ASSITOL), δείχνουν ότι ο δασμός του 15% επιτρέπει στον κλάδο να διατηρήσει την ανταγωνιστικότητά του. Ωστόσο, υπενθυμίζουν ότι πρέπει να ληφθεί υπόψη η αδυναμία του δολαρίου και ο πληθωρισμός. «Κανείς δεν συμπαθεί τους δασμούς», δηλώνει η Άννα Κάνε, πρόεδρος του τομέα ελαιολάδου της Ένωσης.

«Ωστόσο, αυτό το ποσοστό, που ισχύει για όλους τους ευρωπαίους παραγωγούς, επιτρέπει στις εξαγωγές μας να ανταγωνίζονται επί ίσοις όροις με άλλους Ευρωπαίους και τρίτους ανταγωνιστές». Τα τελευταία χρόνια, ο τομέας έχει περάσει δύσκολες περιόδους παραγωγής λόγω κλιματικής αλλαγής και διεθνών εντάσεων, γεγονός που έχει προκαλέσει αύξηση κόστους και τιμών.

«Αυτή η δύσκολη περίοδος μάς έμαθε να επιμένουμε», παρατηρεί η Κάνε. «Αν οι δασμοί δεν ξεπεράσουν αυτό το όριο, οι επιχειρήσεις μπορούν να συνεχίσουν να λειτουργούν, γεγονός που επιβεβαιώνει τη μακρόχρονη εξαγωγική μας δυναμική». Για την Ιταλία, οι ΗΠΑ είναι μια βασική αγορά. Οι ΗΠΑ είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος καταναλωτής ελαιολάδου στον κόσμο, με κατά μέσο όρο περίπου 370.000 τόνους τον χρόνο· μέχρι το 2030 θα μπορούσε να ξεπεράσει την Ιταλία σε κατανάλωση. Η Ιταλία κατατάσσεται δέκατη στις εξαγωγές τροφίμων και το ελαιόλαδο παίζει σημαντικό ρόλο σε αυτό.

Σύμφωνα με την ASSITOL, στο μέλλον, η διεθνής προώθηση του προϊόντος πρέπει να εστιάσει στις ιδιότητές του για την υγεία, καθώς αυτό γίνεται όλο και πιο σημαντικό για τους καταναλωτές. Ένα σημαντικό στοιχείο είναι ότι ο δασμός του 15% εφαρμόζεται εξίσου σε όλους τους Ευρωπαίους παραγωγούς, ενώ άλλοι ανταγωνιστές στη Μεσόγειο αντιμετωπίζουν πολύ υψηλότερους δασμούς.

Το ευρωπαϊκό ελαιόλαδο ταξιδεύει Βραζιλία μέσω… Mercosur

Πάντως, πέρα από την αγορά των ΗΠΑ, σημαντικές ευκαιρίες προκύπτουν για τα ευρωπαϊκά και ελληνικά αγροδιατροφικά προϊόντα από τη συμφωνία Ε.Ε. – MERCOSUR. Σημειώνεται ότι η ζώνη Mercosur αποτελείται από έξι μεγάλες αγορές της Νότιας Αμερικής όπως η Βραζιλία, η Αργεντινή, η Ουρουγουάη, η Παραγουάη, η Βενεζουέλα και η Βολιβία. Τονίζεται όμως πως η συμμετοχή της Βενεζουέλας έχει ανασταλεί, ενώ για τη Βολιβία, που είναι το νεότερο μέλος της ομάδας, δεν θα ισχύσει ακόμη η εμπορική συμφωνία με την ΕΕ.

Η τελευταία έκθεση του Διεθνούς Συμβουλίου Ελαιοκομίας (ΔΣΕ/ IOC), που αντιστοιχεί στους μήνες Ιούνιο-Ιούλιο 2025, αναφέρει ότι κατά τους εννέα πρώτους μήνες της τρέχουσας ελαιοκομικής περιόδου (Οκτώβριος έως Μάιος), οι εξαγωγές ελαιολάδου της ΕΕ προς τρίτες χώρες ανήλθαν σε 484.554 τόνους, με αξία 3.294 εκατ. ευρώ. Εστιάζοντας στον μήνα Μάιο, τα στοιχεία δείχνουν ότι η ΕΕ εξήγαγε περίπου 74.914 τόνους ελαιολάδου εκτός κοινοτικού χώρου (+36,1% σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο ή +7,5% σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα), εκ των οποίων το 74,6% αφορούσε εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο (55.862 τόνοι).

Κατά την ίδια περίοδο, η μέση αξία των εξαγωγών αυτών ανήλθε σε 554 €/100 κιλά (-42,4% από το αντίστοιχο διάστημα της προηγούμενης περιόδου ή -4,1% σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα), και σε 595 €/100 κιλά για το εξαιρετικό παρθένο. Η έκθεση δίνει έμφαση στη Βραζιλία ως κύρια αγορά εισαγωγής ελαιολάδου, η οποία αντιπροσωπεύει κατά μέσο όρο το 9% των παγκόσμιων εισαγωγών και το 3,1% της παγκόσμιας κατανάλωσης. Συγκεκριμένα, οι εξαγωγές των 27 κρατών-μελών της Ε.Ε. προς τη Βραζιλία κατά την περίοδο Οκτωβρίου–Μαΐου ανήλθαν σε 42.024 τόνους, αξίας 281 εκατομμυρίων ευρώ, κυρίως εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο. Η μέση μοναδιαία αξία κορυφώθηκε τον Μάιο του 2024 (1.016,8 €/100 kg), αλλά μειώθηκε στα 552,5 €/100 kg τον Μάιο του 2025, καταγράφοντας έντονη διόρθωση.

Ελαιόλαδο σε σούπερ μάρκετ στην Ισπανία © EPA/ANTONIO GARCIA

Ελαιόλαδο σε σούπερ μάρκετ στην Ισπανία © EPA/ANTONIO GARCIA

Παρά την ακόμα χαμηλή κατά κεφαλήν κατανάλωση –0,4 κιλά ανά περίοδο–, τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν ότι από το 2015/16 έως το 2021/22 η κατανάλωση στη χώρα σημείωσε σταθερή αύξηση, με εξαίρεση τη χρονιά 2015/16 (50.000 τ.) λόγω της οικονομικής κρίσης και της υποτίμησης του ρεάλ, καθώς και μια πρόσφατη κάμψη λόγω αύξησης των τιμών στην πηγή. Η έκθεση καταγράφει ότι, αν και η χώρα της Νότιας Αμερικής κατέγραψε μείωση 11% στις εισαγωγές της κατά το 2023/24 (81.000 τόνους), τον Μάιο του 2025 σημειώθηκε αύξηση 4,6% σε ετήσια βάση, δείχνοντας ανάκαμψη της αγοράς. Η Πορτογαλία εξακολουθεί να ηγείται στις εξαγωγές προς τη Βραζιλία, με μερίδιο 57%, αν και κατέγραψε μείωση 14% σε σύγκριση με την προηγούμενη περίοδο.