Γιατί το ελληνικό κρασί χάνει το τρένο της εστίασης και κερδίζει στα σούπερ μάρκετ

Η μεταστροφή της αγοράς κρασιού στην Ελλάδα: από τα εστιατόρια στα ράφια των σούπερ μάρκετ. Οι «αλμυρές» τιμές στην εστίαση

Οινοποιία, κρασί © Freepik

Τις τελευταίες χρονιές η ελληνική αγορά κρασιού βιώνει μια σταδιακή, αλλά καθοριστική μεταστροφή. Η «ανατομία» της κατανάλωσης αλλάζει ριζικά, καθώς σημαντικό μέρος της ζήτησης μετακινείται από τα εστιατόρια και τα μπαρ προς τα σούπερ μάρκετ και τις αγορές για κατανάλωση στο σπίτι.

Οι καταναλωτές φαίνεται να αναθεωρούν τις συνήθειές τους, επηρεασμένοι τόσο από τις αυξήσεις τιμών στην εστίαση όσο και από τη διεύρυνση των επιλογών που προσφέρουν τα ράφια των αλυσίδων λιανικής.

Εκτόξευση των τιμών φιάλης κρασιού στην εστίαση

Σύμφωνα με εκτιμήσεις της αγοράς, οι πωλήσεις κρασιού στα σούπερ μάρκετ κινούνται με έντονα ανοδικούς ρυθμούς κατά τη φετινή χρονιά, καταγράφοντας ισχυρή διψήφια αύξηση σε σχέση με το 2024.

Το φαινόμενο αυτό δεν είναι τυχαίο. Οι τιμές των εμφιαλωμένων κρασιών στα εστιατόρια έχουν πλέον εκτοξευτεί, με αποτέλεσμα οι φθηνότερες ετικέτες να ξεκινούν από τα 40 ευρώ το μπουκάλι. Σε πολλές περιπτώσεις, ακόμη και οι πιο απλές επιλογές ξεπερνούν τα 30 ευρώ, ένα ποσό που λειτουργεί αποτρεπτικά για τον μέσο πελάτη.

Η επίδραση αυτής της αύξησης είναι άμεση. Ολοένα και περισσότεροι καταναλωτές στρέφονται σε εναλλακτικά ποτά, όπως η μπίρα, τα αναψυκτικά ή ακόμη και το νερό. Η επιλογή του κρασιού στο τραπέζι τείνει να γίνεται πλέον μια «πολυτέλεια» για ειδικές περιστάσεις και όχι μια συνήθεια σε κάθε έξοδο.

Η άνοδος των τιμών δεν οφείλεται αποκλειστικά στην εστίαση, αλλά σε σημαντικό βαθμό στα ίδια τα οινοποιεία. Τα τελευταία χρόνια αρκετές μεγάλες οινοποιητικές επιχειρήσεις προχώρησαν σε αυξήσεις, επιδιώκοντας να απορροφήσουν το αυξημένο κόστος παραγωγής, συσκευασίας και διανομής, διατηρώντας ταυτόχρονα την κερδοφορία τους. Ωστόσο, οι ανατιμήσεις αυτές μεταφέρθηκαν στον τελικό καταναλωτή, προκαλώντας αλυσιδωτές αντιδράσεις στην αγορά.

Έτσι, σημαντικές είναι οι απώλειες που καταγράφονται στις πωλήσεις χονδρικής προς το κανάλι HoReCa (ξενοδοχεία, εστιατόρια, καφετέριες). Οι παραγγελίες από επιχειρήσεις εστίασης στους χονδρεμπόρους έχουν περιοριστεί αισθητά, καθώς η κατανάλωση μετατοπίζεται σταδιακά προς την κατ’ οίκον αγορά. Όταν συμβαίνει αυτό, ο κύκλος ζωής ενός κρασιού μικραίνει, καθώς ένα προϊόν που δεν «κινείται» στα εστιατόρια χάνει τη δυναμική του, αντικαθίσταται από νεότερες ετικέτες και τελικά υποχωρεί από την αγορά.

Εστίαση: Το σταθερό σημείο ανάδειξης του ελληνικού οίνου

Η εστίαση διαχρονικά λειτουργεί ως βασικό σημείο ανάδειξης των κρασιών, ήτοι το «στάδιο» όπου ο καταναλωτής δοκιμάζει νέα προϊόντα και αποκτά σχέση με μια ετικέτα.

Όταν αυτή η διαδικασία αποδυναμώνεται, το οικοσύστημα του ελληνικού κρασιού επηρεάζεται. Η μείωση της ζήτησης από το HoReCa συνεπάγεται ότι λιγότερα κρασιά «χτίζουν» αναγνωρισιμότητα ή σταθερό κοινό, με αποτέλεσμα να περιορίζεται η συνολική ανάπτυξη του κλάδου.

Μέσα σε αυτό το νέο περιβάλλον, οι ειδικοί της αγοράς θεωρούν πως είναι απαραίτητο να δοθεί έμφαση στη δημιουργία νέων, διαφοροποιημένων κρασιών. Χρειάζονται ετικέτες που να μπορούν να ξεχωρίσουν, να εκφράσουν τη μοναδικότητα των ελληνικών ποικιλιών και να προσελκύσουν το ενδιαφέρον τόσο των Ελλήνων όσο και των ξένων καταναλωτών. Παράλληλα, λείπουν κρασιά με διαχρονικό χαρακτήρα, προϊόντα που θα διατηρήσουν τη θέση τους στην αγορά για χρόνια, προσφέροντας σταθερότητα και ταυτότητα στον ελληνικό αμπελώνα.

Τι τζίρο κάνει το κρασί στην Ελλάδα

Σήμερα οι συνολικές πωλήσεις κρασιού που παράγονται στην Ελλάδα ανέρχονται περίπου στα 350 εκατ. ευρώ ετησίως. Από αυτά, περίπου 100 εκατ. ευρώ προέρχονται από εξαγωγές, που συνεχίζουν να αποτελούν σημαντικό «μαξιλάρι» για την εγχώρια παραγωγή. Στο εσωτερικό της χώρας, ο τζίρος του κρασιού στα σούπερ μάρκετ υπολογίζεται γύρω στα 166 εκατ. ευρώ σε τελικές τιμές ραφιού.

Εάν αφαιρεθούν οι εκπτώσεις, οι προσφορές και οι προωθητικές ενέργειες, που αγγίζουν έως και το 40% του προαναφερόμενου ποσού, το καθαρό ποσό που φτάνει στα οινοποιεία εκτιμάται σε περίπου 115 εκατομμύρια ευρώ.

Καθοριστικός ο ρόλος του τουρισμού για τις πωλήσεις κρασιού στα ξενοδοχεία

Σε αυτό το περιβάλλον, ο τουρισμός παραμένει καθοριστικός παράγοντας στήριξης για τον κλάδο. Οι ξένοι επισκέπτες, ιδιαίτερα στα ξενοδοχεία υψηλής κατηγορίας και στα εστιατόρια τουριστικών περιοχών, αποτελούν μια κρίσιμη «σανίδα ισορροπίας».

Η κατανάλωση κρασιού από τους τουρίστες αντισταθμίζει εν μέρει τη μείωση της εγχώριας ζήτησης στην εστίαση και την αντίστοιχη αύξηση στα σούπερ μάρκετ.

Σε κάθε περίπτωση, το στοίχημα για το ελληνικό κρασί τα επόμενα χρόνια είναι διττό: αφενός να ανακτήσει μέρος της θέσης του στην εστίαση, μέσα από πιο προσιτές τιμές και έξυπνη τοποθέτηση προϊόντων, αφετέρου να διατηρήσει και να ενισχύσει τη δυναμική του στα σούπερ μάρκετ, προωθώντας τη γνώση και την αξία του ελληνικού αμπελώνα.